ΣΤΗΛΕΣ

Σαμπντόρια: Η ομάδα των παραμυθιών ζει έναν εφιάλτη

Μέσα σε 7 χρόνια πρόλαβε να κατακτήσει ισάριθμα τρόπαια και να παίξει σε τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Μέσα σε 12 μήνες κατάφερε παίξει προκριματικά Champions League και να υποβιβαστεί. Το "παραμύθι" της Σαμπντόρια των Μαντσίνι-Βιάλι έγινε ο "εφιάλτης" των Κασάνο-Πατσίνι.

Σαμπντόρια: Η ομάδα των παραμυθιών ζει έναν εφιάλτη

Τη φετινή σεζόν καταγράφηκε μία δυσάρεστη για τους ρομαντικούς σύμπτωση, αφού 3 ομάδες που ανήκουν σε κορυφαία πρωταθλήματα του κόσμου υποβιβάστηκαν, έχοντας φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης και της χώρας τους στα προηγούμενα 20 χρόνια.

Η περίπτωση της Μονακό αναλύθηκε προ ημερών από το Contra.gr και τώρα ήρθε η σειρά της Σαμπντόρια, της ομάδας που στα τέλη της δεκαετίας του 80′ και στις αρχές τις δεκαετίας του 90′ έζησε ένα “παραμύθι”, όπως συνέβη και τον περασμένο Μάιο με την πρόκρισή της στο Champions League, για να γνωρίσει φέτος τη στυγνή πραγματικότητα του υποβιβασμού.

Το Contra.gr εξετάζει την περίπτωση των τελευταίων Ιταλών που αντιστάθηκαν στα ισχυρά λόμπι της Serie A και που καταβαραθρώθηκαν επιδεικνύοντας “αυτοκτονικές” τάσεις…

Η γέννηση της Σαμπντόρια

Η ιστορία της Σαμπντόρια αρχίζει το καλοκαίρι του 1946, από την συγχώνευση της Σαμπιερνταρένσε με την Αντρέα Ντόρια. Οι 3 ομάδες στην περιοχή της Λιγουρίας κρίθηκαν πολλές εν μέσω ανοικοδόμησης της Ιταλίας, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κραταιά Τζένοα δεν επωφελείτο από αυτήν τη διασπορά και η Σαμπ-Ντόρια, με τα ονόματα και τα χρώματα και των 2 προγόνων της, δημιουργήθηκε με στόχο να προσφέρει έναν ισχυρό ανταγωνιστή στη Γένοβα.

Όπερ κι εγένετο, με τη νεοσύστατη ομάδα να κοιτάζει κατάματα τους “γκριφόνι” στα μεταξύ τους ντέρμπι. Παρ’ όλα αυτά, η διαφορά των 9 πρωταθλημάτων θα καλυπτόταν πολύ δύσκολα. Το 1960-1961 η Σαμπντόρια πανηγύρισε τη μεγαλύτερη επιτυχία της ιστορίας της, την 4η θέση της Serie A, με πρωτεργάτες τον Αργεντινό Ερνέστο Τίτο Κουκιαρόνι, τον Αυστριακό Ερνστ Οκβιρκ και τον Σουηδό Λέναρντ Σκόγκλουντ. Το 1962-1963 συμμετείχε χωρίς επιτυχία στο Κύπελλο UEFA, το 1965-1966 υποβιβάστηκε και επέστρεψε αμέσως στα “μεγάλα σαλόνια” και μετά από μία 10ετία μετριότητας ξαναέπεσε το 1976-1977. Στη Serie B έμεινε για μία 5ετία, ωστόσο η μοίρα του συλλόγου άρχισε να αλλάζει από το 1979, όταν ανέλαβε τα “ηνία” του ο Πάολο Μαντοβάνι, επί χρόνια μέλος της διοίκησης και πετυχημένος επιχειρηματίας που δραστηριοποιείτο στο χώρο του πετρελαίου.

Αυτή ήταν η απαρχή των επιτυχιών της επόμενης 20ετίας, χάρη σε έναν ηγέτη αντικομφορμιστή, αποστασιοποιημένο από τα σαλόνια και εθισμένο στον εντυπωσιασμό. Την ημέρα της παρουσίασής του, εξέφρασε την επιθυμία του, το όνειρο ζωής του δίχως δισταγμούς και μισόλογα: “Θα επιστρέψουμε στη Serie A. Ετοιμάστε τα διαβατήριά σας. Θα κατακτήσουμε το πρωτάθλημα”. Το μόνο που ακουγόταν στην αίθουσα ήταν ένα μακρόσυρτο σούσουρο. Πώς μία ομάδα που βολόδερνε στο μέσο της βαθμολογίας της Serie B θα έφτανε μέχρι ένα ευρωπαϊκό “εισιτήριο”, μέχρι την κατάκτηση του τίτλου; Ο Μαντοβάνι είχε γνώθι σαυτόν σε αυτά που έλεγε. Είχε όραμα και σχέδιο να το υλοποιήσει.

Μαντσίνι-Βιάλι-Μαντοβάνι-Σαμπντόρια

Ο προφήτης Μαντοβάνι

Τα πρώτα χρόνια δεν ήταν εύκολα. Τα χρήματα και οι καλές προθέσεις δεν ήταν αρκετά. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1981, σε μία αναμέτρηση κόντρα στην Κάλιαρι για το Coppa Italia, ο φιλάσθενος Μαντοβάνι υπέστη ανακοπή, καθήμενος δίπλα στον τεχνικό του συλλόγου, Εντζο Ρικομίνι στον πάγκο. Τα προβλήματα υγείας σε συνδυασμό με διάφορα νομικά μπλεξίματα τον έστειλαν αυτοεξόριστο στην Ελβετία. Από εκεί απέλυσε τον Ρικομίνι μόλις στην 5η αγωνιστική εξαιτίας κακών αποτελεσμάτων, από εκεί προσέλαβε έναν άσημο, νεαρό Τοσκανό τεχνικό, τον μετέπειτα πασίγνωστο Ρέντζο Ουλιβιέρι. Το τέλος της σεζόν βρήκε το πρώτο σκέλος της υπόσχεσης του Μαντοβάνι να παίρνει σάρκα και οστά. Η Σαμπντόρια τερμάτισε 2η κι επέστρεψε στη Serie A, έχοντας έναν αξιόλογο κορμό παικτών, έναν ταιριαστό προπονητή και τα εκατομμύρια του Μαντοβάνι να την υποστηρίζουν.

Τη σεζόν 1982-1983 η Σαμπντόρια εκτός από κατηγορία, ανέβηκε και επίπεδο. Η απόφαση είχε παρθεί. Όχι, πλέον, “χρυσές” μετριότητες και παλιές δόξες, αλλά μόνο απαιτητικοί πρωταθλητές επιπέδου Serie A. Παρά τη χαμηλή φήμη του συλλόγου, ο Μαντοβάνι κατάφερε να πραγματοποιήσει ορισμένα εξαιρετικά colpi grossi. Ένα από αυτά, ίσως το πιο σημαντικό σε ολόκληρη την ιστορία του συλλόγου μέχρι και σήμερα, ήταν η μεταγραφή ενός νεαρού επιθετικού, με πλούσια χαίτη, ο οποίος αποχαιρετούσε την Μπολόνια μιας και οι “ροσομπλού” γνώρισαν για πρώτη φορά στην ιστορία τους τον υποβιβασμό την προηγούμενη σεζόν. Το όνομά του: Ρομπέρτο Μαντσίνι. Με 4.000.000.000 λιρέτες η Σαμπντόρια περνούσε σε νέα εποχή.

