ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί η Ισπανία κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια

Οι ανεπανάληπτες ισπανικές επιτυχίες στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις καθιστούν το ισπανικό ποδόσφαιρο ως το ανώτερο στον κόσμο. Γιατί συμβαίνει αυτό, όμως; Πώς έφτασαν οι Ισπανοί στην κορυφή; Ποιος ο ρόλος των ακαδημιών και του σκάουτινγκ; Πώς είναι δυνατόν με πολύ λιγότερα χρήματα από την Αγγλία να βρίσκονται από πάνω; Το Contra.gr παρουσιάζει τις απαντήσεις.

ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί η Ισπανία κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια

Το στατιστικό αγγίζει τα όρια... βορειοκορεάτικης εκλογικής διαδικασίας: στις τελευταίες 50 νοκ άουτ μάχες στις οποίες συμμετείχε μία ισπανική ομάδα και μία ομάδα από άλλη χώρα, οι Ισπανοί επικράτησαν σε 47.

Αποτέλεσμα; Τα τρία τελευταία Champions League. Τα τρία τελευταία Europa League. Κατά συνέπεια, τα τρία τελευταία Super Cup Ευρώπης. Συν δύο Μουντιάλ Συλλόγων και φαβορί για το τρίτο σερί. Έντεκα διεθνή τρόπαια διεκδίκησαν οι ισπανικοί σύλλογοι τα τελευταία τρία χρόνια, έντεκα τρόπαια κέρδισαν, σε μία ανεπανάληπτη ηγεμονία στον χώρο του ποδοσφαίρου.

Η "ισπανική αυτοκρατορία" των σερί κατακτήσεων εθνικών διοργανώσεων δεν φαίνεται να επλήγη από τη συντριβή κόντρα στην Ολλανδία, στην 1η αγωνιστική των ομίλων του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας. Μετά από δύο Euro και ένα Μουντιάλ, τα φώτα στράφηκαν στις διασυλλογικές επιτυχίες, τουλάχιστον μέχρι την επόμενη διοργάνωση χωρών, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Γαλλίας.

Τρία χρόνια στα οποία το ποδόσφαιρο έχει εξελιχθεί σε ένα άθλημα που στο τέλος κερδίζουν οι Ισπανοί. Η παραφρασμένη ρήση του Γκάρι Λίνεκερ έχει πολλές εξηγήσεις και το Contra.gr επιχειρεί να εμβαθύνει σε αυτές.

Το οικοδόμημα των ακαδημιών

Όπως έγραφε ο Θέμης Καίσαρης στο αφιέρωμά του για τον Γιόχαν Κρόιφ, όταν ο Ολλανδός ανέλαβε την Μπαρτσελόνα, κατάργησε "τον ηλίθιο κανόνα που έλεγε πως αν στα 15 δεν είσαι 1,80μ., αποχωρείς απ' την ακαδημία. Ο Γκουαρδιόλα δεν θα έπαιζε ποτέ στην Μπαρτσελόνα χωρίς αυτόν και μετά ίσως δεν θα ακολουθούσαν ποτέ ο Τσάβι, ο Ινιέστα, ακόμα κι ο ίδιος ο Μέσι".

Η Μασία, από την ίδρυσή της αλλά και την αναδιαμόρφωση με την έλευση (του προπονητή) Κρόιφ το 1988, αποτέλεσε ένα εκπαιδευτικό μοντέλο για όλες τις ισπανικές ομάδες. Ένα μοντέλο που δεν υιοθετήθηκε εξ ολοκλήρου, ωστόσο προσέφερε κατευθύνσεις. Κάποιοι ήταν ανεπίδεκτοι μαθήσεως, με τον μισότρελο Χεσούς Χιλ να διαλύει αυτές της Ατλέτικο Μαδρίτης και ουσιαστικά να προσφέρει στο πιάτο τον Ραούλ στη Ρεάλ Μαδρίτης, την ώρα που οι "μερένγκες" αψηφούσαν τη λογική και επιχειρούσαν να θεμελιώσουν ομάδα κορυφής, βασισμένοι σχεδόν αποκλειστικά σε κατόχους "Χρυσής Μπάλας".

"Οι ισπανικοί σύλλογοι δουλεύουν πολύ καλά σε επίπεδο ακαδημιών. Από εκεί, με τη βελτίωση των προπονητών, βελτιώθηκε και το επίπεδο σε διασυλλογικό και εθνικό επίπεδο"
Βιθέντε ντελ Μπόσκε, προπονητής εθνικής Ισπανίας

Η... φύση βρήκε τρόπο, όμως, και με το πέρασμα των χρόνων, η επιτυχημένη δουλειά που γινόταν στα τοπικά σωματεία - "τροφούς" των επαγγελματικών ομάδων, μεταφέρθηκε και στις τελευταίες. Οι προπονητές ακαδημιών προσέγγιζαν επιστημονικά τη δουλειά τους, με κριτήριο την εκμάθηση των βασικών του αθλήματος στα παιδιά, τη διαπαιδαγώγησή τους και τη γαλούχηση των προσωπικοτήτων τους.

Τα γκρουπ της προπόνησης δεν ξεπερνούσαν τα 6-7 άτομα, με στόχο την όσο το δυνατόν περισσότερο εξατομικευμένη εργασία. Η δουλειά αφορούσε στην τεχνική, τα γρήγορα πόδια και την κίνηση χωρίς την μπάλα και όχι (τουλάχιστον αρχικά) την κατασκευή αθλητικού κορμιού, την επίτευξη γκολ ή τη διδασκαλία καταστροφής του παιχνιδιού του αντιπάλου. Στόχος στα μικρά ηλικιακά γκρουπ στις προπονήσεις δεν είναι η νίκη, αυτοσκοπός δεν είναι η δημιουργία επαγγελματιών.

Εξάλλου, τα επαγγελματικά πρωταθλήματα στη χώρα είναι μόλις δύο και οι θέσεις πεπερασμένες, σε αντίθεση πχ. με την Αγγλία και τις τέσσερις κατηγορίες. Όλοι γνωρίζουν ότι θα μάθουν ποδόσφαιρο, αλλά ξέρουν επίσης ότι δεν θα γίνουν ποδοσφαιριστές, εάν δεν το αξίζουν. Δεν υπάρχει θέση για όλους...

