Eλληνες προπονητές: “Eλλάδα; Δεν θα πάρουμε”
Την προηγούμενη δεκαετία κατά την οποία το μπάσκετ άνθισε σε συλλογικό επίπεδο στην Ελλάδα ουδείς Ελληνας προπονητής σκέφτηκε το ενδεχόμενο να συνεχίσει την καριέρα του στο εξωτερικό. Οι ομάδες μας τότε, βλέπετε, πλήρωναν καλά και κατά γενική ομολογία το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν ιδιαίτερα ανταγωνιστικό. Οταν όμως η εποχή των “χρυσών αγελάδων” τελείωσε η επιλογή του εξωτερικού φώλιασε στο μυαλό αρκετών Ελλήνων κόουτς που τόλμησαν να κάνουν το μεγάλο βήμα.
Το Contra.gr έδωσε το λόγο στους Ελληνες προπονητές που δουλεύουν μακριά από την πατρίδα καθώς θέλησε να μάθει τους λόγους που τους οδήγησαν σε αυτήν την επιλογή. Η απάντηση δίνεται στις παρακάτω γραμμές.
Φώτης Κατσικάρης: «Το μέλλον μου είναι στο εξωτερικό».
Ο εκπρόσωπος των Ελλήνων κόουτς στο καλύτερο πρωτάθλημα της Ευρώπης, στην ACB της Ισπανίας, μοιάζει σίγουρος για τον εαυτό του και για τις επιλογές του. Αφού παρουσίασε έργο στη ρωσική λίγκα με την Ντινάμο Αγίας Πετρούπολης, του δόθηκε η ευκαιρία να «αναστήσει» την Παμέσα Βαλένθια και μέχρι στιγμής τα καταφέρνει περίφημα.
Ποιες είναιοι διαφορές μεταξύ των μεγάλων πρωταθλημάτων του εξωτερικού και της ελληνικής λίγκας;
Φώτης Κατσικάρης ανέλαβε τις τύχες της Βαλένθια, το αγωνιστικό πρόσωπο της ομάδας έχει βελτιωθεί πολύ. Ο πρώην προπονητής της ΑΕΚ παρέλαβε την ομάδα με ρεκόρ 1-4 και σε 6 αγώνες μετράει
4 νίκες και 2 ήττες. Η Παμέσα βρίσκεται στη 12η θέση της ACB
με συνολικό ρεκόρ 5-6.
«Είναι πολλές οι διαφορές αλλά εξαρτάται από τις χώρες στις οποίες δουλεύεις. Εχει να κάνει και με τη νοοτροπία της κάθε χώρας. Το παιχνίδι βέβαια παραμένει το ίδιο. Εμείς από την πλευρά μας θα πρέπει να προσαρμοζόμαστε στις συνθήκες. Εγώ από τα 5 παιχνίδια που έχουμε δώσει εδώ με την Παμέσα αλλά και από αυτά που έχω δει, έχω διαπιστώσει ότι το ισπανικό είναι το καλύτερο πρωτάθλημα στον κόσμο μετά το ΝΒΑ. Είναι πολύ δυνατές όλες οι ομάδες και αυτό, σε μας τους Ελληνες, φαίνεται περίεργο. Ολες οι ομάδες όμως μπορούν να νικήσουν οποιονδήποτε και να χάσουν από οποιονδήποτε. Πίεση υπάρχει, όπως υπάρχουν εφημερίδες, κανάλια, site που κάνουν κριτική. Αλλά δεν συγκρίνεται με την πίεση στην Ελλάδα».
Αν σας γινόταν μία καλή πρόταση από την Ελλάδα θα σκεφτόσασταν τον …επαναπατρισμό σας;
«Eμένα αυτό που ενδιαφέρει στην παρούσα φάση είναι και να εδραιώσω το όνομά μου ως προπονητής. Το οικονομικό έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Δεν μπορώ βέβαια να σου πω ότι θα δουλέψω τσάμπα οπουδήποτε (γέλια). Μου παρουσιάστηκε όμως αυτή η μεγάλη ευκαιρία να έρθω στην Ισπανία και την εκμεταλλεύτηκα. Το μέλλον μου τα επόμενα χρόνια είναι στο εξωτερικό αλλά πάντως δεν θα θεωρούσα πισωγύρισμα μία ενδεχόμενη επιστροφή μου στην Ελλάδα. Αλλωστε στην Ελλάδα έμαθα μπάσκετ, έκανα καριέρα ως παίκτης αλλά και ως προπονητής. Ελπίζω βέβαια να γίνει καλύτερο και το δικό μας πρωτάθλημα, να δυναμώσει ξανά».