Στο λιμάνι της Γένοβας αποβιβάστηκαν το ίδιο καλοκαίρι 2 αγγλοαναθρεμμένοι και πολύ γνωστοί παίκτες, ο Τρέβορ Φράνσις από τη Μάντσεστερ Σίτι και ο Λίαμ Μπρέιντι από την Γιουβέντους. Και εάν ο Μαντοβάνι δεν ήταν άνθρωπος που κρατούσε τον λόγο του, θα μπορούσε να είχε αποκτήσει από εκείνο το καλοκαίρι τον Πιέτρο Βιέρκοβοντ. Παρ’ όλα αυτά, είχε υποσχεθεί στον φίλο του και πρόεδρο της Ρόμα, Ντίνο Βιόλα, πως δεν θα τον κοντράρει για τον 23χρονο αμυντικό, ο οποίος είχε κάνει όνομα προ 2ετίας στην Κόμο και αντεπεξήλθε στη Serie A παίζοντας μια χρονιά στη Φιορεντίνα. Ο Βιέρκοβοντ πήγε στη Ρόμα το 1982, έγινε διεθνής, κατέκτησε το πρωτάθλημα μαζί με τους Φαλκάο και Μπρούνο Κόντι και την επόμενη σεζόν προστέθηκε και αυτός στο δυναμικό της Σαμπντόρια.

Η πρώτη σεζόν της ανανεωμένης ομάδας τη βρήκε στην 7η θέση, ένας αξιοσέβαστος τερματισμός για “νεοφώτιστο” σύλλογο, έστω κι αν η καταπληκτική Βερόνα που επίσης ανέβηκε το προηγούμενο καλοκαίρι κατέληξε πιο ψηλά (4η). Η νέα σεζόν πρόσθεσε εν τέλει τον (πρωταθλητή Ιταλίας) Βιέρκοβοντ στο ρόστερ της Σαμπντόρια, η οποία βελτίωσε κατά μία θέση την κατάταξή της, σε μία χρονιά που σημαδεύτηκε από τη Γιουβέντους του Μισέλ Πλατινί.

Το πρώτο τρόπαιο

Κάπου εκεί, το καλοκαίρι του 1984, ήρθε η ώρα για την επόμενη κίνηση-ματ του Μαντοβάνι. Ένας νεαρός επιθετικός της Κρεμονέζε, στη Serie B, έβαζε τα γκολ με το τσουβάλι και παρά το ισχνό παρουσιαστικό του, κέρδισε την ευκαιρία να μετακομίσει στη Γένοβα. Ο λόγος για τον Τζιανλούκα Βιάλι…

Ο (τότε) 20χρονος επιθετικός ουσιαστικά άνοιξε την πόρτα της δημιουργίας της μετέπειτα πρωταθλήτριας του 1991, ωστόσο υπήρχε πολύς δρόμος ακόμη μέχρι εκείνη την επιτυχία. Δρόμο που για να τον καλύψει, ο Μαντοβάνι έφερε στη Λιγουρία τον Γκρέιαμ Σούνες της Λίβερπουλ, συνεχίζοντας τις μεταγραφές πασίγνωστων (και ικανών) Βρετανών ποδοσφαιριστών. Μαζί και ο Φαούστο Σάλσανο, που πλέον περιλαμβάνεται στα προπονητικά επιτελεία του Ρομπέρτο Μαντσίνι.

Στη διάθεση του νέου προπονητή, Εουτζένιο Μπερσελίνι, τέθηκαν ακόμα 2 νεαροί παίκτες, οι Μορένο Μανίνι (ο 2ος σε συμμετοχές μετά τον Μαντσίνι) και ο Φαούστο Πάρι (πρώην μέσος των Ίντερ, Πάρμα). Οι κινήσεις της διοίκησης έδειχναν πως στόχος είναι η δημιουργία μιας ομάδας που θα αντέξει στο χρόνο και η ηλικία των παικτών που συνέθεταν το ρόστερ ευνοούσαν μία τέτοια προοπτική. Χρειαζόταν, όμως, και η “σφυρηλάτηση”, κάτι που σημειώθηκε τη σεζόν 1984-1985, με την κατάκτηση του Coppa Italia.

Το πρώτο τρόπαιο στην ιστορία του συλλόγου ήταν γεγονός. Και μάλιστα εις βάρος ενός “μεγαθηρίου” του κάλτσιο, της Μίλαν. Σε συνδυασμό με την κατάληψη της 4ης θέσης στο πρωτάθλημα, η Σαμπντόρια άρχισε να κερδίζει την συμπάθεια του κόσμου, ούσα μία ομάδα με νιάτα, ταλέντο, φαντασία, ελευθερία, δυνατότητες και… ακρότητες, αφού το δίδυμο της επίθεσης των Μαντσίνι-Βιάλι συγκέντρωνε πλήθος θαυμαστριών που πολλές φορές υπερέβαιναν τα εσκαμμένα απλώς και μόνο για ένα αυτόγραφο, για μία ματιά…

Η νέα σεζόν τη βρήκε ξανά στην Ευρώπη μετά από χρόνια. Με πρώτο εμπόδιο, μάλιστα, τη Λάρισα. Ισοπαλία 1-1 στο “Αλκαζάρ” με γκολ του Μαντσίνι (ο Γιώργος Μητσιμπόνας είχε ανοίξει το σκορ) και στον επαναληπτικό ο Μαντσίνι και πάλι έδωσε την πρόκριση διαμορφώνοντας το τελικό 1-0. Στον επόμενο γύρο, όμως, ήρθε ο αποκλεισμός από την Μπενφίκα, ενώ ούτε στο πρωτάθλημα τα πράγματα κύλησαν καλύτερα, αφού πραγματοποίησε μία από τις χειρότερες σεζόν της ιστορίας της, τερματίζοντας 11η. Μοναδική διάσωση το κύπελλο, όπου έφτασε μέχρι τον τελικό, νίκησε 2-1 τη Ρόμα στο πρώτο ματς, αλλά ηττήθηκε 2-0 στον επαναληπτικό του “Ολίμπικο”.

Η εποχή του Μπόσκοφ

Ο κύκλος του Μπερσελίνι είχε φτάσει στο τέλος του και ο Μαντοβάνι βρισκόταν σε αναζήτηση διαδόχου. Διαθέσιμο ήταν ένας πρώην παίκτης της Σαμπντόρια (1961-1962) που είχε κάνει σπουδαία καριέρα και ως προπονητής με παρουσίες στον πάγκο της Γιουγκοσλαβίας, της Φέγενορντ και της Ρεάλ Μαδρίτης, μεταξύ άλλων, αλλά το όνομά του άρχιζε να φθίνει. Βρισκόταν επί ιταλικού εδάφους, μάλιστα, αφού προπονούσε την Άσκολι τα τελευταία 2 χρόνια.

Ο Βούγιαντιν Μπόσκοφ, παρά την τεράστια εμπειρία του, στην Ιταλία θεωρήθηκε ως μία λύση ανάγκης. Ο πανέξυπνος Σέρβος, όμως, ήταν ένας άνθρωπος συνειδητοποιημένος και δεν έχασε χρόνο. Εδωσε στη Σαμπντόρια τη φυσιογνωμία που είχε χάσει την περασμένη σεζόν και δεν δίστασε να ρίξει στα βαθιά νεαρούς, άσημους παίκτες όπως ο Μαουρίτσιο Γκαντζ και ο Αντόνιο Παγκανίν, με τον 20χρονο Τζιανλούκα Παλιούκα να αποκτάται από τις ακαδημίες της Μπολόνια, ως αναπληρωματικός του Γκουίντο Μπιστατσόνι.

