Ο capitano της εθνικής Ιταλίας
Η επιτυχημένη παρουσία του Φάμπιο Καναβάρο με την maglia azzurra αρχίζει από νεαρή ηλικία. Υπό την καθοδήγηση του Τσέζαρε Μαλντίνι, ο Καναβάρο εντάσσεται το 1994 στην εθνική ελπίδων της χώρας και μαζί με άλλους εκκολαπτόμενους αστέρες όπως ο Αλεσάντρο Νέστα (ο μετέπειτα παρτενέρ του στο κέντρο της άμυνας στους Ανδρες), ο Αλεσάντρο ντελ Πιέρο, ο Φραντσέσκο Τότι και ο Φίλιπο Ιντζάγκι, κατακτά το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1994 και του 1996.

Η επιτυχημένη παρουσία του Φάμπιο Καναβάρο με την
maglia azzurra αρχίζει από νεαρή ηλικία. Υπό την καθοδήγηση του
Τσέζαρε Μαλντίνι, ο Καναβάρο εντάσσεται το
1994 στην
εθνική ελπίδων της χώρας και μαζί με άλλους εκκολαπτόμενους αστέρες όπως ο
Αλεσάντρο Νέστα (ο μετέπειτα παρτενέρ του στο κέντρο της άμυνας στους Ανδρες), ο Αλεσά
ντρο ντελ Πιέρο, ο
Φραντσέσκο Τότι και ο
Φίλιπο Ιντζάγκι, κατακτά το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1994 και του 1996.
Το 1996 συμπεριλήφθηκε στην ομάδα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα, ωστόσο το ντεμπούτο του στην εθνική των Ανδρών έγινε στις 22 Ιανουαρίου του 1997, στο παιχνίδι με αντίπαλο την Βόρεια Ιρλανδία (2-0). Το πρώτο του μεγάλο τουρνουά ήρθε λίγο αργότερα, το 1998 στο Μουντιάλ της Γαλλίας. Η Ιταλία έφτασε μέχρι τα προημιτελικά, όπου αντιμετώπισε τους διοργανωτές και εν συνεχεία κατόχους του τροπαίου. Η εμπειρία του Καναβάρο άσχημη, αφού όχι μόνο η Ιταλία αποκλείστηκε στα πέναλτι μετά το 0-0 του κανονικού αγώνα και της παράτασης, αλλά ο ίδιος απέκτησε και ένα σημάδι στο μέτωπο από μία αγκωνιά του Στεφάν Γκιβάρς.
Για ένα παιδί από την Νάπολη, έστω και μονίμως χαμογελαστό, τέτοια περιστατικά ανυψώνουν το ηθικό, παρά το πτοούν. Αυτό συνέβη και στην περίπτωσή του. Στο Euro 2000, μάλιστα, ήταν έτοιμος να πάρει την εκδίκησή του. Γαλλία και Ιταλία συναντήθηκαν εκ νέου στον τελικό της διοργάνωσης στο Ρότερνταμ και ο Καναβάρο έκανε ένα άψογο παιχνίδι για 94 λεπτά, με την “σκουάντρα ατζούρα” να προηγείται με 1-0. Στην τελευταία φάση του αγώνα, όμως, ο ίδιος κάνει λάθος και η Γαλλία πρώτα ισοφαρίζει και στην παράταση παίρνει το ματς και τον τίτλο. Ο Καναβάρο, πάντως, εντοπίζει το όνομά του στην καλύτερη ενδεκάδα της διοργάνωσης.
Δύο χρόνια αργότερα, στο Μουντιάλ του 2002, ο Καναβάρο θα αναγκαστεί να παίξει χωρίς το άλλο του μισό στο κέντρο της άμυνας, Αλεσάντρο Νέστα, λόγω τραυματισμού στο παιχνίδι με την Κροατία. Η Ιταλία καταφέρνει να περάσει τη φάση των ομίλων, ωστόσο αποκλείεται (ελέω και διαιτησίας) από την Νότια Κορέα. Αυτή η ήττα θα σημάνει το τέλος του αρχηγού Πάολο Μαλντίνι στην ομάδα και το περιβραχιόνιο πλέον αναλαμβάνει ο Καναβάρο.