Μπορούν κι άλλοι Ελληνες προπονητές να κάνουν καριέρα έξω από τα σύνορα της χώρας;
«Γιατί όχι; Πιστεύω ότι πρώτοι το δρόμο του εξωτερικού τον άνοιξαν οι παίκτες. Τα τελευταία δύο χρόνια έχουμε ακολουθήσει εμείς οι προπονητές. Βεβαίως ακολουθούμε τους Σέρβους και τους Κροάτες που πρώτοι βγήκαν έξω από τη χώρα τους. Στην Ισπανία, από ό,τι έχω καταλάβει είναι και λίγο τοπικιστές, δεν αποδέχονται εύκολα τον ξένο προπονητή. Και στην Γαλλία νομίζω ότι γίνεται αυτό. Παρ’ όλα αυτά ο Ηλίας ο Ζούρος κάνει σπουδαία δουλειά στην Παρί. Σίγουρα ο πιο αναγνωρίσιμος από όλους μας είναι ο Παναγιώτης Γιαννάκης που μπορεί να δουλέψει σε οποιαδήποτε ομάδα θέλει. Παίζουν βέβαια ρόλο και οι γνωριμίες, κακά τα ψέματα. Οι Ελληνες προπονητές δεν είχαν στο μυαλό τους τα προηγούμενα χρόνια να δουλέψουν έξω. Το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν δυνατό και τα χρήματα ήταν ακόμα ικανοποιητικά. Στη συνέχεια βέβαια άρχισαν τα προβλήματα. Πάντως οι ξένοι θεωρούν ότι οι Ελληνες κόουτς προέρχονται από ένα σκληρό πρωτάθλημα και ότι είναι συνηθισμένοι στην πίεση. Αυτό είναι ένα πλεονέκτημα».
Βαγγέλης Αγγέλου: «Το επάγγελμα του προπονητή περνάει κρίση».
Τα τελευταία δύο χρόνια ο Βαγγέλης Αγγέλου είναι το δεξί χέρι του Ντούσαν Ιβκοβιτς στον πάγκο της Διναμό Μόσχας. Μετά από μία επιτυχημένη καριέρα ως βοηθός προπονητή στον Αρη και το Μαρούσι ο Χαλκιδαίος τεχνικός δέχθηκε με χαρά την πρόταση του «Ντούντα» και ξενιτεύτηκε στην Ρωσία. Κάθε μέρα που περνά είναι και ένα μάθημα για τον πρώην άσο του Ολυμπιακού αφού ο Ντούσαν Ιβκοβιτς είναι μία κινητή εγκυκλοπαίδεια της προπονητικής.
Κύριε Αγγέλου, πείτε μας τι συναντήσατε στη ρωσική λίγκα από τη στιγμή που μετακομίσατε στην Μόσχα;
«To παν σε αυτή τη δουλειά είναι να την κάνεις με αγάπη και μεράκι. Για μένα το μπάσκετ είναι το ίδιο παντού, άραδεν τίθεται θέμα μεγάλων διαφορών στον τρόπο δουλειάς. Οταν δουλεύεις βέβαια σε μία οργανωμένη λίγκα, και υπάρχουν και οι καλές οικονομικές προϋποθέσεις η πίεση ανεβαίνει. Αλλά ακόμα και να δουλεύεις σε μία ανοργάνωτη λίγκα υπάρχει πάντα το άγχος της δημιουργίας. Οταν έχεις να κάνεις με παίκτες υψηλού επιπέδου αλλά και με ομάδα που έχει καλή οργάνωση, είσαι τυχερός. Πρέπει επίσης να πω ότι η Μόσχα και η Ρωσία έχουν πολλές ιδιομορφίες. Ακόμα και να κινηθείς μέσα στην πόλη είναι δύσκολο, η κίνηση είναι τρομερή. Τα ταξίδια είναι μεγάλα. Αλλά προσαρμόζεσαι. Όπως προσαρμόζονται και οι ξένοι παίκτες στη χώρα μας».