Καλλιέργεια και των προπονητών

Οι ιδέες του Κρόιφ μεταλαμπαδεύτηκαν σε πλειάδα Ισπανών προπονητών, ανεξαρτήτως κατηγορίας ή ηλικιακού πεδίου που προπονούσαν. Η εκπαίδευση δεν είναι έννοια που αφορά μόνο τους ποδοσφαιριστές, αλλά και τους ίδιους τους αθλητικούς διδασκάλους τους. Όταν οι Ιταλοί κυρίαρχοι της προπονητικής άρχισαν να φθίνουν, η επαναστατική μορφή του Πεπ Γκουαρδιόλα μετατόπισε τα φώτα της δημοσιότητας στην ιβηρική χώρα.

Μόνο που ο αναμορφωτής της Μπαρτσελόνα δεν ήταν μόνος του σε αυτό το έργο. Από την πιο χαμηλή βαθμίδα μέχρι την ανώτατη, η Ισπανία εξελίχθηκε σε μία χοάνη των καλύτερη εκφραστών της προπονητικής, χωρίς φίλτρο για τη φιλοσοφία τους. Φάμπιο Καπέλο από τη μία, Μαρσέλο Μπιέλσα από την άλλη. Ζοζέ Μουρίνιο από τη μία, Κάρλο Αντσελότι από την άλλη. Ράφα Μπενίτεθ από τη μία, Ουνάι Έμερι από την άλλη.

"Η Primera Division είναι ένα καλειδοσκόπιο από στιλ, κάτι ασυνήθιστο στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η αίσθηση είναι ότι το ισπανικό ποδόσφαιρο, με όλα τα οργανωτικά μειονεκτήματα, μεταμορφώθηκε σε ένα ιδανικό εργαστήρι για συλλόγους σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις"
Σαντιάγο Σεγουρόλα πρώην αναπληρωτής διευθυντής "Marca"

Οι γνώσεις μεταδίδονταν από τα υψηλά στρώματα στα πιο χαμηλά, χάρη στην εξαιρετική συνεργασία που υπάρχει με τις δεύτερες ομάδες, τις θυγατρικές ή τις συνεργαζόμενες ακαδημίες. Κάθε απόσταγμα γνώσης έφτανε στον τελικό προορισμό του και ως αποτέλεσμα, η Primera Division μοιάζει με παράδεισο προπονητικού καμβά, με πλουραλισμό τρόπων επίθεσης και άμυνας, ποδοσφαιρικής φιλοσοφίας, ακόμα και από τον ίδιο σύλλογο.

Η Μπαρτσελόνα του Τσάβι και του Αντρές Ινιέστα, που χαρακτηρίστηκε από το αέναο και εξαντλητικό passing game, με την έλευση του Λουίς Ενρίκε και του Λουίς Σουάρες έγινε η πιο "αιμοδιψής" ομάδα αντεπιθέσεων στον κόσμο, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις. Τίτλο που κατείχε η Ρεάλ τα τελευταία χρόνια, η οποία, όμως, διαθέτει στις τάξεις τις τους δύο κορυφαίους επιθετικογενείς κεφαλοσφαιριστές στην κατηγορία, τους Κριστιάνο Ρονάλντο και Γκάρεθ Μπέιλ. Παρ' όλα αυτά, καμία ομάδα δεν μοιάζει καλύτερη στο ψηλό παιχνίδι από την Ατλέτικο Μαδρίτης, η οποία μετά από την πειραματική σεζόν με τον Μάριο Μάντζουκιτς στην κορυφή και τον Αντουάν Γκριεζμάν στα άκρα, φέτος επέστρεψε στη συνταγή της επιτυχίας, εκείνη του reactive ποδοσφαίρου του 2014 που έφερε τις διακρίσεις.

Ένα reactive ποδόσφαιρο και μάλιστα με το... παρωχημένο 4-4-2 που παίζει εδώ και χρόνια η Βιγιαρεάλ του Μαρθελίνο (πολύ πριν δώσει το πρωτάθλημα Αγγλίας σε Λέστερ και Κλάουντιο Ρανιέρι), η οποία από τη Segunda Division σε δύο χρόνια έφτασε στην 4η θέση. Ρευστό ποδόσφαιρο και από τη Ρεάλ Σοθιεδάδ, η οποία προτού καταστραφεί από τον Ντέιβιντ Μόγες, ήταν ίσως η πιο γρήγορη ομάδα του πρωταθλήματος με Κάρλος Βέλα και Γκριεζμάν στην ενδεκάδα, τερματίζοντας 4η το 2013.

Ακόμα και στα χαμηλά στρώματα, η Ράγιο Βαγεκάνο, που υποβιβάστηκε φέτος μετά από πέντε χρόνια στα "μεγάλα σαλόνια", δεν καταδέχθηκε ποτέ επί Πάκο Χέμεθ να μην ψάξει ποδόσφαιρο κυριαρχίας στον αγωνιστικό χώρο, ακόμα κι αν αυτός είναι το γρασίδι του "Καμπ Νόου" ή του "Σαντιάγο Μπερναμπέου" (συχνά με ταπεινωτικό παθητικό). Και ακόμα, υπάρχει η Σεβίλλη, η Θέλτα, η Μπέτις, ομάδες με δικές τους λογικές, κάποιες αλληλοσυγκρουόμενες, όλες στο ίδιο κάδρο της Primera Division.

Παράλληλα με όλα αυτά, ο Λουίς Αραγονές τοποθετεί τις βάσεις για το αποτελεσματικό tiki taka (το οποίο ο Βιθέντε ντελ Μπόσκε ανέμιξε με reaction πλάνα για να έχει διάρκεια), την ισπανική ποδοσφαιρική τεχνοτροπία που γιγαντώθηκε τα τελευταία χρόνια, χαρίζοντας τίτλους, εκτεταμένες συζητήσεις και διαφωνίες, αλλά και μία κοινή διαπίστωση: η προπονητική κουλτούρα της χώρας είχε πατήσει (και αυτή) στην κορυφή.

ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί η Ισπανία κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια

Πλέον, η Ισπανία δεν έκανε μόνο εξαγωγή ποδοσφαιριστών. Πλέον οι Ισπανοί ή ισπανοαναθρεμμένοι τεχνικοί ήταν περιζήτητοι στα κορυφαία πρωταθλήματα. Γκουαρδιόλα, Χουάντε Ράμος, Κίκε Σάντσεθ Φλόρες, Μίκαελ Λάουντροπ, Μαουρίσιο Ποτσετίνο, Μίτσελ, Πέπε Μελ έβρισκαν δουλειά σε πλούσιους και μεγάλους συλλόγους, στα πρότυπα των Πορτογάλων, των Ολλανδών ή των Ιταλών συναδέλφων τους.

Την ίδια στιγμή, ο μοναδικός Άγγλος προπονητής που έχει οδηγήσει ομάδα στο Champions League τις τελευταίες 13 σεζόν παραμένει ο προπονητής της εθνικής... Ιορδανίας, Χάρι Ρέντναπ. Στο ιταλικό πρωτάθλημα, ο πιο πετυχημένος τεχνικός τα τελευταία χρόνια, ο Μασιμιλιάνο Αλέγκρι, είναι αυτός με τον οποίο η Μίλαν έφτασε στο ύστατο στάδιο απαξίωσης (χωρίς να ευθύνεται αποκλειστικά αυτός) και ο δεύτερος πιο πετυχημένος ήταν ο μέχρι πρόπερσι τεχνικός της Έμπολι και τραπεζικός υπάλληλος στο επάγγελμα, Μαουρίτζιο Σάρι.

Μόνο η Bundesliga βρίσκεται σε καλό επίπεδο από πλευράς προπονητικής, με νεαρούς... θαυματοποιούς σε μικρότερες ομάδες, με εμμονή στην ανάλυση μέσω βίντεο και στους αριθμούς (πχ. Μάρκους Βάιντσιρλ, Μάρκους Γκίσντολ, Ρόγκερ Σμιντ, Τόμας Τούχελ, Γιούλιαν Νάγκελσμαν), οι οποίοι, όμως, δεν έχουν δώσει διαπιστευτήρια διαρκείας, όταν "ανεβαίνουν" επίπεδο.

Η έλξη από Μπαρτσελόνα και Ρεάλ

Ακόμα και χωρίς τα προαναφερθέντα θεμέλια, η Ισπανία διαθέτει δύο αδιαμφισβήτητες κορυφές: τους δύο μεγαλύτερους συλλόγους του κόσμου. Σε όποιον διαγωνισμό κι αν κατέλθουν Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μαδρίτης (τίτλων, λειτουργίας, χρημάτων, ποιότητας, φιλάθλων), κερδίζουν οποιονδήποτε αντίπαλο τα τελευταία χρόνια. Είναι οι μεγαλύτερες ομάδες σε έσοδα, οι ομάδες που κάθε χρόνο εδώ και τουλάχιστον μία πενταετία είναι τα μεγάλα φαβορί για το Champions League στα προγνωστικά του Αυγούστου, οι ομάδες που διαθέτουν τα πιο ανταγωνιστικά ρόστερ και τους κατά τεκμήριο καλύτερους ποδοσφαιριστές του πλανήτη.

Αυτές οι ομάδες δίνουν τουλάχιστον δύο αγώνες μεταξύ τους τον χρόνο. Αυτές οι ομάδες δίνουν τουλάχιστον 45 παιχνίδια με άλλες ισπανικές ομάδες τον χρόνο. Παιχνίδια τα οποία λειτουργούν καταλυτικά για τους αντιπάλους τους. Παίκτες όπως ο Μέσι και ο Ρονάλντο αναπόφευκτα ανεβάζουν τον πήχη για τους αντίπαλους αμυντικούς. Παίκτες όπως ο Λούκα Μόντριτς και ο Σέρχιο Μπουσκέτς ενεργοποιούν την σκέψη των αντιπάλων μέσων. Παίκτες όπως ο Ζεράρ Πικέ και ο Σέρχιο Ράμος βγάζουν τον καλύτερο εαυτό από τους αντίπαλους επιθετικούς. Αντιστοίχως, οι εκάστοτε προπονητές των δύο μεγάλων του clasico, θα καταστήσουν ακόμα πιο οξυδερκείς τους αντιπάλους προπονητές, που θα κυνηγήσουν ένα ιστορικό αποτέλεσμα, ένα παράσημο στην καριέρα τους, στους αγώνες απέναντι στους δύο "κολοσσούς".

Η παρουσία των δύο στην Primera Division δεν παράγει μόνο φόβο ή σεβασμό. Ανεβάζει συνολικά το επίπεδο ανταγωνισμού του πρωταθλήματος, με συνέπεια η ουραγός, υποβιβασμένη και αδιάφορη Λεβάντε να εκτοπίζει από τη μάχη τίτλου την Ατλέτικο στην προτελευταία αγωνιστική (κάτι που δεν θα μπορούσε να κάνει ποτέ η ουραγός της Premier League) και η Θέλτα να διασύρει με 4-1 την Μπαρτσελόνα λίγες εβδομάδες μετά από την κατάκτηση του περσινού τρεμπλ (κάτι που δεν θα μπορούσε να κάνει ποτέ η Τζένοα στη Γιουβέντους).

Η κριτική για "σκοτσέζικο πρωτάθλημα" μοιάζει τόσο αυταπόδεικτα αστεία πια, όταν αντιπαραθέτονται η κατάκτηση τριών Europa League από τη Σεβίλλη, οι δύο τελικοί Champions League της Ατλέτικο Μαδρίτης, η παράσταση της Αθλέτικ Μπιλμπάο κόντρα στην παρά ένα λεπτό πρωταθλήτρια Αγγλίας Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 2012 για το Europa League, η πορεία της Βιγιαρεάλ μέχρι τα ημιτελικά του Europa League και πιο παλιά του Champions League.