Οι Σούνες και Φράνσις ακολούθησαν στον δρόμο της εξόδου τον Μπρέιντι, ωστόσο η ομάδα δεν έμεινε δίχως αστέρια. Ο πολυσύνθετος Γερμανός αμυντικός Χανς Πέτερ Μπρίγκελ μετακόμιζε από τη Βερόνα στη Γένοβα, ενώ ο Τονίνιο Σερέζο ανηφόριζε από τη Ρώμη. Με αυτήν την ομάδα η Σαμπντόρια τερμάτισε 6η κι έδωσε αγώνα μπαράζ με τη Μίλαν για την έξοδο στο Κύπελλο UEFA, όπου ηττήθηκε, ωστόσο τα καλύτερα έρχονταν…

Την επόμενη σεζόν, το 1987-1988, η ωρίμανση του συνόλου του Μποσκόφ οδήγησε τη Σαμπντόρια στην 4η θέση και στην κατάκτηση του κυπέλλου Ιταλίας, απέναντι στην Τορίνο. Τη νέα σεζόν, το όνομα της Σαμπντόρια εξαπλώθηκε πανευρωπαϊκά, αφού αποκλείοντας διαδοχικά Νόρσεπινγκ, Καρλ Τσάις Ιένα, Ντιναμό Βουκουρεστίου και Μαλίν, έφτασε μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων, όπου ηττήθηκε από την Μπαρτσελόνα του Γιόχαν Κρόιφ, στην πρώτη μεταξύ τους μάχη. Εντός των τειχών, είχε την ίδια επιτυχία, αφού κατέκτησε ξανά το κύπελλο Ιταλίας (απέναντι στη Νάπολι του Ντιέγο Μαραντόνα), ενώ τερμάτισε 5η στη Serie A.

Η Σαμπντόρια άλλαξε ξανά σελίδα και εποχή. Η περίφημη ρήση του Μαντοβάνι τον καιρό που ο σύλλογος “ταλαιπωρείτο” στην Serie B έμοιαζε πλέον πιο πιστευτή. Έχοντας ωριμάσει πνευματικά, αλλά παραμένοντας νεανική σωματικά, με ένα ηγετικό και ταιριαστό επιθετικό δίδυμο και έναν σπουδαίο “εγκέφαλο” τόσο στην άμυνα (Βιέρκοβοντ), όσο και στο κέντρο (Τονίνιο), από το παζλ έλλειπε μόνο ο κατάλληλος τερματοφύλακας. Μόλις ο Παλιούκα βροντοφώναξε “παρών”, ο δρόμος άνοιξε για τους Γενοβέζους, που απέδειξαν ότι μπορούσαν να ανταπεξέρθουν σε πολλαπλά “μέτωπα”.

Η δημοτικότητα της ομάδας είχε ξεπεράσει τα σύνορα της Λιγουρίας. Τα ντέρμπι με την Τζένοα είχαν περάσει σε δεύτερη μοίρα, αφού η Σαμπντόρια έδινε ντέρμπι με τη Μίλαν, την Ίντερ, τη Γιουβέντους και τη Νάπολι. “Οι αντίπαλοί μας δεν βρίσκονται στη Γένοβα. Βρίσκονται στο Μιλάνο, στη Φλωρεντία, στο Τορίνο. Είναι αυτοί που φοβούνται πως θα τερματίσουμε πάνω από αυτούς στη βαθμολογία. Γιατί γνωρίζουν ότι θα το κάνουμε”, δήλωσε ο Μαντοβάνι, ο οποίος συνειδητοποιούσε ότι το επόμενο βήμα μετά την κατάκτηση 2 σερί κυπέλλων Ιταλίας, μιας θέσης φιναλίστ στο Κύπελλο Κυπελλούχων και μιας σειράς καλών τερματισμών στη Serie A ήταν το πρωτάθλημα. Ή κάπως έτσι, διότι τη σεζόν 1989-1990 προέκυψε μία άλλη, σημαντικότερη επιτυχία…

Ο όρκος τιμής που έφερε τίτλους

Άνοιξη 1989 και η θερινή μεταγραφική περίοδος χτυπάει έντονα την πόρτα των γραφείων της Σαμπντόρια. Οι πιέσεις της οικογένειας Ανιέλι για τα “αστέρια” της ομάδας αβάσταχτη για κάθε πρόεδρο. Η Γιουβέντους, στην αρχή των “πέτρινων” χρόνων της, πάσχιζε να αλλάξει τη μοίρα της και με το “κολοσσιαίο” status που διέθετε, είχε τη δυνατότητα να προσελκύσει ό,τι καλύτερο υπήρχε στην εγχώρια και παγκόσμια αγορά. Μαζί και τα “διαμάντια” της Σαμποντόρια.

Βράδυ Μαΐου και οι Μαντσίνι, Βιάλι, Βιέρκοβοντ, Παλιούκα, Μανίνι και Πάρι, μετά των οικογενειών τους, δειπνούν σε ένα γνωστό εστιατόριο της πόλης. Αντικείμενο συζήτησης, το μέλλον τους, με την αγωνία να τους κυριεύει όλους. Σε μία πραγματικά ηγετική εμφάνιση σαν κι αυτές που συνήθιζε να κάνει εντός των 4 γραμμών του γηπέδου, ο Μαντσίνι σηκώνεται από το τραπέζι και καλεί τους συμπαίκτες του να δώσουν όρκο πίστης στη Σαμποντόρια: κανείς δεν θα εγκατέλειπε τη Γένοβα εάν δεν κατακτούσαν το πρωτάθλημα. Η κατανόηση τέτοιων αποφάσεων είναι δύσκολη και μάλιστα εν αγνοία του Μαντοβάνι. Ο Μαντσίνι εξήγησε αργότερα τον λόγο που οδήγησε τον ίδιο και τους συμπαίκτες του σε αυτήν την απόφαση-σταθμό στη μετέπειτα καριέρα τους: “Το ότι δεν έφυγα οφείλεται και σε αυτόν (σ.σ. τον Μαντοβάνι) . Πιστεύω ότι οι ανθρώπινες σχέσεις στη ζωή αξίζουν πολλά και δεν θα μου άρεσε να γυρίσω την πλάτη σε κάποιον που με αγαπάει”.

Σαμπντόρια

Μέσα σε αυτό το κλίμα και με τις προσθήκες των Ατίλιο Λομπάρντο και Σρέτσκο Κάτανετς, η Σαμπντόρια προετοιμάστηκε για τη σεζόν 1989-1990. Μία ταραχώδη σεζόν, αφού ο Μπόσκοφ βρέθηκε στα πρόθυρα της απόλυσης για εξωαγωνιστικούς λόγους και συγκεκριμένα για την φραστικη επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον της Τζένοα πριν το μεταξύ τους ντέρμπι και του Ουρουγουανού μέσου που είχε αγοράσει εκείνο το καλοκαίρι, Χοσέ Περδόμο: “Η Τζένοα σπατάλησε 1.500.000.000 λιρέτες για τον Περδόμο, αλλά εάν εγώ αφήσω ελεύθερο τον σκύλο μου θα παίξει καλύτερα από αυτόν”. Για την ιστορία, ο Περδόμο πήρε κίτρινη κάρτα μόλις στο 30ό δευτερόλεπτο του ντέρμπι και ολοκλήρωσε τη σεζόν δίχως γκολ, με συνέπεια να αποχωρήσει το επόμενο καλοκαίρι για την Κόβεντρι…

Ο Μπόσκοφ όχι μόνο δεν έφυγε από τη Σαμπντόρια (ο Μαντοβάνι ήταν αμείλικτος σε θέματα πειθαρχίας, αλλά ο αθλητικός διευθυντής Πάολο Μπορέα τον συγκράτησε), αλλά το τέλος της σεζόν τον βρήκε να πανηγυρίζει τον πιο σημαντικό τίτλο της καριέρας του, το Κύπελλο Κυπελλούχων. Αφού ξεπέρασαν τα εμπόδια των Μπραν, Μπορούσια Ντόρτμουντ, Γκρασχόπερ και Μονακό, οι Γενοβέζοι αντιμετώπισαν την Άντερλεχτ στον τελικό του Γκέτεμποργκ, όπου επικράτησαν 2-0 στην παράταση χάρη στα τέρματα του 1ου σκόρερ του θεσμού με 7 γκολ, Βιάλι. Στο πρωτάθλημα, η Σαμπντόρια τερμάτισε ξανά 5η, με τις βλέψεις της να αυξάνονται συνεχώς…