Με μία γενναία οικονομικά πρόταση θα γυρίζατε στην Α1;
«Kοίταξε να δεις, για μένα δεν είναι θέμα χρημάτων. Εγώ όταν κάνω μία συμφωνία την τηρώ. Αλλωστε και στο παρελθόν όταν ήμουν στο Μαρούσι αλλά και στον Αρη είχα προτάσεις αλλά δεν έφυγα. Στην Διναμό είμαι μέλος ενός προγράμματος και είμαι ευχαριστημένος. Επαγγελματικές αναζητήσεις κάνεις όταν δεν έχεις επιλογές. Πάντως δεν θα θεωρούσαν πισωγύρισμα μία πιθανή επιστροφή στην Ελλάδα. Στην Χαλκίδα, ας πούμε, δούλεψα 6 χρόνια σε μία δουλειά με έντονο το συναισθηματικό στοιχείο και τη θεωρώ ως τη σημαντικότερη δουλειά που έχω κάνει ως τώρα».
Αλήθεια πως είναι να κοουτσάρει κανείς Ελληνες παίκτες στο εξωτερικό;
«Πλέον όταν μιλάμε για Ελληνες παίκτες, μιλάμε για παίκτες πολύ υψηλού επιπέδου. Δεν υπάρχει καμία διαφορά στην αντιμετώπιση. Είναι χαρά μας που έχουμε στη Διναμό παίκτες όπως ο Λάζαρος (Παπαδόπουλος) και ο Αντώνης (Φώτσης). Το ελληνικό μπάσκετ είναι πολύ ψηλά τελευταία χάρη στις επιδόσεις της Εθνικής ομάδας και αυτό το βλέπουμε καθημερινά. Από εκεί και πέρα όταν έχεις να κάνεις με παίκτες τόσο υψηλού επιπέδου, πρέπει και η συνεργασία μαζί τους να είναι υψηλού επιπέδου. Σε όλα τα επίπεδα και όχι μόνο στο αγωνιστικό. Ο Αντώνης και ο Λάζαρος είναι δύο από τους κορυφαίους ευρωπαίους παίκτες και τους αντιμετωπίζουμε ανάλογα».
Είναι πρόσφορο το έδαφος για να δουλέψουν και άλλοι Ελληνες προπονητές στο εξωτερικό;
«Τα τελευταία χρόνια το ελληνικό μπάσκετ έκανε μία επένδυση σε μεγάλους ξένους παίκτες και σε μεγάλους ξένους προπονητές. Πολλοί έλληνες προπονητές κατά τη γνώμη μου μπορούν να δουλέψουν στο εξωτερικό. Όμως πρέπει να έχουν υπόψιν τους μερικά πράγματα. Η έλλειψη πολλών ικανών παικτών έχει κάνει το επάγγελμα του προπονητή πολύ δύσκολο. Αφού τους καλούς παίκτες τους απορροφά το ΝΒΑ και οι μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες, ο προπονητής έχει πλέον πολύ δύσκολη δουλειά. Ο ανταγωνισμός είναι πολύ ισχυρός. Από τους παράγοντες και τους επενδυτές δεν υπάρχει καμία ανοχή. Γι’ αυτό και χρειάζεται όσοι επιχειρήσουν το βήμα να έχουν αντοχή και να ξέρουν ότι παίρνουν ένα ρίσκο. Αλλωστε, το επάγγελμα του προπονητή περνάει κρίση σε όλα τα ομαδικά σπορ».
Βασίλης Φραγκιάς: «Στην Κύπρο τους προπονητές τους σέβονται. Και τους πληρώνουν την 1η του μηνός».
Φυσικά στην Κύπρο οι Ελληνες προπονητές αισθάνονται σαν στο σπίτι τους. Όμως τα τελευταία δύο χρόνια που η κυπριακή λίγκα παρουσιάζει ραγδαία άνοδο μόνο ο Βασίλης Φραγκιάς δουλεύει στο νησί της Αφροδίτης. Όπως θα διαπιστώσετε από τις απαντήσεις τους, οι εντυπώσεις του είναι οι καλύτερες.