Κάθε ισπανική ομάδα που διεκδικεί θέση στο Champions League, θα μπορούσε να διεκδικεί τίτλο σε οποιοδήποτε άλλο πρωτάθλημα του κόσμου (η Ρεάλ και η Μπαρτσελόνα κατά τα φαινόμενα θα το έπαιρναν). Η τύχη και συνάμα ατυχία της έγκειται στην ταυτόχρονη παρουσία των δύο γιγάντων του αθλήματος στην ίδια κατηγορία. Ακόμα κι έτσι, τα τελευταία χρόνια Ατλέτικο, Βιγιαρεάλ και Βαλένθια έχουν καταφέρει να υποσκελίσουν τουλάχιστον τον έναν εκ των δύο στο τέλος της εζόν, μία διάκριση που ισοδυναμεί με... τίτλο.

ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί η Ισπανία κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια

Οικονομική πυγμή

Η χρήση του συγκεκριμένου όρου, συνολικά για το ισπανικό ποδόσφαιρο, μέχρι πριν από δύο χρόνια θα προκαλούσε τουλάχιστον μειδιάματα. Η κατάσταση στη χώρα βάδιζε από το κακό στο χειρότερο, οι εγχώριες τράπεζες είχαν δώσει παράγγελμα για... ισπανική υποχώρηση και η εικόνα στο ποδόσφαιρο ήταν κωμικοτραγική.

Η Βαλένθια είχε ένα γήπεδο που ήθελε να πουλήσει αλλά δεν έβρισκε αγοραστή και έχτισε ένα νέο που δεν μπορούσε να ολοκληρώσει, η Ατλέτικο αγόραζε μόνο ποσοστά παικτών γιατί δεν είχε χρήματα να καλύψει ολόκληρες αγορές (πχ. Ρανταμέλ Φαλκάο), η Λεβάντε δεν είχε ζεστό νερό στο γήπεδο και παίκτες της διανυκτέρευαν στα αποδυτήρια γιατί δεν είχαν χρήματα. Μόνιμη επωδός σε κάθε διατύπωση στόχων αδύναμης ομάδας της Primera Division ήταν η ανάγκη για "σωτηρία", ειδάλλως ο υποβιβασμός στη Segunda Division θα συνοδευόταν από οικονομική καταστροφή και εκτοπισμό (συνήθως άνευ επιστροφής) στις αχανείς ερασιτεχνικές κατηγορίες της Tercera και της Segunda División B.

ΣΥΜΜΑΖΕΥΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΣΠΑΤΑΛΕΣ

Η Ρεάλ Μαδρίτης είναι για δώδεκα σερί σεζόν ο πιο εύπορος ποδοσφαιρικός σύλλογος στον πλανήτη, με την Μπαρτσελόνα πλέον να την ακολουθεί στις κατατάξεις της " Deloitte", ωστόσο από εκεί και πέρα επικρατεί το χάος. Ακόμα και αυτοί οι δύο οικονομικοί δυνάστες του πρωταθλήματος, με τηλεοπτικές συμφωνίες που τους αποφέρουν 160.000.000 ευρώ ετησίως την ώρα που η τρίτη στη λίστα Βαλένθια εισπράττει 48.000.000 ευρώ και η δέκατη Εσπανιόλ 23.000.000 ευρώ, έχουν συσσωρευμένα χρέη εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, για τα οποία, όμως, διαθέτουν εγγυήσεις κάλυψης. Κοινώς, βρίσκονται σε πολύ καλύτερη θέση από την Τσέλσι ή τη Μάντσεστερ Σίτι, συλλόγους που θα καταρρεύσουν και θα διαλυθούν άμεσα, σε περίπτωση που αποχωρήσουν ξαφνικά οι ιδιοκτήτες τους.

Οι υπόλοιπες ομάδες είχαν μάθει να ζουν στο "κόκκινο", με συνέπεια το 2013 οι οφειλές τους προς το (χρεοκοπημένο) ισπανικό δημόσιο να ανέρχονται σε 650.000.000 ευρώ. Η ποδοσφαιρική λίγκα και το Εθνικό Αθλητισμό Συμβούλιο σύστησαν μία επιτροπή έκτακτης ανάγκης, για να συμμαζέψουν τα οικονομικά των συλλόγων εκείνων που είχαν συνηθίσει να απλώνουν τα πόδια τους πέραν της κουβέρτας του τραπεζικού λογαριασμού. Θεσπίστηκαν έλεγχοι στις δαπάνες των συλλόγων, περιορίστηκε η δυνατότητά τους να πραγματοποιούν μεταγραφές, η μισθολογική ικανότητα συσχετίστηκε με τα έσοδά τους.

Τον Σεπτέμβριο του 2015, οι αντίστοιχες οφειλές των 42 ομάδων των δύο επαγγελματικών κατηγοριών είχαν συρρικνωθεί σε 317.000.000 ευρώ, ενώ στις αρχές Μαΐου του 2016, ο πρόεδρος της ομοσπονδίας, Χαβιέρ Τέμπας, παρουσιάζοντας τα οικονομικά αποτελέσματα του 2015, δήλωσε: "Στο τέλος αυτής της σεζόν θα είναι κάτω από 200.000.000 ευρώ. Κατορθώσαμε να αντιστρέψουμε τα πράγματα και τώρα μειώνουμε το χρέος με υψηλότερο ρυθμό. Οι σύλλογοί μας συμμορφώθηκαν και κέρδισαν. Οι σύλλογοί μας πείστηκαν ότι έπρεπε να αυτορυθμιστούν, ώστε να γίνουν φερέγγυοι".

ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί η Ισπανία κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια

ΤΑ ΝΕΑ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ

Οι κινήσεις εξυγίανσης δεν σταματούν στον περιορισμό της σπατάλης. Πρόσφατα έγινε γνωστό ότι στο πλαίσιο της προσπάθειας της Primera Division να φτάσει σε εμπορικότητα (και τηλεοπτικά έσοδα) την Premier League, οι ομάδες της θα πληρώνουν πρόστιμο κάθε φορά που ο τηλεοπτικός φακός εστιάζει σε άδειες εξέδρες, κατά τη διάρκεια ζωντανής μετάδοσης αγώνων τους.