Το ιστορικό σκουντέτο

Το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ιταλίας του 1990 βρίσκει 4 παίκτες της Σαμπντόρια να περιλαμβάνονται στην αποστολή της “σκουάντρα ατζούρα”. Η παρουσία τους, όμως, ήταν τυπική. Οι Παλιούκα και Μαντσίνι δεν χρησιμοποιήθηκαν λεπτό, ο Βιέρκοβοντ ξεκίνησε μόνο στον μικρό τελικό και ο Βιάλι άρχισε ως η μεγάλη ελπίδα των Ιταλών, αλλά χάνοντας ορισμένες ανεπανάληπτες ευκαιρίες καταποντίστηκε από τον ανερχόμενο Ρομπέρτο Μπάτζιο και την αποκάλυψη της διοργάνωσης, Τότο Σκιλάτσι.

Επιστρέφοντας στην Ιταλία, ο πήχης ανέβαινε επικίνδυνα για τη Σαμπντόρια. Πρωταθλήτρια ήταν η Νάπολι του Ντιέγο Μαραντόνα. Πρωταθλήτρια Ευρώπης, για 2η σερί σεζόν, η Μίλαν των Μάρκο φαν Μπάστεν, Ρουντ Γκούλιτ, Φρανκ Ράικαρντ και Αρίγκο Σάκι. Η Ίντερ του Τζιοβάνι Τραπατόνι προσπαθούσε να επιστρέψει στην κορυφή μετά τον θρίαμβο του 1988-1989 (πρωταθλήτρια με 11 πόντους διαφορά τον καιρό που η νίκη έδινε 2 πόντους) και διέθετε στις τάξεις της τους Αντρέα Μπρέμε, Γίργκεν Κλίνσμαν και Λόταρ Ματέους, ήτοι τους 3 καλύτερους παίκτες της νέας παγκόσμιας πρωταθλήτριας, Δυτικής Γερμανίας. Και φυσικά ρόλο στην εξίσωση διεκδικούσε η Γιουβέντους, με τον νέο προπονητή της, Τζίτζι Μαϊφρέντι, να καθοδηγεί τους ακριβοπληρωμένους Μπάτζιο, Τόμας Χάσλερ και Ζούλιο Σέζαρ.

Η Σαμπντόρια αναγκάστηκε να αρχίσει τη σεζόν χωρίς τον τραυματία Βιάλι και δυσκολεύθηκε, σκοράροντας μόλις 3 φορές στα πρώτα 5 ματς. Στο 7ο και τελευταίο δίχως την επιθετική “αιχμή” της, νίκησε 1-0 τη Μίλαν και πλασαρίστηκε για 1η φορά μετά το 1982 στην κορυφή της Serie A. Τρεις εβδομάδες αργότερα διέλυσε 4-1 τη Νάπολι εκτός έδρας χάρη σε 2 “μαγείες” των Μαντσίνι και Βιάλι. Αυτή ήταν η 2η από 4 σερί νίκες με 13 γκολ παραγωγή, αλλά ακολούθησε η εποχή των “ισχνών” αγελάδων. Η πρώτη ήττα ήρθε την επόμενη εβδομάδα και μάλιστα στο εντός έδρας ντέρμπι με την Τζένοα.

Ακολούθησε μόλις μία επιτυχία στις επόμενες 8 αγωνιστικές, η οποία, όμως, ήρθε εναντίον της Ίντερ σε ένα συγκλονιστικό παιχνίδι. Ο Βιάλι έβαλε μπροστά τη Σαμπντόρια στο 25ο δευτερόλεπτο, ωστόσο ο Αλεκσέι Μιχαϊλιτσένκο που είχε αποκτηθεί το καλοκαίρι αποβλήθηκε λίγο αργότερα για αγκωνιά στον Τζιουζέπε Μπέργκομι. Οι “νερατζούρι” ισοφάρισαν με τον Νίκολα Μπέρτι και έχασαν μία σπουδαία ευκαιρία με τον Αλντο Σερένα. Ως εκ τούτου, αντί να ξεφύγουν 4 πόντους μπροστά από τη Σαμπντόρια, οι 2 ομάδες βρέθηκαν ισόβαθμες, αφού οι Βιάλι και Μαντσίνι έδωσαν τη νίκη στη “Σαμπ”.

Στα επόμενα 2 ματς οι Γενοβέζοι έχυσαν την καρδάρα με το γάλα, χάνοντας από Τορίνο (εντός) και Λέτσε (εκτός), με συνέπεια να υποχωρήσουν στην 5η θέση. Ολα έδειχναν ότι είχαν εξαντλήσει τα αποθέματά τους, έχοντας και το παράδειγμα των 2 προηγουμένων σεζόν, στις οποίες στον 2ο γύρο είχαν 3 νίκες στα τελευταία 14 ματς και 4 στα τελευταία 11 αντιστοίχως. Μία ισοπαλία με τη Λάτσιο αναπτέρωσε το ηθικό των παικτών του Μπόσκοφ, που απάντησαν με ένα σερί 9 νικών και 1 ισοπαλίας στα επόμενα 10 ματς. Σε αυτές τις επιτυχίες περιλαμβάνεται και η νίκη 1-0 επί της Γιουβέντους που την άφησε εκτός τροχιάς τίτλου και ένα 2-0 επί της Μίλαν στην σπουδαιότερη εμφάνιση της ομάδας σε αυτήν την καταπληκτική σεζόν.

Το δεύτερο 4-1 επί της παραπαίουσας Νάπολι, που ήταν και το τελευταίο ματς του Μαραντόνα στη Serie A, την έφερε 3 πόντους μακριά από τον ανταγωνισμό, ένα προβάδισμα που διατηρούσε και 6 εβδομάδες αργότερα, όταν ταξίδεψε στο Μιλάνο για να αντιμετωπίσει τη 2η Ίντερ με 4 παιχνίδια να απομένουν. Το παιχνίδι αποδείχθηκε πραγματική μονομαχία. Τα είχε όλα. Χαμένο πέναλτι του Ματέους, κόκκινες κάρτες για τους Μπέργκομι και Μαντσίνι μετά από καυγά τους στο τέλος του πρώτου ημιχρόνου, τον αρχηγό της Ιντερ να τραυματίζεται αποχωρώντας από αντικείμενο που στόχευε τον επιθετικό της Σαμπντόρια, μία αμφισβητούμενη ακύρωση γκολ του Κλίνσμαν, εκατομμύρια χαμένες ευκαιρίες της καταιγιστικής γηπεδούχου, τον Λομπάρντο να έχει δοκάρι και τον Βιάλι να έχει σουτ που απομακρύνθηκε πάνω στη γραμμή στην ίδια επίθεση.

Σε αυτήν την ανεξέλεγκτη ποδοσφαιρική μάχη, η Σαμπντόρια κατάφερε να φύγει με τους βαθμούς της νίκης 2-0 χάρη στα τέρματα του Μπέπε Ντοσένα και του Βιάλι. Η Ίντερ ολοκλήρωσε το ματς με 24 σουτ έναντι 6 των φιλοξενουμένων, με 13 κόρνερ έναντι 1 και με τον τερματοφύλακά της Βάλτερ Τζένγκα να μην κάνει καμία επέμβαση, τη στιγμή που ο Παλιούκα έκανε 14 (έσωσε και το πέναλτι του Ματέους) στο παιχνίδι της ζωής του. Ήταν ένα παιχνίδι που θα μπορούσε κάλλιστα να λήξει με σκορ 12-4 και στο οποίο κάθε πατέρας θα λέει στον γιο του “ήμουν κι εγώ εκεί”. Και η Σαμπντόρια, έστω και αγκομαχώντας, το κέρδισε και αποχώρησε με τους οπαδούς της Ίντερ να της κάνουν… αψίδα θριάμβου από αντικείμενα και φωτοβολίδες.

