Δεν είμαστε ούτε μια τρίχα των Σπανούλη-Διαμαντίδη

Ο Σταύρος Καραΐνδρος γράφει για το μεγαλείο του ελληνικού μπάσκετ που το λερώνουν οι κάφροι και αναρωτιέται τι στην ευχή συνεχίζουν και κάνουν εδώ πέρα ο Σπανούλης και ο Διαμαντίδης.

Δεν είμαστε ούτε μια τρίχα των Σπανούλη-Διαμαντίδη

Οπως σωστά είπαν οι Αγγελόπουλοι -σε μία επίδειξη... πικαρίσματος για τον αντίπαλο, στα όρια του επιτρεπτού- η τελευταία φορά που η Ρεάλ είχε κατακτήσει την ευρωπαϊκή κούπα είχε ως ψηλό τον Σαμπόνις.

Από τότε, το μακρινό 1995, έως το βράδυ της Κυριακής, πέρασαν 20 χρόνια. Σε αυτά τα 20 χρόνια που οι Μαδριλένοι "κόλλησαν" στα 8 ευρωπαϊκά, κάποιοι άλλοι τα πήραν. Αυτά τα 20 κατέληξαν σε έξι διαφορετικές χώρες. Μία εξ αυτών και η Ελλάδα με το καλύτερο ποσοστό. Εννέα κούπες σε 20 τελικούς. Έξι ο Παναθηναϊκός και τρεις ο Ολυμπιακός. Βάλτε και τις παρουσίες στα Final Four, βάλτε και τη γενικότερη παρουσία όλα αυτά τα χρόνια στην κορυφαία διοργάνωση, βγάλτε αν θέλετε κι αυτό το πείραμα-έκτρωμα της Σουπρολίγκα (βγάλτε το, μας... παίρνει) και θα διαπιστώσετε ότι σε αυτό το μεσοδιάστημα που η κορυφαία -βάσει τίτλων- ευρωπαϊκή ομάδα είχε να σηκώσει κούπα, η Ελλάδα ήταν εκεί. Πήρε σε λίγο χρονικό διάστημα τόσα κύπελλα όσα χρειάστηκε σε όλη της ιστορία της να φτάσει η Ρεάλ.

Φτάσαμε στο Έβερεστ

Σε 20 χρόνια η Ελλάδα έφτασε στην κορυφή του μπασκετικού Έβερεστ. Σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο. Πήρε κούπες, έπαιξε τελικούς, πέτυχε ιστορικές νίκες, έβγαλε σπουδαίους παίκτες, ανέδειξε γενιά Ελλήνων προπονητών και μπήκε στο χάρτη του αθλήματος για τα καλά. Κάποτε χρειαζόταν ένας άνθρωπος για να σηκώσει το βάρος όλων αυτών. Ο Γκάλης. Σε αυτά τα 20 χρόνια τη θέση του Γκάλη πήραν ο Παπαλουκάς, ο Διαμαντίδης, ο Σπανούλης, ο Φώτσης, ο Κακιούζης, ο Ζήσης, ο Γιαννάκης, ο Ιτούδης, ο Μπαρτζώκας, ο Σφαιρόπουλος, ο Πεδουλάκης και άλλοι πολλοί που θα μπορούσα να τους αραδιάσω εδώ για να καλυφθεί η όποια οπαδική ματαιδοξία για το ποιος έβγαλε τους περισσότερους. Η κλασική ανδρική κουβέντα, δηλαδή, για το ποιος την έχει μεγαλύτερη.

