Γιατί δεν υπάρχουν παρατσούκλια πια στο ελληνικό ποδόσφαιρο;

Η έλλειψη προσωνυμίων στους Έλληνες ποδοσφαιριστές ή για τους ξένους που παίζουν στο πρωτάθλημα της χώρας μας είναι μία κατάσταση που ενδεχομένως υποδηλώνει ένα σημαντικό πρόβλημα.

Γιατί δεν υπάρχουν παρατσούκλια πια στο ελληνικό ποδόσφαιρο;
EUROKINISSI

Τη σύγχρονη εποχή, για να προσαρμοστούν με τα δεδομένα, ακόμα κι αν η ίδια η πραγματικότητα φανερώνει εκκωφαντικά το μέγεθος της ταξικής διαφοράς, οι τσέπες των ιδιοκτητών ομάδων και τα ποσά που μοιράζονται, έχουν καταλάβει ένα σεβαστό κομμάτι της αθλητικής συζήτησης. Κι αυτό δεν είναι άκαιρο. Όταν κάποιος θέλει να καταλάβει, δεν μπορεί να στέκεται στα τεχνικά στοιχεία, τα οποία μερικές φορές είναι πολύπλοκα.

Τούτη η οικονομική στροφή, ειδικά στα σπορ και κυρίως στα ημέτερα, γίνεται εμφανής κυρίως από την έλλειψη φαντασίας. Και μάλιστα, όχι μερικώς αλλά, ολικώς. Υπάρχει ολοκληρωτικό κενό δημιουργικότητας, το οποίο γίνεται να διαπιστωθεί μέσα από καταστάσεις που συνέβαιναν και δεν γίνονται πια.

Πότε είναι η τελευταία φορά που ένας οπαδός χρησιμοποίησε το παρατσούκλι ενός ποδοσφαιριστή;

Τα παρατσούκλια δεν πάει καιρός που δεν δίνονται, μόνο που όντως δεν δίνονται. Σε ό,τι αφορά το ελληνικό ποδόσφαιρο, τουλάχιστον, έχουμε να αποκαλέσουμε έναν ποδοσφαιριστή κάπως, από την εποχή του... Δημήτρη Σαραβάκου. Βεβαίως, αυτό δεν ισχύει, αλλά τόση μοιάζει η απόσταση.

Ας πούμε ότι η τελευταία φορά, κυριολεκτικά, ήταν ο 'Κολοσσός' για τον Τραϊανό Δέλλα. Ο λόγος γίνεται για το τι έρχεται απευθείας στο μυαλό, χωρίς να χρειαστεί να απευθυνθείς στο διαδίκτυο, δίκην έρευνας.

Μετά από αυτό, μπορεί να έχουν υπάρξει μία ή δύο περιπτώσεις που να έχει 'κολλήσει' ένα παρατσούκλι, μόνο που αυτά δεν σχετίζονται με το zeitgeist, αλλά και δεν έρχονται απευθείας στη σκέψη. Τα προσωνύμια, τυχαία καθώς μοιάζουν, δεν είναι ασήμαντα. Αναδεικνύουν το πνεύμα της εποχής, την ανάκαμψη ή την πτώση, την ευθυμία και τις προσδοκίες και αυτό συμβαίνει μαζικά.

Τεχνολογία

Κάποτε, επί παραδείγματι, ο Μίμης Δομάζος αποκαλείτο 'στρατηγός' και ο Γιώργος Κούδας 'Μεγαλέξανδρος'. Ήταν λίγα χρόνια μετά από τον εμφύλιο και κατά τη διάρκεια της Χούντας. Τα παρατσούκλια ήθελαν να πουν κάτι. Όχι μόνο για την ικανότητα του εκάστοτε ποδοσφαιριστή, ούτε για το συμβολισμό του ως ειδώλου μίας ομάδας και μίας πόλης. Απηχούσαν την εποχή.

Όσο το ελληνικό ποδόσφαιρο όδευε προς το παρόν, τόσο χάθηκαν τα πολεμικά εμβατήρια. Παρατσούκλια όπως 'μικρός' και 'ψηλός' αναδείκνυαν τη σωματική ικανότητα. Ο Νίκος Γκάλης ήταν ο 'γκάνγκστερ', παραδείγματος χάρη, σε μία εποχή που το να σε φωνάζουν 'γκάνγκστερ' ήταν μεν κακό, αλλά δεν είχε αυτήν την ποινικοποίηση.

Γιατί δεν υπάρχουν παρατσούκλια πια στο ελληνικό ποδόσφαιρο;

Κι αυτά είναι μόνο παραδείγματα. Στο ΝΒΑ, για παράδειγμα, τα τωρινά παρατσούκλια είναι ειλημμένα από τον τεχνολογικό κόσμο. Τα CP3, PG13, ακόμα και το Greek Freak, θαρρείς πως έχουν ληφθεί από εκείνα τα ατέλειωτα παιχνίδια εξομοίωσης, ότι είναι κωδικοί ανθρώπων πίσω από μία κονσόλα.

Στο ευρωπαϊκό μπάσκετ τα παρατσούκλια θαρρείς πως έχουν τελειώσει με το 'Kill Bill' του Βασίλη Σπανούλη, αν και εδώ πρόκειται για εξαίρεση. Όντως, σε ό,τι αφορά τις περιγραφές κυρίως του μπασκετικού Ολυμπιακού, η χρήση προσωνυμίου έγινε απαραίτητη, ένα καλτ δρώμενο.