Πλέον, χρειάζονταν το πολύ 3 πόντοι στα εναπομείναντα 3 ματς για τη μαθηματική κατάκτηση του σκουντέτο. Η ισοπαλία με την Τορίνο έκανε την αρχή και στην τελευταία εντός έδρας αναμέτρηση, η Σαμπντόρια επιβλήθηκε της Λέτσε με 3-0 (όλα τα γκολ στο πρώτο ημίωρο), δίνοντας το σύνθημα για το ολονύχτιο πάρτι που στήθηκε εν ριπή οφθαλμού. Ένα πάρτι που περιελάμβανε ακόμα και “ζωντανή” συναυλία των παικτών, που ως άλλοι “Europe” τραγουδούσαν το “Final Countdown”. Το πάρτι συνεχίστηκε και στην τελευταία αγωνιστική, στο “Ολίμπικο” κόντρα στη Λάτσιο, που το τελικό 3-3 βρήκε όλους τους παίκτες της ομάδας να παρατάσσονται με βαμμένα, ξανθά μαλλιά!

Η εκδίκηση που δεν ήρθε ποτέ

Η Σαμπντόρια κατάφερε να στεγάσει πολλές αρετές στο “Λουίτζι Φεράρις”, αλλά στερείτο μιας πολύ σημαντικής. Ποτέ δεν είχε το μέταλλο του πρωταθλητή. Δεν ήταν δυνατόν αφού για πρώτη φορά κατακτούσε το σκουντέτο, την ώρα που είχε να αντιμετωπίσει μεγαθήρια. Η Μίλαν, με τον Φάμπιο Καπέλο στο “τιμόνι” άρχισε να χτίζει και την εντός των τειχών αυτοκρατορία της, την ώρα που ο Μπόσκοφ και οι παίκτες τους προσπαθούσαν να διαχειριστούν το τίμημα της επιτυχίας.

Δεν το κατάφεραν και ο επόμενος Δεκέμβριος τους βρήκε στην ζώνη του υποβιβασμού. Με ένα ντεμαράζ στον 2ο γύρο κατάφεραν να τερματίσουν 6οι, ωστόσο τα σημάδια της κάμψης ήταν εμφανή. Η καθυστέρηση της αποκαθήλωσης οφείλεται σε αυτό που είχε αποδείξει τα προηγούμενα χρόνια ο σύλλογος, πως είναι ομάδα κυπέλλου. Ως εκ τούτου, ακόμα και το πειραματικό Champions League που περιελάμβανε για “παρθενική” φορά φάση ομίλων δεν εμπόδισε την ομάδα της Γένοβας να πραγματοποιήσει σπουδαία πορεία και να φτάσει μέχρι τον τελικό.

Στο διάβα της απέκλεισε με συνολικό σκορ 7-1 τη Ρόζενμποργκ και πιο δύσκολα την Χόνβεντ (ήττα 2-1 στην Ουγγαρία, νίκη 3-1 στην Ιταλία), ώστε να προκριθεί στους ομίλους. Νίκησε 2 φορές τον πρωταθλητή Ευρώπης Ερυθρό Αστέρα, νίκησε την Άντερλεχτ 2-0 στην… επανάληψη του τελικού του Κυπέλλου Κυπελλούχων του 1990, αλλά ηττήθηκε 3-2 στο Βέλγιο κι έφερε 2 ισοπαλίες με τον Παναθηναϊκό, χωρίς σκορ στο Ολυμπιακό Στάδιο και 1-1 στη Γένοβα. Σε αυτό το ιδιότυπο Κύπελλο Πρωταθλητριών, οι πρωτοπόροι των 2 ομίλων προκρίνονταν απευθείας στον τελικό του “Γουέμπλεϊ”, με το “εισιτήριο” να καταλήγει σε Σαμπντόρια και Μπαρτσελόνα.

Η δίψα για εκδίκηση για τον χαμένο τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων του 1989 δεν αποδείχθηκε αρκετή για τους Ιταλούς, μπροστά σε 30.000 φίλους τους που ταξίδεψαν στην Αγγλία. Οι “μπλαουγκράνα” του Κρόιφ έδειξαν τη διαφορά κλάσης τους σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, ωστόσο η Σαμπντόρια είχε τη δυνατότητα να “κλέψει” τη νίκη και το τρόπαιο σε 3 περιπτώσεις. Ο Βιάλι, όμως, θυμήθηκε τον κακό εαυτό του στο Μουντιάλ και τις σπατάλησε όλες, με συνέπεια το ματς να οδηγηθεί στην παράταση και από εκεί στον “κεραυνό” του Ρόναλντ Κούμαν που έστεψε τους Καταλανούς για πρώτη φορά στην ιστορία τους, στο ίδιο γήπεδο που κατέκτησαν το φετινό 4ο τρόπαιο.

Το χρονικό της (πρώτης) κατάρρευσης

Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι το ίδιο. Το καλοκαίρι του 1992 ήταν το πιο σπαραχτικό για την ομάδα, αφού οι φιλίες ετών αναγκάστηκαν να διαλυθούν. Οι χωρισμοί ήταν αναπόφευκτοι, με πρώτο και καλύτερο την μεταγραφή του Βιάλι στη Γιουβέντους για το ποσό-παγκόσμιο ρεκόρ της εποχής των 16.500.000 ευρώ. “Συμφωνήσαμε πως ήταν καλύτερο να μείνει στη Serie A η Σαμπντόρια χωρίς τον Βιάλι, παρά να βρεθεί σε μερικά χρόνια με τον Βιάλι στη Serie B”, εξήγησε το είδωλο χιλιάδων φίλων του συλλόγου για την εγκατάλειψη της ομάδας στην οποία λατρεύτηκε σαν θεός. Το Supercoppa που κατακτήθηκε απέναντι στη Ρόμα δεν ήταν δυνατό να ανατρέψει τα δεδομένα.

Την πόρτα της εξόδου άνοιξε και ο “αρχιτέκτονας” των επιτυχιών, ο προπονητής Μπόσκοφ, ο οποίος αποδέχθηκε την πρόταση της Ρόμα. Διάδοχός του ο ήδη καταξιωμένος Σβεν Γκόραν Ερικσον, ο οποίος, όμως, ποτέ δεν κατάφερε να τον αντικαταστήσει επάξια. Οι Σερέζο και Πάρι είπαν επίσης “αντίο” στη Γένοβα εκείνο το καλοκαίρι. Ο Σουηδός προπονητής επιχείρησε να τους αντικαταστήσει φέρνοντας παίκτες στη Γένοβα όπως ο Ντες Γουόκερ και ο Βλάντιμιρ Γιούγκοβιτς, μαζί με τον νεαρό Ενρίκο Κιέζα, αλλά η Σαμπντόρια τερμάτισε 7η κι έμεινε ξανά εκτός Ευρώπης.