Εξάλλου, το νέο τηλεοπτικό συμβόλαιο στην Ισπανία αλλάζει τα δεδομένα στον χώρο, αφού για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μαδρίτης εντάχθηκαν σε συλλογικές διαπραγματεύσεις. Παρότι υπήρχε απαράβατος και "φωτογραφικός" όρος τα έσοδα των ομάδων της προηγούμενης τηλεοπτικής συμφωνίας να μην μειωθούν (οπότε αυτά των δύο μεγάλων θα παρέμεναν πολύ υψηλά), το νέο συμβόλαιο ενίσχυσε τη θέση των υπολοίπων 18 συλλόγων της Primera Division, με τα συνολικά έσοδα να ανέρχονται σε 983.000.000 ευρώ ετησίως. Το ισπανικό συμβόλαιο εγχώριων δικαιωμάτων προβολής που τίθεται σε ισχύ από τη σεζόν 2016-2017 θα είναι το δεύτερο πιο ισχυρό στον κόσμο, μετά από το πολυσυζητημένο της Premier League που θα αποφέρει 2.359.000.000 ευρώ ετησίως στις 20 αγγλικές ομάδες μέχρι το 2018-2019.

Παρά τη μεγάλη διαφορά τους, υπάρχουν ελαστικοί παράγοντες που επιτρέπουν την ανάπτυξη αισιοδοξίας στην ιβηρική χώρα, αφού η αύξηση των εσόδων σε σχέση με την προηγούμενη συμφωνία των δύο χωρών ήταν παρεμφερής (67% πάνω η Αγγλία, 64% η Ισπανία, την ώρα που η Serie A αύξησε τα έσοδά της για τον κύκλο 2015-2018 κατά μόλις 13%), ενώ ήδη εδώ και λίγο καιρό οι Ισπανοί "παίζουν" με τις ώρες προβολής (παράδειγμα ο αγώνας νωρίς το μεσημέρι της Κυριακής) για χάρη του τηλεοπτικού κοινού σε άλλες ηπείρους (κάνοντας έτσι άνοιγμα σε αυτές τις αγορές), κάτι που δεν μπορούν να κάνουν οι Άγγλοι λόγω παράδοσης.

ΑΥΞΑΝΟΝΤΑΙ ΤΑ ΕΣΟΔΑ

Τα τελευταία πέντε χρόνια, οι δύο επαγγελματικές κατηγορίες της Ισπανίας κατέγραψαν κερδοφορία, με το 2014-2015 να κλείνει κατά 12,3% πιο ισχυρό από την προηγούμενη σεζόν (έσοδα 2.615.600.000 ευρώ εκ των οποίων τα 2.417.200.000 ευρώ αφορούν στην Primera Division).

Εξαιρουμένων των Ρεάλ Μαδρίτης και Μπαρτσελόνα, τα έσοδα των ισπανικών συλλόγων έχουν παρουσιάσει αύξηση κατά 26,1% από τη σεζόν 2011-2012, σύμφωνα με έρευνα της λίγκας που παρουσιάστηκε στο Χρηματιστήριο της Μαδρίτης, με την πρόγνωση να κάνει λόγο για προσπέραση της Bundesliga το 2016-2017 στα 3.200.000.000 ευρώ έσοδα.

Η ανωτερότητα του σκάουτινγκ

Με εξαίρεση τη Ρεάλ Μαδρίτης, της οποίας η μεταγραφική πολιτική καθορίζεται από τη λογική των galacticos που έχει επιβάλλει ο Φλορεντίνο Πέρεθ, και την Μπαρτσελόνα που προάγει παίκτες από τις ακαδημίες για να γεμίσει κενά αλλά πλέον ακολουθεί και το παράδειγμα της Ρεάλ, οι υπόλοιποι ισπανικοί σύλλογοι κατά καιρούς έχουν συνηθίσει να αναζητούν "έξυπνες" αγορές, δίχως πολλά διαθέσιμα χρήματα για το "παζάρι".

Το καλοκαίρι του 2015, το σύνολο των ισπανικών συλλόγων της Primera Division δαπάνησε μόλις 1% παραπάνω (503.000.000 ευρώ από 500.000.000 ευρώ) από το καλοκαίρι του 2014, αν και σε αυτό το ποσοστό έπαιξε ρόλο και η απαγόρευση εγγραφής νέων παικτών που είχε επιβληθεί στην Μπαρτσελόνα (παρότι αγόρασε τους Αλέιτς Βιδάλ και Αρντά Τουράν). Το κέρδος από το μεταγραφικό ισοζύγιο ανήλθε σε 106.000.000 ευρώ, σε σχέση με το παθητικό 12.000.000 ευρώ του 2014. Γίνεται πασιφανές ότι οι ισπανικές ομάδες πούλησαν ποδοσφαιριστές και δη στο εξωτερικό και "καρπώθηκαν" τα μεταγραφικά έσοδα, χωρίς να τα επανεπενδύσουν σε αγορές.

"Η Σεβίλλη είναι ένα παράδειγμα του τι συμβαίνει αυτήν τη στιγμή στο ισπανικό ποδόσφαιρο"
Βιθέντε ντελ Μπόσκε, προπονητής εθνικής Ισπανίας

Η συντριπτική πλειονότητα των ισπανικών συλλόγων έχει δημιουργήσει ομάδες με ελάχιστα μεταγραφικά κόστη, αφού η σύνθεση του ρόστερ επαφίεται σε αποτελεσματικό σκάουτινγκ. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μεταγραφικής συμπεριφοράς στην Ισπανία ξεπηδάει από τη Σεβίλλη, η οποία το 2000, μετά από τον υποβιβασμό στη Segunda Division, προσέλαβε τον μέχρι και σήμερα αθλητικό διευθυντή της.