Είκοσι χρόνια επιτυχίες. Είκοσι χρόνια σε υψηλό επίπεδο. Με κορυφαίες ευρωπαϊκές ομάδες. Με τον Παναθηναϊκό να παίρνει 6 ευρωπαϊκά σε 15 χρόνια, με τον Ολυμπιακό να πηγαίνει από το ένα στα τρία σε σύντομο χρονικό διάστημα και να διεκδικεί με αξιώσεις και το τέταρτο. Με την Εθνική να παίρνει το Ευρωμπάσκετ, να κερδίζει τη Dream Team στο Μουντομπάσκετ, να βγάζει ξανά τον κόσμο στους δρόμους, όπως έκανε το '87 η πρώτη και ιστορική Εθνική. Εκείνη η ομάδα που έμεινε ως σημείο αναφοράς για πολλά χρόνια, μέχρι να έρθει το next big thing του αθλήματος.

Τους κάναμε σαν τα μούτρα μας

Σε αυτά τα 20 χρόνια το ελληνικό μπάσκετ έγινε καλύτερο. Εμείς τι κάναμε; Ο κόσμος, οι δημοσιογράφοι, ο Τύπος; Πήραμε κάτι από αυτούς; Τους αγγίξαμε καθόλου για να πάρουμε λίγο από τη δόξα τους; Οχι. Οσες φορές τους αγγίξαμε αντί να μας μεταδώσουν την ποιότητά τους, τους μεταδώσαμε εμείς την καφρίλα και την μεμψιμοιρία. Τους μεταδώσαμε την αρρώστια του οπαδισμού και τους διώχναμε από την Ελλάδα. Κάποιοι έφυγαν. Δεν άντεξαν. Πήγαν αλλού να βρουν την ηρεμία τους. Κάποιους άλλους τους απαξιώσαμε. Από την κορυφή τους ρίξαμε στα τάρταρα και τώρα τους βλέπουμε καλεσμένους σε τηλεοπτικές εκπομπές και γελάμε μαζί τους. Αυτοί που ανέβασαν το άθλημα στα ύψη και που σε άλλες χώρες θα είχαν δώσει το όνομά τους σε γήπεδα, δρόμους, γυμναστήρια. Ένα όνομα καταφέραμε να δώσουμε σε ένα γήπεδο και αυτό έγινε αφού πρώτα πέρασαν πάνω από 20 χρόνια ματαιοδοξίας και ελληνικής οπαδικής νοοτροπίας. Πέρασαν πάνω από 20 χρόνια για να δει ο μεγάλος Νίκος Γκάλης το όνομά του σε ένα γήπεδο που αν δεν ήταν αυτός θα ήταν απλά μία ακόμη έδρα ελληνικής ομάδας και όχι το "σπίτι" που μας έμαθε μπάσκετ και μας έκλεινε στο σπίτι τα βράδια της Πέμπτης για να δούμε τον Άρη.

Κάποιοι άλλοι αρνήθηκαν τον πακτωλό εκατομμυρίων για να φύγουν και να πάνε σε πολιτισμένες ομάδες. Είτε λόγω νοσταλγίας της Ελλάδας είτε εγωισμού. Ακόμα και αυτός ο εγωισμός ήταν ο καλώς εννοούμενος γιατί μόνο κακό δεν έκανε στο άθλημα γενικότερα και σε ομάδες ειδικότερα. Κάποιοι έμειναν εδώ. Για να παίζουν σε γήπεδα με φόντο πανό για καρκίνους στα κόκκαλά τους και με εξέδρες που βρίζουν μανάδες, γυναίκες, παιδιά. Κάποιοι έμειναν εδώ όχι γιατί φοβήθηκαν το βήμα στο εξωτερικό ούτε γιατί δείλιασαν να μπουν σε σύγκριση με άλλους καλούς της Ευρώπης. Αλλά γιατί προτίμησαν να αναδειχθούν μέσα από τις ελληνικές ομάδες. Προτίμησαν να πανηγυρίσουν τίτλους για την Ελλάδα. Προτίμησαν να κρατήσουν ψηλά τη σημαία του ελληνικού μπάσκετ.