Ο Μαντοβάνι δεν το έβαλε κάτω και προσπάθησε να αναγεννήσει την ομάδα. Έκανε το κόλπο γκρόσο αρπάζοντας τον ελεύθερο Γκούλιτ από τη Μίλαν και δαπάνησε 7.800.000 ευρώ για να αποκτήσει τον Ντέιβιντ Πλατ, εμμένοντας στους Βρετανούς (αν και πούλησε τον Γουόκερ στη Σέφιλντ Γουένσντεϊ έναντι 3.000.000 ευρώ). Από τη Μίλαν απέκτησε ακόμα έναν έμπειρο παίκτη, τον Αλμπερίγκο Εβάνι, ενώ προωθήθηκαν από τις ακαδημίες 2 παίκτες που έκαναν καριέρα αργότερα στη Serie A, ο τερματοφύλακας Ματέο Σερένι και ο επιθετικός Νίκολα Αμορούζο.

Σαμπντόρια-Γκούλιτ-Πλατ

Οι Μοίρες υφαίνουν, όμως, με τον δικό τους, αναπάντεχο τρόπο και παρά την πολύ καλή εκκίνηση της ομάδας στο πρωτάθλημα, η σεζόν κύλησε σε πολύ βαρύ κλίμα. Στις 14 Οκτωβρίου του 1993, ο φύσει και θέσει επικεφαλής της Σαμπντόρια των επιτυχιών, ο ιδιοκτήτης, πρόεδρος, αλλά κυρίως δεύτερος πατέρας και φίλος όλων όσοι απάρτιζαν αυτήν την “οικογένεια”, ο Πάολο Μαντοβάνι, αφήνει την τελευταία πνοή του. Το σοκ αξεπέραστο. Ο γιος του, Ενρίκο, ανέλαβε τα “ηνία” των επιχειρήσεών του και της ομάδας, κόντρα στην επιθυμία του πατέρα του που δεν ήθελε κανένας συγγενής του να εμπλακεί με αυτές τις δραστηριότητες. Γνώριζε το ψυχοφθόρο της υπόθεσης και ήθελε να προστατεύσει την οικογένειά του.

Ίσως και προς τιμήν του αδικοχαμένου Μαντοβάνι, οι παίκτες έδωσαν το 110% των δυνατοτήτων τους για να κρατήσουν ψηλά την ομάδα. Ως αποτέλεσμα, τερμάτισαν στην 3η θέση με μικρή διαφορά από την κραταιά Μίλαν (που αναδείχθηκε και πρωταθλήτρια Ευρώπης), ενώ κατέκτησαν και το κύπελλο Ιταλίας, το 4ο στην ιστορία του συλλόγου, συντρίβοντας 6-1 την Ανκόνα στον επαναληπτικό του 0-0. Οταν δε, ήρθαν σε ευθεία αντιπαράθεση με τη Μίλαν για το Supercoppa, υποτάχθηκαν στα πέναλτι με 5-4.

Το ντεπόζιτο των αντοχών και των φιλοδοξιών άρχισε να στερεύει. Ο Ενρίκο Μαντοβάνι και η αδερφή του Στεφάνια που ενεπλάκη και αυτή με τα διοικητικά, δεν διέθεταν το χάρισμα του πατέρα τους. Το 1994-1995 η Σαμπντόρια περιορίστηκε στην 8η θέση στο πρωτάθλημα. Στην Ευρώπη και το Κύπελλο Κυπελλούχων σημείωσε μία αξιόλογη πορεία, προχωρώντας μέχρι τα ημιτελικά όπου αποκλείστηκε στα πέναλτι από την Αρσεναλ.

Οι απόγονοι του Μαντοβάνι συνέχισαν την πολιτική των σπουδαίων μεταγραφών και τη σεζόν 1995-1996, όπου απέκτησαν τους Κλάρενς Ζέεντορφ, Κριστιάν Καρεμπέ και Κιέζα για την 3η και τελευταία θητεία του στο σύλλογο, αλλά η ομάδα δεν βελτιώσε τη θέση της στη Serie A και δεν κατέγραψε κάποια επιτυχία στο κύπελλο. τη σεζόν 1996-1997, ο Ερικσον ανακάλυψε και έφερε στην Ευρώπη τον Χουάν Σεμπάστιαν Βερόν και αυτός εξαργύρωσε τη μεταγραφή οδηγώντας τη Σαμπντόρια στην 6η θέση και στην έξοδο στο Κύπελλο UEFA.

Συμμετείχε δίχως τον Έρικσον στη διοργάνωση, ο οποίος αποχώρησε για τη Λάτσιο και πήρε μαζί του τον τελευταίο ηγέτη της ομάδας, Ρομπέρτο Μαντσίνι. Το ψυχολογικό φορτίο για τους παίκτες που είχαν μείνει στο ρόστερ ήταν υπερβολικό δίχως τους 2 “πυλώνες” της επίθεσης της “χρυσής εποχής”. Οι σχέσεις των φιλάθλων με τον Ενρίκο Μαντοβάνι διαταράχθηκαν πλήρως και το ένα λάθος διαδεχόταν το άλλο. Ο Σέζαρ Λουίς Μενότι ανέλαβε την ομάδα, αλλά ήταν σκιά του παλιού, καλού εαυτού του. Άντεξε μόλις 9 αγωνιστικές πριν ο Μαντοβάνι ζητήσει την αρωγή του Μπόσκοφ ξανά. Ο Σέρβος δεν είχε το ίδιο “μαγικό άγγιγμα” με την προηγούμενη δεκαετία, παρά την παρουσία των Τζιουζέπε Σινιόρι, Κλίνσμαν και Ντανιέλε Ντίκιο στην ομάδα. Στην Ευρώπη η Σαμπντόρια αποκλείστηκε με 2 ήττες από την Αθλέτικ Μπιλμπάο στον 1ο γύρο και τερμάτισε 8η στο πρωτάθλημα.

Η αποχώρηση των Βερόν και Σινιόρι το καλοκαίρι του 1998 άφησε τελείως γυμνό το ρόστερ. Οι φιλότιμες προσπάθειες του Βιτσέντζο Μοντέλα δεν ήταν αρκετές. Η σεζόν 1998-1999 άρχισε στις 4 Ιουλίου για τη Σαμπντόρια, η οποία έγινε η 1η ιταλική ομάδα που συμμετείχε στο Κύπελλο Ιντερτότο, με προπονητή τον νεαρό Λουτσιάνο Σπαλέτι. Μετά από ένα κακό πρώτο μισό της σεζόν, κλήθηκε ο Ντέιβιντ Πλατ να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, αλλά η ιταλική ομοσπονδία προπονητών δεν ενέκρινε αυτήν την πρόσληψη κι έτσι επέστρεψε ο Σπαλέτι. Στις 16 Μαΐου του 1999, η Σαμπντόρια ήρθε ισόπαλη 2-2 με στην Μπολόνια και υποβιβάστηκε και μαθηματικά. Επιστροφή στη Serie B μετά από 17 χρόνια…

Ανασύνταξη, πώληση, επιστροφή

Ο υποβιβασμός στη Serie B σήμανε και το τέλος της εποχής Μαντοβάνι στο σύλλογο. Μετά από 3 χρόνια αντεγκλήσεων, 2 πέμπτες θέσεις και μία ταπεινωτική 10η, ο κόσμος κατάφερε να διώξει τον Ενρίκο Μαντοβάνι. Μοναδική παρηγοριά του μέχρι εκείνο το σημείο ήταν η κατάντια της “μισητής” αντιπάλου Τζένοα, με την οποία βρίσκονταν στην ίδια κατηγορία για να αναβιώσουν το Derby della Lanterna. Το 2002, ο σύλλογος βρέθηκε προ του φάσματος της οικονομικής καταστροφής και Serie C. Ο ντόπιος επιχειρηματίας Ρικάρντο Γκαρόνε επωφελήθηκε της κατάστασης και ανέλαβε τα “ηνία”, βάζοντας “ζεστό” χρήμα στα ταμεία της Σαμπντόρια.