Ο Ραμόν Ροντρίγκεθ Βερδέχο, Μόντσι εν συντομία, αγόρασε σε αυτά τα 16 χρόνια τους Αντρές Παλόπ, Ντάνι Άλβες (κέρδος 35.800.000 ευρώ), Φεντερίκο Φάσιο, Μάρτιν Κάσερες, Αντριάνο, Ιβάν Ράκιτιτς (κέρδος 17.500.000 ευρώ), Ζούλιο Μπαπτίστα (κέρδος 24.000.000 ευρώ), Σεϊντού Κεϊτά, Κρίστιαν Πόουλσεν, Λουίς Φαμπιάνο και Κάρλος Μπάκα (μεταξύ άλλων, σε μία ενδεκάδα που θα διεκδικούσε πολλά εάν έπαιζε μαζί) έναντι συνολικά 25.000.000 ευρώ. Οι συγκεκριμένοι ποδοσφαιριστές μεταπωλήθηκαν έναντι 170.000.000 ευρώ. Ακόμα 100.000.000 ευρώ εισέπραξαν οι Ανδαλουσιάνοι από τους Σέρχιο Ράμος, Χεσούς Νάβας, Αλμπέρτο Μορένο, Λουίς Αλμπέρτο και Χοσέ Αντόνιο Ρέγες, προϊόντα των ακαδημιών τους.

Όπως εξηγεί ο πασίγνωστος ανταποκριτής στην Ισπανία διαφόρων βρετανικών ΜΜΕ, Σιντ Λόου, μέχρι να προσληφθεί ο Μόντσι "ο σύλλογος είχε κερδίσει τέσσερα τρόπαια, κανένα τα τελευταία 52 χρόνια". Ο φετινός τελικός με τη Λίβερπουλ ήταν ο 14ος σε δέκα σεζόν και απέφερε το ένατο τρόπαιο σε αυτό το χρονικό διάστημα.

Σε αντίθεση με το ιταλικό πρωτάθλημα, όπου οι τεχνικοί διευθυντές, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων όπως η Ουντινέζε και η Γιουβέντους, αρκούνται σε ανακύκλωση γηγενών ποδοσφαιριστών ή στην υπογραφή "ονομάτων" που έχουν περισσέψει από άλλα πρωταθλήματα, ή το αγγλικό όπου αξιοποιούνται τα εκατομμύρια διαθέσιμων χρημάτων για υφαρπαγή των καλύτερων παικτών από τα άλλα πρωταθλήματα, μόνο στη Γερμανία έχει αναπτυχθεί ο ρόλος του σκάουτινγκ στη μεταγραφική πολιτική μιας ομάδας, αλλά και πάλι όχι στο επίπεδο των Ισπανών.

Η "ΤΡΟΦΟΣ" ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ

Σε αντίθεση με τη Γερμανία, όμως, που παρότι διαθέτει την Ολλανδία σε στρατηγική θέση, αλλά δεν "τροφοδοτείται" το πρωτάθλημά της από αυτήν, η Ισπανία αξιοποιεί το "όπλο" των ιστορικών δεσμών της με τη Λατινική Αμερική.

"Έχουν τους καλύτερους προπονητές, έχουν πραγματικά καλούς παίκτες και το σκάουτινγκ είναι πιο εύκολο"
Γίργκεν Κλοπ, προπονητής Λίβερπουλ

Η γλώσσα και το κλίμα έχει προσφέρει στη χώρα μερικά από τα μεγαλύτερα αστέρια του παγκοσμίου ποδοσφαίρου ιστορικά, που επιλέγουν την Ισπανία για να κάνουν (τουλάχιστον) τα πρώτα βήματά τους στην Ευρώπη. Από τον Λιονέλ Μέσι και τον Νεϊμάρ μέχρι τον Αλφρέντο ντι Στέφανο και τον Ντιέγκο Μαραντόνα, η Ισπανία είθισται να είναι το πρώτο "λιμάνι" πέρα από τον Ατλαντικό για την "αφρόκρεμα" (και όχι μόνο) όσων ποδοσφαιριστών της Λατινικής Αμερικής τολμούν να πραγματοποιήσουν το ταξίδι.

Η τιμή αυτών των παικτών σπανιότατα είναι απαγορευτική για τις περισσότερες ομάδες της Primera Division, οι οποίες εντάσσουν στο δυναμικό τους ποδοσφαιριστές που συνήθως έχουν παρεμφερή ποδοσφαιρική παιδεία με τους Ισπανούς και ενσωματώνονται πιο εύκολα. Το σκάουτινγκ φαντάζει πολύ πιο εύκολη υπόθεση για τους ισπανικούς συλλόγους σε σχέση με τον ανταγωνισμό και από τη στιγμή που το έχουν μεγαλύτερη ανάγκη λόγω δυσπραγίας, έχουν καταφέρει να το αναπτύξουν στον μέγιστο βαθμό.

Οι λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά

Οι παραπάνω πέντε λόγοι μοιάζουν οι πιο βασικοί γι' αυτήν την "ισπανική επανάσταση", δεν είναι, όμως, οι μοναδικοί. Εξάλλου, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο έχει γίνει ένας πολυδιάστατος θεσμός, που εξελίσσεται διαρκώς, ενσωματώνει παράγωγα από διαφορετικούς τομείς και επηρεάζεται από το παραμικρό.

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΟ EUROPA LEAGUE

Ένας τέτοιος παράγοντας αποτελεί και η σοβαρή ενασχόληση των συλλόγων της χώρας με τη δεύτερη τη τάξει διασυλλογική διοργάνωση της UEFA. Μία διοργάνωση που προσέφερε στον νικητή του 2015 το... ιλιγγιώδες ποσό των 19.144.232 ευρώ, την ώρα που η ουραγός της Premier League για το 2016-2017 θα εισπράξει πάνω από 100.000.000 ευρώ.