Μας έκαναν μάγκες

Από τον Γκάλη μάθαμε μπάσκετ. Πήραμε μια μπάλα, πήγαμε -στα ανύπαρκτα μέχρι τότε- γήπεδα και προσπαθήσαμε να μιμηθούμε τις κινήσεις του. Από τη νέα γενιά που ακολούθησε της παρέας του '87 τι μάθαμε; Τίποτα. Αγκωνίδη τον ανεβάζαμε, Χωψονίδη τον κατεβάζαμε. Έβαλε κανείς αφίσα Διαμαντίδη ή Σπανούλη στο σπίτι του; Έβαλες κανείς screensaver στον υπολογιστή του έναν από τους δύο; Και δεν μιλάω για τους λίγους, τους πιστούς του αθλήματος. Αυτούς που πραγματικά γουστάρουν το μπάσκετ και αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει τους καλύτερους. Μιλάω για τους άλλους. Που συνεχίζουν την κουβέντα σύγκρισης και βάζουν στη ζυγαριά τους δύο παίκτες. Που προσπαθούν να περάσουν την οπαδική τους αρρώστια στο πιο υγιές κομμάτι του ελληνικού αθλητισμού. Που προσπαθούν να "λερώσουν" δύο σπουδαίους παίκτες και με τις δικές τους επιτυχίες να γεμίσουν την αδιάφορη και ανιαρή ζωή τους.

Είκοσι χρόνια με εννέα ευρωπαϊκά και σπουδαίες επιτυχίες σε εθνικό επίπεδο. Την ώρα που η Ρεάλ πάλευε να πάρει το ένατο και παρακαλούσε κάποιους από τους δικούς μας -κάποιους κατάφερε να τους πάρει- για να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης, εμείς γεμίζαμε κούπες και αδειάζαμε σαν άνθρωποι. Την ώρα που ο Παναθηναϊκός, ο Ολυμπιακός, παλαιότερα ο Αρης, ο ΠΑΟΚ, η ΑΕΚ, ο Πανιώνιος, ακόμα και το Μαρούσι διατηρούσαν τη χώρα μας στην ελίτ του ευρωπαϊκού μπάσκετ, εμείς διώχναμε τον κόσμο από τα γήπεδα και τους μαθαίναμε να μισούν τον απέναντι. Αντί να τον σέβονται, να τον αναγνωρίζουν και να τον χειροκροτούν.

Πες ρε παιδί μου ότι αύριο το πρωί ο Διαμαντίδης και ο Σπανούλης δίνουν μια κοινή συνέντευξη Τύπου και ανακοινώνουν ότι αποσύρονται από το μπάσκετ. Τι θα έχει μείνει στον κόσμο από αυτούς; Τι θα έχουν να θυμούνται οι περισσότεροι; Ο ένας το φτύσιμο στον Τεόντοσιτς, ο άλλος την αγκωνιά, ένας άλλος την πεταμένη μπάλα στον Ρούντι και κάποιος άλλος τα αυτιά στο ΟΑΚΑ. Σε τόσα χρόνια καριέρας, επιτυχιών και ευρωπαϊκής αναγνώρισης, κάποιες μεμονωμένες στιγμές είναι αυτές που έχουν σφηνωθεί στο μυαλό των κάφρων. Άδικη δεν είναι η πουτάνα η ζωή κ.κ. Σπανούλη και Διαμαντίδη;

Βρίσιμο και μετά γλύψιμο

Αλλά εσείς φταίτε. Δεν φταίει κανένας άλλος. Εσείς φταίτε που μείνατε εδώ. Προτιμήσατε τη σιγουριά της Ελλάδας και είχατε την επιδίωξη ότι εμείς θα ανέβουμε στο δικό σας επίπεδο. Πού να ξέρατε ότι εσείς θα πέσετε στο δικό μας και θα χρειάζεται κάθε, μα κάθε φορά να δείχνετε στον κάθε άρρωστο ότι είστε οι καλύτεροι. Πού να ξέρατε ότι φτάνοντας στη δύση της καριέρα σας δεν έχει απολαύσει ούτε την ελάχιστη από την αναγνώριση που σας αξίζει. Γιατί μπήκατε στο ίδιο τσουβάλι με την καφρίλα και τον τυφλό οπαδισμό που γέννησε -κυρίως- το ποδόσφαιρο και στη συνέχεια ο φθηνός παραγοντισμός που εισχώρησε και στο ελληνικό μπάσκετ. Είναι τόσο βαθιά ριζωμένη αυτή η αρρώστια που οι αδερφοί Αγγελόπουλοι είναι "αναγκασμένοι" να τονίζουν σε κάθε ευκαιρία πως ο Ολυμπιακός (τους) είναι η καλύτερη ομάδα της επταετίας. Οχι για να αναδείξουν το μέγεθος των επιτυχιών τούτης της ομάδας, αλλά για να μπουν στο μάτι του απέναντι.