Μετά από 1 χρόνο δικαιώθηκε, αφού η ομάδα προβιβάστηκε στη Serie A, με νέο ηγέτη τον Φραντσέσκο Φλάκι η “παρθενική” σεζόν του στο σύλλογο ήταν η 1η μετά τον υποβιβασμό της ομάδας. Παρότι η μεταγραφική ενίσχυση δεν ήταν σπουδαία, το σύνολο που είχε δημιουργήσει ο Βάλτερ Νοβελίνο από το 2002 διέθετε την απαιτούμενη ώθηση ώστε τη σεζόν 2003-2004 να τερματίσει στην 8η θέση, χάνοντας στις λεπτομέρειες την έξοδο στο Κύπελλο UEFA. Τη νέα σεζόν η Σαμπντόρια εμφανίστηκε ακόμα πιο δυνατή και διεκδίκησε μέχρι τέλους την 4η θέση και την έξοδο στο Champions League, αλλά νικήτρια σε αυτήν τη μάχη αναδείχθηκε η Ουντινέζε.

Η απογοήτευση επέφερε μία χρονιά κατώτερη του προσδόκιμου το 2005-2006, με τη Σαμπντόρια να τερματίζει 12η στη Serie A και να αποκλείεται από τη φάση των ομίλων στο Κύπελλο UEFA (σε όμιλο 5 ομάδων που προκρίνονται 3). Ο Γκαρόνε εμπιστεύθηκε για ακόμα μία σεζόν τον Νοβελίνο, τον οποίο είχε επιλέξει το 2002, και το 2006-2007 η Σαμπντόρια τερμάτισε 9η, κερδίζοντας ευρωπαϊκό “εισιτήριο” μέσω του Κυπέλλου Ιντερτότο. Ο Νοβελίνο ανακοίνωσε την αποχώρησή του, με τον Βάλτερ Ματσάρι να τον διαδέχεται σε σύντομο χρονικό διάστημα, στην πρώτη τόσο σημαντική αποστολή του Τοσκανού τεχνικού, που φέτος έκανε θαύματα με τη Νάπολι.

Ο Γκαρόνε στήριξε τον νέο τεχνικό του, αποκτώντας παίκτες όπως ο Κλαούντιο Μπελούτσι, ο Μοντέλα (αμφότεροι επέστρεψαν) και ο Αντόνιο Κασάνο (δανεικός από τη Ρεάλ Μαδρίτης). Η Σαμπντόρια πραγματοποίησε μία εξαίρετη πορεία, παλεύοντας για την 4η θέση για αρκετά μεγάλο διάστημα και εν τέλει τερματίζοντας στην 6η. Στο Κύπελλο UEFA, πάντως, αποκλείστηκε στον 1ο γύρο από την Άαλμποργκ. Παρά τα τερτίπια του, ο Κασάνο αποδείχθηκε πολύ χρήσιμη προσθήκη στο ρόστερ και ο Γκαρόνε την έκανε μόνιμη, εξαγοράζοντας μέρος των δικαιωμάτων του. Όταν ο “Fantantonio” σουλουπώθηκε και οι συμπαίκτες του βρήκαν το κουμπί για να τον ηρεμούν, έκανε θαύματα στον αγωνιστικό χώρο και τη σεζόν 2008-2009 οδήγησε τη Σαμπντόρια στον τελικό του κυπέλλου Ιταλίας για 7η φορά στην ιστορία της. Το παιχνίδι απέναντι στη Λάτσιο οδηγήθηκε στα πέναλτι μετά το 1-1 των 120 λεπτών, όπου η ομάδα της Γένοβας ηττήθηκε. Στο πρωτάθλημα δεν τα πήγε τόσο καλά, αφού τερμάτισε 13η, ενώ στο Κύπελλο UEFA πέρασε από τη φάση των ομίλων, αλλά αποκλείστηκε από τη Μέταλιστ.

Το μαγικό 2009-2010

Το εξάμηνο που είχε προηγηθεί πριν την έναρξη της σεζόν 2009-2010 χρησίμευε στο να αποκτήσει μία χημεία η ομάδα και δη η εμπροσθοφυλακή της. Η πανάκριβη απόκτηση του Τζιαμπάολο Πατσίνι από τη Φιορεντίνα τον Ιανουάριο του 2009 δημιούργησε πολλές προσδοκίες στον κόσμο, με τα πρώτα δείγματα συνεργασίας του με τον αδιαμφισβήτητο ηγέτη της ομάδας, τον Κασάνο, να είναι θετικά. Το καλοκαίρι του 2009 έφτασε ακόμα ένα νέο πρόσωπο στο Μαράσι, ο Λουίτζι ντελ Νέρι. Ο Ιταλός τεχνικός ανέλαβε από τον Ματσάρι (που έφυγε για τη Νάπολι) και μαζί του κατέφθασαν οι Λουτσιάνο Τζάουρι, Ντανιέλε Μανίνι, Φράνκο Σεμιόλι, Φερνάντο Τισόνε, Νίκολα Πότσι και επέστρεψε ο Αντρέα Πόλι, στον κορμό των Ντανιέλε Γκασταλντέλο, Άντζελο Παλόμπο, Κασάνο και Πατσίνι. Τα αποτελέσματα έγιναν ορατά από την 1η στιγμή, με τη Σαμπντόρια να αρχίζει τη σεζόν με 4 νίκες και να κάνει τη 2η ήττα της μόλις στη 10η αγωνιστική. Οι Πατσίνι και Κασάνο συνεννοούνταν μέσα στο γήπεδο με κλειστά μάτια και οι φίλαθλοι της “Σαμπ”, με μία δόση ιεροσυλίας, όταν έκαναν το ίδιο με τους 2 Ιταλούς επιθετικούς τους έρχονταν στο μυαλό το καταιγιστικό δίδυμο Μαντσίνι-Βιάλι.

Η περαιτέρω ενίσχυση τον Ιανουάριο με τον Μάρκο Στοράρι, ίσως στο κορυφαίο 6μηνό της καριέρας του, και με τον Στεφάνο Γκουμπέρτι, προϊδέαζε για τους στόχους της Σαμπντόρια στο τέλος της σεζόν. Η χαμηλή βαθμολογική θέση της τον Δεκέμβριο δεν επέτρεπε να κάνει μεγάλα όνειρα, αλλά ένα κομβικό εκτός έδρας παιχνίδι με την Ουντινέζε, έφερε την ανατροπή. Ο Ντελ Νέρι είχε αποκλείσει αρκετούς πρωτοκλασάτους παίκτες από την αποστολή, μεταξύ των οποίων και τον Κασάνο, ωστόσο η Σαμπντόρια νίκησε 3-2. Ακολούθησε μία σειρά θετικών αποτελεσμάτων, με τον Κασάνο να μουρμουρίζει, αλλά να μην μπορεί να αντιπαρατεθεί δημοσίως εφόσον η ομάδα έπαιρνε αποτελέσματα εν τη απουσία του. Όταν τους τελευταίους 2 μήνες ο ντελ Νέρι τον επανέφερε στην ομάδα, ο Κασάνο (που στο μεταξύ είχε ανακτήσει την διεθνή ιδιότητά του), επιβεβαίωσε το ταλέντο του και με ορισμένες εκπληκτικές και ουσιώδεις εμφανίσεις, διατήρησε τη Σαμπντόρια στην 4η θέση. Την τελευταία αγωνιστική, η ομάδα της Γένοβας νίκησε 1-0 τη Νάπολι και κρατήθηκε πάνω από την Παλέρμο, κερδίζοντας το προνόμιο των προκριματικών του Champions League, έχοντας μπάτζετ λιγότερο από το ένα τέταρτο της πρωταθλήτριας Ίντερ.