Τα εγχώρια τηλεοπτικά συμβόλαια ουσιαστικά καθορίζουν τους στόχους κάθε σεζόν και σε αρκετές περιπτώσεις προσδίδουν μεγαλύτερη βαρύτητα στο κυνήγι ενός καλύτερου πλασαρίσματος στο πρωτάθλημα σε σχέση με τη διεκδίκηση ενός ευρωπαϊκού τίτλου. Πρωταθλήματα όπως το αγγλικό ή το ιταλικό (τα τηλεοπτικά έσοδα των ομάδων της Serie A αποτελούν το ισχυρότερο οικονομικό στήριγμά τους και κατά συνέπεια κρίνονται πιο σημαντικά ακόμα και από τον πακτωλό αγγλικών χρημάτων) αποκτούν μεγαλύτερη σημασία για τους συλλόγους, σε σχέση με μία κοπιαστική συμμετοχή στις ανοιξιάτικες φάσεις του Europa League ή ακόμα και σε σχέση με μια... τιμητική συμμετοχή στα πρώτα νοκ άουτ του Champions League.

Η ισπανική νοοτροπία είναι διαφορετική, ίσως και λόγω της πρόσφατης παράδοσης που θέλει τις συμμετέχουσες ομάδες ικανές να φτάσουν μέχρι το τέρμα της διαδρομής. Τρανό παράδειγμα το θαύμα της Αλαβές το 2001, που από το πουθενά έφτασε μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου UEFA και ηττήθηκε με 5-4 στην παράταση από τη Λίβερπουλ. Οι σύλλογοι πασχίζουν για να κρατήσουν δύο και τρία καρπούζια στην ίδια μασχάλη, μοιράζοντας την ίδια προσοχή σε όλες τις διοργανώσεις που συμμετέχουν και αποζημιώνονται γι' αυτό. Ίσως όχι τόσο χρηματικά, ωστόσο τα τρόπαια και το αίσθημα κυριαρχίας αποτελούν αδιαμφισβήτητη "τροφή" για έναν ποδοσφαιριστή και για την αίγλη ενός συλλόγου.

ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί η Ισπανία κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ UEFA

Ακόμα ένα παράγωγο αυτού του ενδιαφέροντος στο Europa League, τουλάχιστον σε σχέση με τους εκπροσώπους των υπολοίπων προηγμένων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, είναι η βελτίωση της θέσης της Ισπανίας στην κατάταξη της UEFA και τα τελευταία χρόνια η διατήρηση της χώρας στην κορυφή, με τεράστια απόσταση από τον ανταγωνισμό.

Από το 2012 και την προσπέραση της Αγγλίας και μετά από την ηγεμονική τελευταία τριετία, η Ισπανία δεν χρειάζεται να κοιτάξει ποτέ ξανά πίσω της για τα επόμενα χρόνια. Όπερ μεθερμηνευόμενον, διαθέτει καλύτερες πιθανότητες για βατές κληρώσεις όλων των εκπροσώπων της, είτε σε προκριματικά είτε σε τελική φάση διοργανώσεων, αφού ο συντελεστής που τους προσφέρει το πρωτάθλημα σε άθροισμα με τον δικό τους είναι πολύ υψηλός.

Η ΝΙΚΗ ΦΕΡΝΕΙ ΝΕΕΣ ΝΙΚΕΣ

Σαράντα τέσσερα χρόνια δίχως επιτυχία μετρούσε η εθνική Ισπανίας σε επίπεδο ανδρών. Μέχρι το 2008 να αρχίσει η "αυτοκρατορία" της με τρεις σερί κατακτήσεις τουρνουά, κάτι που δεν είχε συμβεί ξανά από άλλη χώρα στο παρελθόν.

Η "χρυσή φουρνιά" απαρτιζόταν από παίκτες της Μπαρτσελόνα και της Ρεάλ κυρίως, ποδοσφαιριστές δηλαδή που είχαν αρχίσει να κερδίζουν τα πάντα σε διασυλλογικό επίπεδο. Η νίκη έγινε έξις και μεταδόθηκε και σε ποδοσφαιριστές μικρότερων συλλόγων.

Η νοοτροπία loser που μπορεί να είχαν παλαιότερα οι διεθνείς Ισπανοί μετατράπηκε σε αίσθημα ανωτερότητας. Τεχνικά, ποτέ δεν είχαν να ζηλέψουν πολλά πράγματα από συναδέλφους άλλων εθνικοτήτων. Πλέον, είχαν το σύστημα, την τεχνογνωσία, την εμπειρία και την ψυχολογία να φτάνουν στη νίκη, πίστευαν στον εαυτό τους και σε κάθε αγώνα έμπαιναν με την ιδιότητα του φαβορί.

Εκτός εάν... επέλεγαν αυτό του αουτσάιντερ, επίσης για ψυχολογικούς λόγους και για αύξηση της πίεσης του αντιπάλου, όπως πράττει εδώ και τέσσερα χρόνια ο Ντιέγκο Σιμεόνε με την Ατλέτικο, μία ομάδα καλύτερη από το άθροισμα των μονάδων της, αλλά σίγουρα δικαίως μεταξύ των 4-5 κορυφαίων του κόσμου τον τελευταίο καιρό.

Σχόλιο: Η Ισπανία κυριαρχούσε και τότε, αλλά δεν ήταν μόνη της

Ποια ήταν η τελευταία περίοδος (όχι μεμονωμένη σεζόν) που μία ισπανική ομάδα δεν συγκαταλεγόταν στα φαβορί για την κατάκτηση του Champions League; Που ουδείς θα πόνταρε πάνω της για να προχωρήσει μακριά στο Europa League;

Η απάντηση χάνεται στα βάθη του χρόνου. Διότι τα τελευταία είκοσι χρόνια, είτε με το δίπολο Ρεάλ - Μπαρτσελόνα είτε με ομάδες όπως η Βαλένθια και η Σεβίλλη, η Ισπανία ήταν πάντοτε παρούσα στις τελευταίες φάσεις των ευρωπαϊκών διασυλλογικών διοργανώσεων και πάντα, με κάποιον τρόπο, ως φαβορί. Όταν αποκλειόταν ένας ισπανικός σύλλογος, συνιστούσε έκπληξη. Όταν προκρινόταν, ήταν φυσιολογικό.