Ναι, ρε. Ο Σπανούλης Δεν ξέρει να χάνει. Γιατί είναι νικητής. Ναι, ρε. Ο Διαμαντίδης φτύνει όταν τον παίζουν αντιεπαγγελματικά. Γιατί απαιτεί σεβασμό επειδή είναι ο καλύτερος. Τι θα γινόσασταν χωρίς αυτούς; Τι θα ήσασταν (ήμασταν); Ένα τίποτα. Ανθρωπάκια που θα πηγαίναμε την άλλη μέρα στο γραφείο, θα σκύβαμε το κεφάλι πάνω από το γραφείο και περιμέναμε πότε θα κοκκινίσει ο σβέρκος μας. Ποιοι μας έδωσαν το δικαίωμα να πηγαίνουμε στη δουλειά με το κεφάλι ψηλά; Ποιοι μας έδωσαν το δικαίωμα να πανηγυρίζουμε με τον ιδρώτα τον άλλον; Ποιοι μας έμαθαν να αισθανόμαστε νικητές; Αυτοί. Όλοι αυτοί που τους έχουμε λοιδορήσει. Και κακώς βάζω τον πρώτο πληθυντικό. Αλλά έχω μάθει να τον χρησιμοποιώ και να τσουβαλιάζομαι κι εγώ με τους άλλους γιατί ξέρω ότι "για όλα φταίνε οι δημοσιογράφοι".

Εσείς φταίτε. Εσύ Σπανούλη, εσύ Διαμαντίδη. Που παραμείνατε στην Ψαροκώσταινα. Που δίνετε χαρά στον κόσμο και αυτός σας την επιστρέφει με πατσαβούρα. Που δίνετε δουλειά σε δημοσιογράφους και αυτοί γράφουν για "ψωλαράδες" και άλλα τέτοια στα social media. Και ναι. Είναι οι ίδιοι που αύριο-μεθαύριο θα έρθουν και θα σας παρακαλούν για μια συνέντευξη. Θα φτιάξουν ένα δακρύβρεχτο αφιερωματικό video και θα μιλούν για την ποιότητά τους, την ευγένεια και το μπασκετικό τους ήθος.

Γι' αυτό σας λέω. Στην αυγή της σπουδαίας καριέρας σας, φύγετε. Πηγαίνετε να παίξετε στο εξωτερικό. Γράφτε μια χρυσή σελίδα στην ηρεμία σας (γιατί στην καριέρα σας έχετε πολλοί). Δεν μας αξίζετε και δεν σας αξίζουμε. Πηγαίνετε εκεί που θα σας αναγνωρίσουν, εκεί που θα καθαρίσει το μυαλό σας. Εκεί που κάθε αντίδραση θεωρείται πρώτα λογική και μετά ιντριγκαδόρικη.

Διαβάστε ακόμη:

Παντελής Βλαχόπουλος: Τι να του πει και να του δείξει ο Μασιούλις

Δημήτρης Καρύδας: Η άμυνα της Ρεάλ και η επίθεση του Ρούντι

Τάσος Μαγουλάς: Γενναίος, αλλά ηττημένος

Τσάρλυ: Πρώτα το πρωτάθλημα και μετά το 4ο

News 24/7

24MEDIA NETWORK