Το πρώτο του παιχνίδι ως αρχηγός το έδωσε στη γενέτειρά του, Νάπολη, όπου έγινε δεκτός με ένα θερμότατο χειροκρότημα. Ανταπέδωσε (αγωνιστικά) με την πρόκριση της ομάδας στο Euro 2004 της Πορτογαλίας, ωστόσο εκεί η Ιταλία απογοήτευσε. Ο ίδιος δέχθηκε δύο κίτρινες κάρτες στις ισοπαλίες με Δανία (0-0) και Σουηδία (1-1) και δεν αγωνίστηκε την τελευταία αγωνιστική με την Βουλγαρία. Η Ιταλία κέρδισε με 2-1, αλλά η ισοπαλία (που συζητήθηκε αρκετά) στο άλλο ματς του ομίλου, την άφησε εκτός συνέχειας.
Επόμενο στοίχημα, το Μουντιάλ το 2006. Ενα στοίχημα που αυτήν τη φορά θα το κέρδιζε, παρά τις αντίξοες συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί με το σκάνδαλο “Calciopoli”. Ως αρχηγός, κατάφερε να κρατήσει σε χαμηλά επίπεδα την επιρροή που άσκησε στην ομάδα το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό σκάνδαλο στην ιστορία της Ιταλίας και να το εκμεταλλευτεί υπέρ της ομάδας. Εξάλλου, οι διεθνείς παίκτες που είχαν δει το όνομά τους να σχετίζεται με το σκάνδαλο στις εφημερίδες μόνο και μόνο επειδή ανήκαν στις εμπλεκόμενες ομάδες, ήταν πολλοί.
Ο “μικρός” Καναβάρο
Καναβάρο δεν είναι μόνο ο Φάμπιο, αλλά και οαδερφός του, ο25χρονος Πάολο, αμυντικός της Νάπολι πλέον. Ο Πάολο Καναβάρο άρχισε την καριέρα του από τους “παρτενοπέι” το 1998 και την επόμενη χρονιά μετακόμισε στην Πάρμα, όπου έμεινε μέχρι το καλοκαίρι του 2006 (με έναν χρόνο διακοπή το 2001-02, όταν πήγε δανεικός στην Βερόνα).
Ως εκ τούτου, από το 2000, μέχρι το 2002, η Πάρμα είχε στη διάθεσή της δύο κεντρικούς αμυντικούς της οικογένειας Καναβάρο.
Ο Πάολο πήρε αρκετά αγωνιστικά στοιχεία από τον αδερφό του, ωστόσο τον Ιούλιο έκανε αίσθηση για την αγάπη για την πόλη του που φαίνεται επίσης να πήρε από τον Φάμπιο. Προτίμησε να αψηφήσει τις “Σειρήνες” των ομάδων της Serie A και να υπογράψει στην Νάπολι.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στον τρίτο γύρο του κυπέλλου Ιταλίας του 2006, η Νάπολι του “μικρού” Καναβάρο αντιμετώπισε την πρώην ομάδα του “μεγάλου” Καναβάρο, Γιουβέντους. Το συναρπαστικό, όπως εξελίχθηκε, ματς έληξε ισόπαλο 2-2, η Γιουβέντους προηγήθηκε στην παράταση με γκολ του Αλεσάντρο ντελ Πιέρο, αλλά ο Πάολο Καναβάρο ισοφάρισε, στέλνοντας το ματς στα πέναλτι, όπου νικήτρια αναδείχθηκε η Νάπολι.
Το 1982, μετά από άλλο σοβαρό ποδοσφαιρικό σκάνδαλο που έπληξε τη χώρα, ο Πάολο Ρόσι οδήγησε την Ιταλία στην κορυφή του κόσμου. Είκοσι τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Φάμπιο Καναβάρο, αν και δεν ήταν επιθετικός, έπαιξε πιο καταλυτικό ρόλο από κάθε συμπαίκτη του στην πορεία της Ιταλίας μέχρι τον τίτλο.