Αυτό, όμως, δεν αποτυπώνει την εποχή, παρά μόνο ότι ο δημοσιογράφος που προβαίνει σε τέτοιες περιγραφές είναι ευχαριστημένος με τον εαυτό του. Και, βέβαια, ότι παρατσούκλια όπως 'Σλούκι Λουκ' ή 'Άγιος Γεώργιος Πρίντεζης' δεν είναι κάτι που θα χρησιμοποιούσες εσύ στην περιγραφή σου, πρώτον επειδή αγγίζεις πνευματικά δικαιώματα, δηλαδή κάτι που ανήκει σε ένα συγκεκριμένο άνθρωπο και δεν έχει μοιραστεί, όπως παραδείγματος χάρη το 'Γιος του Διαβόλου', μία ιδιότητα με την οποία ο μακαρίτης ο Φίλιππος Συρίγος είχε αποκαλέσει τον Ντράζεν Πέτροβιτς, αλλά και διότι δεν συνάδουν με τη σοβαρότητα της περιγραφής και των παικτών για τους οποίους μιλάς.

Γιατί δεν υπάρχουν παρατσούκλια πια στο ελληνικό ποδόσφαιρο;
AP PHOTO/JIM MONE

Σε αυτό, άλλωστε, έγκειται το μυστικό. Το παρατσούκλι δεν είναι μόνο ένας αστείος τρόπος για να αποκαλέσεις κάποιον, ούτε απλώς αρκεί να ψηλαφίσεις τις ικανότητές του. Δείχνει, κιόλας, ότι η σημασία μίας κατάστασης δεν είναι θέσφατο, πως, δηλαδή, κάτι δεν είναι σπουδαίο και άξιο προσοχής, απλώς επειδή παρουσιάστηκε έτσι.

Το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι ένα κλασικό παράδειγμα

Διότι είτε κάποιος αποκαλείται 'Νουρέγεφ' είτε 'Μουστάκιας' είτε 'Μάγος', η ίδια η μετονομασία σου δείχνει ότι, αφού σου αρέσει το ποδόσφαιρο, πρέπει να δεις το πρωτάθλημα που έχει τους παίκτες οι οποίοι είναι τόσο καλοί, που έχουν ξεφύγει από το ίδιο το όνομά τους. Δεν χρειάζεται πεδίον δόξης λαμπρό για να γίνεται αυτό. Αρκεί, απλώς, καλή διάθεση και κάτι να σου αρέσει.

Η αναγνώριση μέσα από έναν χαρακτηρισμό, ακόμα κι αν αυτός είναι αφοριστικός, έχει μία συνωμοτική διάσταση, είναι ένας κωδικός με τον οποίο συνεννοούνται δύο άνθρωποι που μιλάνε την ίδια γλώσσα. Όπως συμβαίνει στον έρωτα, όταν δεν υπάρχουν κωδικοί ή χαρακτηρισμοί, τότε το συναίσθημα μοιάζει αναιμικό, έστω κι αν αυτό δεν σημαίνει ότι έχει πέσει σε βάλτο. Διότι έχει χαθεί η διάθεση, το κέφι, η ιδιωτικότητα μέσα από τη δημοσιοποίηση.

Ασφαλώς και δεν έχει τεθεί το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων, για να αναλυθεί η συγκεκριμένη κατάσταση. Θα ήταν αφύσικο να λέγεται ότι για όλα φταίει η έλλειψη χρημάτων. Αν δοκιμαζόταν μία πιο δίκαια αποτύπωση, η πενία έχει το δικό της κομμάτι ευθύνης, το οποίο, όχι μόνο δεν επηρεάζει αλλά, δεν περπατάει παράλληλα με τα υπόλοιπα κομμάτια της κοινωνίας, που βρίσκονται σε αδιέξοδο ή αισθάνονται ότι είναι αδιέξοδο.

Τα ανύπαρκτα, πλέον, παρατσούκλια δείχνουν πόσο κουρασμένοι είναι οι άνθρωποι που ασχολούνται με το ελληνικό ποδόσφαιρο, πώς ο Τύπος κάνει τα προβλεπόμενα αντί να ακονίζει το νου για νέες περιπέτειες, πώς και οι δημοσιογράφοι, όμως, ακολουθούν αυτό που τους δίνεται, χωρίς να έχουν όρεξη για πνευματικές εξεγέρσεις, ειδικά από τη στιγμή που η έμπνευση μοιάζει να πνέει τα λοίσθια σε κάθε κομμάτι.

Ο χαβαλές στο ελληνικό ποδόσφαιρο έχει χαθεί πλήρως αυτήν την εποχή (όχι το συγκεκριμένο έτος, ας τεθεί καλύτερα σε μία ακτίνα δεκαετίας) και κανείς δεν περνάει καλά. Αυτό δεν σημαίνει ότι περνάει άσχημα, αλλά σίγουρα δεν ψυχαγωγείται, ούτε καν διασκεδάζει.

Κι αυτό είναι ένα αληθινό κοινωνικό πρόβλημα.

Μη χάσετε το νέο επεισόδιο του Pod-όσφαιρο! Οι δημοσιογράφοι του Contra.gr συζητούν για το αν η Μπαρτσελόνα έχει κλειδώσει ήδη το Champions League και αν ο Λουτσέσκου πρέπει να φύγει από φέτος στο εξωτερικό:

Φωτογραφίες: Eurokinissi, AP Images

News 24/7

24MEDIA NETWORK