Πείτε μας για τις διαφορές του πρωταθλήματος της Κύπρου σε σχέση με το ελληνικό;
«Οι διαφορές σε σχέση με την Ελλάδα είναι πολύ μεγάλες. Στην Κύπρο, μετά την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση, παίζουν παίκτες από όλο τον κόσμο. Το σημαντικό εδώ είναι ότι αντιμετωπίζουν με σεβασμό τους προπονητές. Η αγορά της Κύπρου ήταν βέβαια πιο ανοιχτή για τους Ελληνες τα προηγούμενα χρόνια, τώρα δουλεύω μόνο εγώ. Το επίπεδο είναι πολύ καλό ενώ και η πορεία των κυπριακών ομάδων στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις είναι, τηρουμένων των αναλογιών, αρκετά ικανοποιητική. Τα μπάτζετ των ομάδων είναι υψηλά και δεν θα είναι υπερβολή να σου πω ότι πλησιάζουν στα επίπεδα των ομάδων που βρίσκονται στην 5η και 6η θέση της Α1. Το πιο σημαντικό; Οι άνθρωποι πληρώνουν την 1η του μηνός. Και αυτό για έναν επαγγελματία λέει πολλά».
Πως θα βλέπατε πλέον μία καλή πρόταση από ομάδα της Α1;
«Δεν ξέρω αν θα ξαναγύριζα στην Ελλάδα αν είχα μία ισόποση πρόταση. Εξαρτάται από την ομάδα και τις προοπτικές που θα έχει. Εδώ, όπως σου είπα, υπάρχει σεβασμός για τους προπονητές κάτι που δεν υπάρχει δυστυχώς στην Ελλάδα. Εδώ αυτό μου δίνει ηρεμία που τη χρειάζομαι για να δουλέψω αποδοτικά».
Τελικά θα καταφέρουν και άλλοι Ελληνες προπονητές να δουλέψουν στο εξωτερικό;
«Υπάρχουν πολλοί ικανοί προπονητές στην Ελλάδα που καλό θα είναι για τους ίδιους να δουλέψουν στο εξωτερικό. Αν θέλουν να έχουν καλές συνθήκες, καλό γήπεδο κτλ πρέπει να δοκιμάσουν να φύγουν. Είναι ένα ρίσκο, δε λέω. Φεύγεις από την οικογένειά σου, τους φίλους σου, τις συνήθειές σου και συναντάς άλλες νοοτροπίες. Αλλα αξίζει τον κόπο. Θεωρώ πάντως ότι οι Ελληνες προπονητές είμαστε από τους καλύτερους στην Ευρώπη και αξίζουμε ευκαιρίες. Αλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι Ελληνες προπονητές εκπροσωπούν, εκτός από τους εαυτούς τους, και το ελληνικό μπάσκετ, τη χώρα σε τελική ανάλυση. Αρα λοιπόν αξίζει τον κόπο το ρίσκο. Ετσι και αλλιώς η δουλειά του προπονητή είναι ένα ρίσκο από μόνη της».
Κώστας Φλεβαράκης: «Στη Σουηδία ασχολείσαι μόνο με το μπάσκετ».
Ο Κώστας Φλεβαράκης είναι ένας μικρός ήρωας για το σουηδικό μπάσκετ. Υπό τις οδηγίες του η Εθνική Σουηδίας πέτυχε μεγάλες νίκες στα προκριματικά του Ευρωμπάσκετ του 2007 και βρίσκεται ακόμα μέσα στο κόλπο της πρόκρισης.
