ΣΤΗΛΕΣ

Ο διαμελισμός μιας εθνικής συνείδησης

default image

Έζησε τη φρίκη του εμφύλιου σπαραγμού επί τρία χρόνια (1992-1995) και τώρα ευελπιστεί να ξεπεράσει το «μετατραυματικό σοκ», προσπάθεια που δεν αποδεικνύεται πάντα επιτυχής: η πρώην Γιουγκοσλαβία, που φιλοξενεί στο βαλκάνιο έδαφός της τρεις εθνικές οντότητες και δύο θρησκείες, προσπαθεί να συμβιβάσει την καχυποψία με τον φιλελευθερισμό και τον πλουραλισμό με τον εθνοτικό διαχωρισμό. Το μόνο όμως που καταφέρνει είναι να ερμηνεύει την εκεχειρία ως εθνική συμφιλίωση, κάτι που αποδεικνύεται λανθασμένη πολιτική.

Είναι μια χώρα διαιρεμένη στα τρία. Μουσουλμάνοι Βόσνιοι, Σέρβοι και Κροάτες διάγουν βίους παράλληλους, χωρίς ωστόσο να διατηρούν ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ τους. Η ανεργία αγγίζει το 42%, η οικονομία είναι κατεστραμμένη – στη σερβική δημοκρατία ο μέσος μισθός είναι 250 ευρώ το μήνα -, η χώρα δεν προσελκύει επενδύσεις, ενώ το 77% των νέων επιθυμούν να φύγουν προς αναζήτηση εργασίας. Η υποδομή είναι σχεδόν ανύπαρκτη, το οργανωμένο έγκλημα και η διαφθορά έχουν βρει πρόσφορο έδαφος.

Το φλέγον, ωστόσο, ζήτημα είναι το εθνικό. Έχει υψώσει αόρατα – αλλά συμπαγή – τείχη ανάμεσα στις εθνότητες, δημιουργώντας ένα πολυδαίδαλο κρατικό μόρφωμα που επιμένει να θυμίζει αδιαλείπτως τον εφιάλτη της διάλυσης της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Κατά τις εμφύλιες διαμάχες, υπολογίζεται ότι περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι – ο μισός πληθυσμός της χώρας – αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους αποκλείοντας οποιαδήποτε ελπίδα επιστροφής.

Το 1995, η Συνθήκη Ειρήνης του Ντέιτον έβαλε τέλος σε έναν αιματηρό πόλεμο, αλλά δεν κατάφερε να καταλαγιάσει την εθνοτική αντιπαράθεση. Έτσι, δημιουργήθηκαν δύο ξεχωριστές οντότητες: η μουσουλμανική – κροάτικη ομοσπονδία της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης και η Σερβοβοσνιακή Δημοκρατία, η καθεμιά από τις οποίες έχει τον δικό της πρόεδρο, κοινοβούλιο, κυβέρνηση, αστυνομία και άλλα κρατικά σώματα.

Σε μια εποχή που όλος ο κόσμος έχει δεθεί στο άρμα της παγκοσμιοποίησης, η πρώην Γιουγκοσλαβία αναπτύσσειρατσιστικές συμπεριφορές με κυρίαρχη την νοοτροπία της αντιπαλότητας. Και βέβαια ο εθνικιστικός προσανατολισμός διεφάνη από τις εκλογές του Οκτωβρίου 2002, όταν το κοινοβούλιο της χώρας ανέδειξε μια κυβέρνηση εθνικοφρόνων. Η ανελευθερία λόγου, τέλος, και η προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης θολώνουν το τοπίο και κάνουν ακόμα πιο δύσκολο το λειτούργημα των δημοσιογράφων.

Με λίγα λόγια, πρόκειται για ένα λαό που είδε την πατρίδα του να κατακρεουργείται – με λεπτή χειρουργική επέμβαση – από εκείνους που του έδωσαν την υπόσχεση ότι θα του βρουν μια καινούργια. Εκείνοι, όμως, δεν κράτησαν το λόγο τους…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