Εξάλλου, είχε και έναν προσωπικό στόχο. “Πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο, είπα στον Καναβάρο ότι είχε ελπίδες να φτάσει τις 100 συμμετοχές με την Ιταλία, εάν πηγαίναμε μέχρι τον τελικό. Είχε 93 και έκανε τις πράξεις και να που είμαστε τώρα”, δήλωσε ο τεχνικός της Ιταλίας, Μαρτσέλο Λίπι, πριν τον τελικό. ” Ηξερα ότι αυτό ίσως να ήταν το τελευταίο μου Μουντιάλ και ζήτησα από τους συμπαίκτες μου να φτάσω τις 100 συμμετοχές στην Γερμανία. Πρέπει να πω ότι τα κανόνισαν μια χαρά“, επισήμανε από την πλευρά του ο Καναβάρο.
Η ατυχία στάθηκε και πάλι εναντίον του Αλεσάντρο Νέστα, με αποτέλεσμα ο Καναβάρο να παίξει στο Μουντιάλ με τρεις διαφορετικούς παρτενέρ στην άμυνα (Νέστα, Ματεράτσι, Μπαρτζάλι), για χάρη των οποίων, πότε έπαιζε αριστερά και πότε δεξιά. Εξάλλου, δεν είχε κανένα πρόβλημα, αφού όπου και να αγωνιζόταν, τα κατάφερνε εξίσου καλά.
Στον ημιτελικό με την Γερμανία πραγματοποίησε μία από τις καλύτερες εμφανίσεις ποδοσφαιριστή σε Παγκόσμιο Κύπελλο και η Ιταλία έφτασε μέχρι τον τελικό με την Γαλλία. Ο Καναβάρο βρήκε την ευκαιρία να πάρει την εκδίκησή του και στα πέναλτι, ήταν εκείνος και όχι ο Ζινεντίν Ζιντάν ο αρχηγός που κέρδισε το προνόμιο να σηκώσει στους ουρανούς του Μονάχου το τρόπαιο του Μουντιάλ.
Η θέση του στην καλύτερη ενδεκάδα της διοργάνωσης αδιαμφισβήτητη, ωστόσο αναφορικά με την “Χρυσή Μπάλ”» του Μουντιάλ, προέκυψε ένα… θρίλερ. Ο μεν Ζινεντίν Ζιντάν, ο οποίος αποχωρούσε από την ενεργό δράση, κέρδιζε ψήφους λόγω των εμφανίσεών του στις νοκ-άουτ φάσεις, αλλά και λόγω του ονόματός του, τη στιγμή που ο Καναβάρο, αν καιήταν σταθερά εκ των κορυφαίων της Ιταλίας σε ολόκληρη τη διοργάνωση, έπρεπε να μοιραστεί την αναγνώριση με αρκετούς συμπαίκτες του, όπως οι Τζιανλουίτζι Μπουφόν (καλύτερος τερματοφύλακας του Μουντιάλ), Αντρέα Πίρλο (“Χάλκινη Μπάλα”), Τζενάρο Γκατούζο, Λούκα Τόνι, Τζιανλούκα Τζαμπρότα και Αλεσάντρο ντελ Πιέρο. Ο “Ζιζού” κατέκτησε τελικώς τον τίτλο με 2.012 πόντους, ενώ ο Καναβάρο πήρε την “Αργυρή Μπάλα” με 1.977 πόντους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Καναβάρο ολοκλήρωσε το τόσο έντονο Μουντιάλ του χωρίς να δεχθεί κίτρινη ή κόκκινη κάρτα (σε 690 λεπτά), αλλά ούτε και… κανονικό γκολ. Η εστία της Ιταλίας παραβιάστηκε δύο φορές σε κανονικό παιχνίδι, μία με αυτογκόλ και μία στον τελικό με το πέναλτι του Ζιντάν.