Η Ισπανία δεν έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια τόσο δραματικά, ώστε να δικαιολογείται μόνο από μέρους της η τεράστια "ψαλίδα" από τις υπόλοιπες χώρες εν έτει 2016. Λεφτά υπήρχαν και πριν από 20 χρόνια, οι πιο καλοί παίκτες πάντοτε ήθελαν να πάρουν μεταγραφή σε Ρεάλ η Μπαρτσελόνα αφήνοντας ή αψηφώντας την Ιταλία και την Αγγλία, παρότι τότε παρήγαγαν συλλόγους υποψήφιους πρωταθλητές Ευρώπης.

Ο Ζινεντίν Ζιντάν άφησε την κραταιά Γιουβέντους στα τέλη του '90 και αρχές του '00 για τη Ρεάλ Μαδρίτης, ο Ροναλντίνιο είπε "όχι" στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Άλεξ Φέργκιουσον για την Μπαρτσελόνα, ο Ντέιβιντ Μπέκαμ κατέληξε στην Ισπανία και όχι σε κάποια ιταλική ομάδα. Πρωτάθλημα διεκδικούσε η Ρεάλ Σοθιεδάδ, έπαιρναν η Λα Κορούνια και η Βαλένθια, όμως ακόμα και τότε, δεν γίνονταν συζήτηση για ισπανική κυριαρχία, τουλάχιστον όχι σε τέτοιο βαθμό με τη σημερινή.

"Το ποδόσφαιρο στην Ισπανία είναι ένα πολύ τεχνικό παιχνίδι. Το καλύτερο ποδόσφαιρο είναι εδώ"
Μανουέλ Πελεγκρίνι, προπονητής Μάντσεστερ Σίτι

Ίσως διότι τότε υπήρχε ανταγωνισμός, υπήρχε αντίπαλον δέος. Είτε αυτό λεγόταν Γιουνάιτεντ είτε Μίλαν είτε Γιουβέντους είτε Μπάγερν. Ομάδες που ήταν στο ίδιο επίπεδο με τις κορυφαίες ισπανικές και ως εκ τούτου "τραβούσαν" και τη χώρα που εκπροσωπούσαν σε μία μάχη ίσου προς ίσο με την Ισπανία.

Κάποιες φορές νικούσαν, κάποιες έχαναν, ωστόσο υπήρχε μία ισορροπία. Τα τελευταία τρία χρόνια, η μοναδική ομάδα που κάθε σεζόν τοποθετείται στο ίδιο γκρουπ με τις ισπανικές ομάδες είναι η Μπάγερν, η οποία γνώρισε τρεις αποκλεισμούς τα τελευταία τρία χρόνια από τους τρεις μεγάλους της Primera Division στα ημιτελικά του Champions League, δύο εκ των οποίων με ταπεινωτικό τρόπο. Απόδειξη πως μόνο στη θεωρία οι Βαυαροί (και κατ' επέκταση το γερμανικό ποδόσφαιρο) βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο.

Η παρουσία της Γιουβέντους στον τελικό Champions League του 2015 αντιμετωπίστηκε (ορθώς) ως έκπληξη και δεν αλλάζει τη δεδομένη κάμψη του κάλτσιο, ενώ η δυναμική των αγγλικών ομάδων στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση πλέον τους καθιστά φαβορί το πολύ μέχρι τη φάση των 16, ενδεικτικό του επιπέδου της Premier League, του πρωταθλήματος που φέτος κατέκτησε η Λέστερ...

Οι Ισπανοί ήταν πάντα εκεί, ίσως λίγο πιο χαμηλά. Είναι εκεί και τώρα. Απλώς, δεν είναι κανείς άλλος δίπλα τους ή έστω κοντά τους, με συνέπεια να το εκμεταλλευτούν και να απλώσουν τη δική τους ποδοσφαιρική δυναστεία.

Αν κρίνουμε από τις πρόσφατες επιτυχίες τους σε επίπεδο κ-17, κ-19, κ-21 και κ-23, η συνταγή τους δεν πρόκειται να αλλάξει. Ομοίως, αν κρίνουμε από το νέο τηλεοπτικό συμβόλαιο που θα επισκιάσει τα πάντα στο αγγλικό ποδόσφαιρο, ούτε η συνταγή της... φούσκας στο Νησί πρόκειται να αλλάξει, με συνέπεια να συνεχίζεται να παράγεται υπεραξία στον βωμό του κέρδους, κατατροπώνοντας τις όποιες ελπίδες αναζήτησης άλλου μοντέλου, παρά την κατασκευή ενός εθνικού προπονητικού κέντρου αξίας 160.000.000 ευρώ.

"Τα λεφτά δεν είναι τα πάντα: μερικές φορές, ο άφθονος πλούτος προκαλεί προβλήματα. Κάνει τους συλλόγους τεμπέληδες, φορείς μιας σύγχρονης αθλητικής νοοτροπίας Ιδαλγού (σ.σ. κατώτερος τίτλος ευγενείας στην Ισπανία) , η αλαζονική αριστοκρατική νοοτροπία που συνέβαλε στην κατάρρευση της ισπανικής αυτοκρατορίας. Γιατί να δουλεύουν, γιατί να παράγουν, όταν μπορούν να αγοράσουν; 'Ψωμί για σήμερα, πείνα για αύριο', όπως λέει το ισπανικό ρητό", υποστηρίζει ο Λόου στο " ESPN FC" για την Αγγλία.

Την ίδια στιγμή, ο Πάολο Μαλντίνι δεν αφήνει περιθώρια για άμεση ιταλική ανάκαμψη. "Το ιταλικό ποδόσφαιρο πρέπει να επανεκκινήσει", τόνισε και με δεδομένη την τεράστια απόσταση της Γαλλίας από το γκρουπ κορυφής, μένει μόνο η Γερμανία για να καταδιώξει με αξιώσεις την Ισπανία.

Μέχρι (κάποιος) να την πιάσει, οι ισπανικοί σύλλογοι μετρούν έξι Champions League τις τελευταίες έντεκα σεζόν και επτά Europa League στο ίδιο διάστημα...

ΑΝΑΛΥΣΗ: Γιατί η Ισπανία κυριαρχεί στο ποδόσφαιρο τα τελευταία χρόνια

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Τσάρλυ: Να το πάρει σπίτι του ο Ζιντάν!

News 24/7

24MEDIA NETWORK