Μία… διαφορετική μέρα
Επί ημερών Μουνιόθ, ο Παναθηναϊκός παρουσιάζει μία σταθερά ικανοποιητική βελτίωση από παιχνίδι σε παιχνίδι και αυτό είναι κάτι που όλοι αναγνωρίζουν στον Ισπανό τεχνικό. Με μοναδική εξαίρεση ως το απόγευμα της Κυριακής, το πρώτο ημίχρονο στο Καυτατζόγλειο κόντρα στον Ηρακλή, οι “πράσινοι” επέβαλλαν τον ρυθμό τους και απαγόρευαν στον αντίπαλο να αμφισβητήσει την ανωτερότητά τους στο χορτάρι.

Κόντρα στην Καλαμαριά δεν συνέβη το ίδιο. Ούτε τον ρυθμό κατάφεραν να ελέγξουν σε βαθμό απαγορευτικό για τους φιλοξενουμένους, αλλά και υπέπεσαν σε πάρα πολλά ατομικά λάθη, επιτρέποντας στην ομάδα των Ποντίων να διατηρείται ψυχολογικά μέσα στο παιχνίδι.
Αυτή τη φορά μάλιστα υπήρξαν και αμυντικά λάθη, που απέφεραν τα δύο εις βάρος του “τριφυλλιού” γκολ και παραλίγο να οδηγήσουν και σε ισοφάριση. Όλες οι ομάδες δικαιούνται και δικαιολογούνται για μία μέτρια ή κακή ημέρα, ωστόσο οι μεγάλες ομάδες διαφοροποιούνται από το σύνολο επειδή ακριβώς καταφέρνουν και στην κακή τους ημέρα να πάρουν αυτό που θέλουν βρίσκοντας τους τρόπους να ξεφύγουν από το αδιέξοδο.
Το μεγάλο πρόβλημα του Παναθηναϊκού τα τελευταία χρόνια ήταν ακριβώς αυτό: στα παιχνίδια που δεν ήταν καταλυτικά καλύτερος από τον αντίπαλό του έχανε βαθμούς. Τότε λέγαμε ότι απουσίαζε η ατομική ποιότητα που θα έκανε την διαφορά και θα έλυνε τον γόρδιο δεσμό. Τώρα που όλοι συμφωνούν ότι η ποιότητα τόσο συνολικά, όσο και σε ατομικό επίπεδο, είναι τέτοια που επιτρέπει νίκες στις λεπτομέρειες, φυσιολογικά απορούν γιατί χρειάζεται μία διαιτητική απόφαση στις καθυστερήσεις, για να διασφαλίσουν τους τρεις βαθμούς της νίκης.
Κι επειδή στον Παναθηναϊκό δεν υπάρχουν Γεωργάτοι για να δηλώσουν, ότι “αν ο διαιτητής έδινε το πέναλτι, ο Παναθηναϊκός θα νικούσε με 5-3”, θα πρέπει να γίνει εξονυχιστικός έλεγχος των λαθών, ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος επανάληψής τους.
Για να συνεχιστεί η βελτίωση από παιχνίδι σε παιχνίδι, να έχει διάρκεια ο περιορισμός των ατελειών και στα δύο επόμενα παιχνίδια με Ραπίντ και Άρη, να εξασφαλίσει η ομάδα του “τριφυλλιού” την πρόκριση στους “32” του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ και να παραμείνει στις υψηλές βαθμολογικές θέσεις περιμένοντας το στραβοπάτημα των έτερων “μνηστήρων” του τίτλου.