Kύριε Φλεβαράκη, στη Σουηδία το μπάσκετ δεν είναι πολύ δημοφιλές. Εχετε παρατηρήσει όμως διαφορετικά πράγματα σε σχέση με την Ελλάδα;
«Η μεγάλη διαφορά έχει να κάνει ότι στη Σουηδία και γενικά σε περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες σε ενδιαφέρει μόνο η δουλειά σου, μόνο το μπάσκετ δηλαδή. Δεν ασχολείσαι με άλλα ζητήματα, με τα οικονομικά, το λειτουργικό και δεν ξέρω και εγώ με τι άλλο. Το οικονομικό είναι λυμένο, πληρώνεσαι την 1η κάθε μήνα. Ακόμα και χαμηλό μπάτζετ να έχεις σε μία ομάδα, τα πάντα θα είναι τακτοποιημένα. Υπάρχει επίσης μεγάλη διαφορά στον τρόπο που αντιλαμβάνεται το παιχνίδι ο κόσμος. Βεβαίως ενισχύουν την ομάδα τους και μάλιστα με πάθος αλλά χειροκροτούν την καλή προσπάθεια ή και τη νίκη του αντιπάλου, αν αυτή έρθει. Στο δεύτερο μου παιχνίδι στη Σουηδία η ομάδα μου νίκησε στον πόντο και οι οπαδοί των αντιπάλων μας έδιναν συγχαρητήρια. Αλλά κουλτούρα, άλλη λογική».
Ποιος ήταν ο λόγος που αποφασίσατε να επιστρέψετε στην Ελλάδα και να αναλάβετε μία ομάδα γεμάτη προβλήματα, όπως ο Μακεδονικός;
«Πρώτα από όλα είχα αποφασίσει να γυρίσω στην Ελλάδα τουλάχιστον για το πρώτο μέρος της σεζόν, κυρίως για οικογενειακούς λόγους. Από εκεί και πέρα αποφάσισα να προσπαθήσω με τον Μακεδονικό γιατί είναι μία ομάδα Α1. Δεν ήξερα ότι θα έβγαιναν και άλλα προβλήματα στη μέση. Τέλος πάντων, νομίζω ότι στο γήπεδο κάνουμε καλή προσπάθεια αλλά βέβαια αυτό δεν φτάνει».
Πόσο πρόσφορο είναι το έδαφος για να δουλέψουν και άλλοι Ελληνες προπονητές στο εξωτερικό;
«Αν κάποιος είναι διατεθειμένος να κάνει θυσίες και να φύγει μακριά από τον τόπο του αξίζει να δοκιμάσει την τύχη του στο εξωτερικό. Νομίζω ότι το έδαφος είναι πράγματι πρόσφορο. Βέβαια παίζει ρόλο και ο βαθμός προσαρμοστικότητας που έχει κανείς σε διαφορετικές καταστάσεις. Θα βρεθεί ξαφνικά αντιμέτωπος με μία διαφορετική νοοτροπία. Πράγματα που στο εξωτερικό είναι δεδομένα, στην Ελλάδα δεν είναι και το αντίθετο. Νομίζω ότι τα τελευταία χρόνια παιδιά όπως ο Ηλίας ο Ζούρος και ο Φώτης ο Κατσικάρης έχουν κάνει μεγάλα βήματα. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό για το ελληνικό μπάσκετ. Οι επιτυχίες τους έχουν θετικό αντίκτυπο και για τους υπόλοιπους Ελληνες προπονητές. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των Ελλήνων που δουλεύουν το εξωτερικό είναι η μικρή ηλικία και το γεγονός ότι άρχισαν την προπονητική πολύ νωρίς. Αυτό παίζει το ρόλο του».
Ηλίας Zoύρος: «Στη Γαλλία βρήκα νορμάλ καταστάσεις».
Ο Ηλίας Ζούρος έχει δοκιμάσει ξανά την τύχη του στο εξωτερικό και μάλιστα σε χώρα χωρίς ιδιαίτερη μπασκετική παράδοση (Λίβανος). Αρα για τη δύσκολη δουλειά που ανέλαβε φέτος στην Παρί ήταν προετοιασμένος. Στην πόλη του Φωτός, στο Παρίσι, ο Ελληνας προπονητής βρήκε το δικό του φως. Οδηγεί από νίκη σε νίκη μία ομάδα που βρισκόταν στα πρόθυρα της διάλυσης και απολαμβάνει τις στιγμές.
Ηλία Ζούρου στο πολύ δύσκολο γαλλικό πρωτάθλημα. Εχοντας μόνο
400.000 ευρώ στη διάθεσή του ο Ελληνας κόουτς «έχτισε» μία καλή ομάδα που παλεύει σε κάθε ματς. Στα πρώτα 13 ματς οι Παριζιάνοι, των οποίων η διοίκηση θα πληρώσει φέτος 1.300.000 ευρώ για χρέη, μετράνε
8 νίκες και 5 ήττες και βρίσκονται στην 4η θέση της βαθμολογίας.
Φανταζόμαστε ότι οι διαφορές της γαλλικής λίγκας σε σχέση με την ελληνική είναι πολλές.Πράγματι;
«Η κύρια διαφορά που παρατηρώ στο γαλλικό μπάσκετ σε σχέση με το ελληνικό είναι ότι εδώ υπάρχει μεγάλος σεβασμός και εκτίμηση για το επάγγελμα του προπονητή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Βέβαια και εδώ κρίνεσαι από το αποτέλεσμα αλλά όχι στο βαθμό που αυτό γίνεται στην Ελλάδα. Στην πατρίδα μας με κάποια θετικά αποτελέσματα είσαι ο καλύτερος προπονητής και με κάποια αρνητικά έχεις φέρει την καταστροφή. Να στο πω πιο απλά: Η κατάσταση εδώ είναι πιο normal. Επίσης πρέπει να αναφέρω ότι εδώ ο κόσμος που παρακολουθεί μπάσκετ μπορεί να μην είναι πολύς, όμως είναι ποιοτικός. Μεγάλοι άνθρωποι που υποστηρίζουν την ομάδα τους, πάντα μέσα στα επιτρεπτά όρια. Χθες (σσ Σάββατο 2 Δεκεμβρίου) παίζαμε στην έδρα μας και είχαν έρθει 400 οπαδοί της Νανσί με σημαίες, κασκόλ κτλ χωρίς να αντιμετωπίσουν κανένα πρόβλημα. Εδώ ο αγώνας είναι γιορτή. Σε κάθε ματς υπάρχει ένα event. Ολες οι ομάδες, ακόμα και η τελευταία του πρωταθλήματος, δουλεύουν πολύ πάνω στο marketing. Oι περισσότερες ελληνικές ομάδες αγνοούν αυτόν τον τομέα».
Με μία ισόποση οικονομικά πρόταση θα επιστρέφατε στην Α1;
«Με ρωτάς για ισόποση πρόταση από την Ελλάδα. Πολύ υποθετικό αλλά μπορώ να σου πω το εξής. Εδώ έχω αρχίσει να κάνω κάτι που μου αρέσει πολύ. Βρίσκεται σε εξέλιξη μία προσπάθεια που με ενδιαφέρει αρκετά και θέλω να συμμετάσχω σε αυτήν. Υπάρχει βέβαια και ηρεμία για να δουλέψεις. Μπορεί να μου λείπουν τα παιδιά μου και η Ελλάδα αλλά οι συνθήκες δουλειάς εδώ είναι πολύ καλύτερες. Αρα… Αλλωστε εδώ σπανίως σπάνε συμβόλαια γιατί αυτό στοιχίζει».
Μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να δουλέψουν και άλλοι Ελληνες προπονητές στο εξωτερικό;
«Σαφώς και το έδαφος είναι πρόσφορο για να δουλέψουν και άλλοι Ελληνες προπονητές στο εξωτερικό. Αυτός όμως που θέλει να δουλέψει έξω θα πρέπει να το τολμήσει αλλά και φυσικά να βρει την κατάλληλη ευκαιρία. Ο Φώτης Κατσικάρης έκανε καλή δουλειά στη Ρωσία και τώρα βρίσκεται στην Ισπανία. Είναι κάτι που μετράει πολύ. Ετσι και αλλιώς στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες πλέον. Οι ομάδες μας που συμμετέχουν στην Ευρωλίγκα έχουν ξένους προπονητές στους πάγκους του χωρίς να ισχυρίζομαι ότι δεν είναι καλοί στη δουλειά τους. Κάθε άλλο. Ακόμα όμως και ο Παναγιώτης Γιαννάκης που έκανε εξαιρετική δουλειά στο Μαρούσι και στην Εθνική ομάδα δεν είχε πρόταση».