Ερασιτεχνικά λάθη

Η (κυριολεκτικά) επόμενη μέρα των πανηγυρισμών στη Γένοβα, άφησε ένα “μούδιασμα” στις τάξεις των φιλάθλων. Ο Ντελ Νέρι επιβεβαίωνε την αποχώρησή του για τη Γιουβέντους, μαζί με τον αθλητικό διευθυντή Μπέπε Μαρότα, τον “αρχιτέκτονα” αυτής της ομάδας. “Όταν στις επιχειρήσεις μου άλλαζαν οι διευθυντές, τα πράγματα πήγαιναν πάντα προς το καλύτερα”, καθησύχασε ο Γκαρόνε, ο οποίος προσέλαβε τον Μίμο ντι Κάρλο, αλλά απέφυγε να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη για μεταγραφές. “Κρατήσαμε τους πιο δυνατούς παίκτες μας”, πανηγύριζε αργότερα, ωστόσο ο Αύγουστος άρχισε με το αριστερό. Η κλήρωση με τη Βέρντερ Βρέμης στα πλέι οφ κρίθηκε βατή. Το τέρμα του Πατσίνι στα τελευταία λεπτά του αγώνα της Γερμανίας έδινε ελπίδες στους Ιταλούς, που χρειάζονταν μεταμόρφωση μετά την ήττα με 3-1. Την πέτυχαν και 2 γκολ του Πατσίνι, μαζί με 1 του Κασάνο έδιναν την πρόκριση στους ομίλους στη Σαμπντόρια για 93’ λεπτά. Τότε ήταν που ο Μάρκους Ρόζενμπεργκ ισοφάριζε το σκορ του 1ου αγώνα για τους Γερμανούς και στην παράταση ο Κλαούντιο Πισάρο έκανε την ολική ανατροπή, με το “εισιτήριο” και τα δεκάδες εκατομμύρια ευρώ να καταλήγουν στη Βρέμη.

Η πρώτη απογοήτευση μετριάστηκε από την καλή εκκίνηση στη σεζόν. Νίκη 2-0 επί της Λάτσιο και κυρίως ισοπαλία 3-3 στο Τορίνο απέναντι στη Γιουβέντους του ντελ Νέρι και του Μαρότα. Μέχρι εκεί όμως. Ένα σερί άσχημων αποτελεσμάτων έφεραν πανικό στην ομάδα. Η εκτός έδρας ισοπαλία 1-1 με την (επίσης προβληματική) Ίντερ, με τον Σαμουέλ Ετό, μάλιστα, να ισοφαρίζει στο 80’, θα μπορούσε να αντιστρέψει το άσχημο κλίμα, εάν αυτό το ματς δεν αποδεικνυόταν το τελευταίο παιχνίδι του Κασάνο στα χρώματα των “μπλουτσερκιάτι”. Ένας καυγάς που είχε ο ιδιόρρυθμος επιθετικός με τον Γκαρόνε σχετικά με μία εκδήλωση φιλάθλων από την οποία απουσίασε, μαζί με τους χαρακτηρισμούς ( “παλιόγερε”) που χρησιμοποίησε, τον έθεσαν εκτός ομάδας. Η απολογία δεν έφτασε ποτέ στο γραφείο του ιδιοκτήτη του συλλόγου και την επόμενη αγωνιστική, η βλασφημία ενάντια στα Θεία του Πότσι επέφερε τιμωρία 1 αγωνιστικής και σε αυτόν. Το κλίμα είχε διαταραχθεί ανεπανόρθωτα.

Η νίκη 3-2 επί της Λέτσε στο “Βία ντελ Μάρε” με χατ τρικ του Πατσίνι αποτέλεσε ιστορική νίκη. Αυτό διότι για τα επόμενα 871 λεπτά η Σαμπντόρια απέτυχε να σκοράρει μακριά από τη Γένοβα! Παρότι μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου είχε ηττηθεί μόλις 2 φορές, από τη νίκη απέναντι στην (από τότε) ουραγό Μπάρι με 3-0 σηματοδότησε ένα ανεπίτρεπτο αρνητικό σερί. Σε συνδυασμό με τον αποκλεισμό στη φάση των ομίλων του Europa League από την Αϊντχόφεν (ξανά στις καθυστερήσεις), η πορεία της Σαμπντόρια πήρε την κατιούσα. Ο αρχηγός Παλόμπο ζήτησε μεταγραφές τον Ιανουάριο. “Ο Παλόμπο μπορεί να σκάσει”, απάντησε ο Γκαρόνε, που είχε διαφορετικά σχέδια στο μυαλό του.

Το ζήτημα Κασάνο δεν είχε επιλυθεί. Από τον Οκτώβριο ο Γκαρόνε προσπαθούσε να τον ξεφορτωθεί βλέποντας πως ο Ιταλός δεν ζητούσε συγγνώμη, αν και ήταν φανερό πως είχε μετανιώσει για την στάση του. Η Μίλαν βρήκε τον τρόπο να τον αποκτήσει δίνοντας στη Σαμπντόρια και τη Ρεάλ Μαδρίτης ελάχιστα χρήματα σε σχέση με την αξία του παίκτη που αποκτούσε. Ο Γκαρόνε δεν έμεινε ευχαριστημένος με τα έσοδα, τα οποία επεδίωξε να καλύψουν τα χαμένα κέρδη από τον αποκλεισμό στο Champions League. Προχώρησε σε κίνηση-ματ για την ίδια την ομάδα του. Ο Πατσίνι στην Ιντερ έναντι 12.000.000 ευρώ συν τον Ζονατάν Μπιαμπιανί. Μαζί με την πώληση του Γκουίντο Μαριλούνγκο, η Σαμπντόρια είχε κερδίσει περίπου 20.000.000 ευρώ μέσα στη μεταγραφική περίοδο. Είχε χάσει την κατηγορία, όμως, έστω κι αν δεν το αντιλαμβανόταν εκείνη τη στιγμή…

Οι αντικαταστάτες του επιθετικού ντουέτου που έφερε τη Σαμπντόρια στη δική της κορυφή προ 6 μηνών ήταν επιεικώς ανεπαρκής. Ο πολυδιαφημισμένος επιθετικός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ Φεντερίκο Μακέντα και ο γυρολόγος Μάσιμο Μακαρόνε. Μόνο οι αφελείς θα μπορούσαν να πιστέψουν πως η Σαμπντόρια θα μπρούσε να ανακάμψει με τέτοιο υπόβαθρο. Η κάκιστη χρονιά των παικτών-“κλειδιών” της περσινής επιτυχίας και η αποχώρηση των Κασάνο και Πατσίνι οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή. “Ολα κύλησαν σύμφωνα με το σχέδιο”, διαβεβαίωνε ο αθλητικός διευθυντής Ντοριάνο Τόζι, όμως τα αποτελέσματα δεν βελτιώνονταν. Στις 3 Φεβρουαρίου οι φίλαθλοι έκαναν συνέλευση και προσκάλεσαν τον Γκαρόνε, αλλά αυτός ντύθηκε… Κασάνο και απουσίασε. Στην ανακοίνωση που εξέδωσε ο οργανωμένος κόσμος της Σαμπντόρια ζήτησε την απομάκρυνση του Ντι Κάρλο, αλλά η επιθυμία τους δεν υλοποιήθηκε. Μέχρι την ήττα από την Τσεζένα στο “Λουίτζι Φεράρις”, που έφερε για πρώτη φορά τη Σαμπντόρια κάτω από την ζώνη του υποβιβασμού.

Κατρακύλα δίχως τέλος

Μετά το τέλος του αγώνα οι οπαδοί ξέσπασαν. Αποχωρώντας από το γήπεδο επιχείρησαν να εισβάλλουν στα αποδυτήρια, αλλά απωθήθηκαν από τις δυνάμεις ασφαλείας και την αστυνομία. Ο ντι Κάρλο έγινε ο πρώτος προπονητής που απολύεται επί εποχής Γκαρόνε. Η αντικατάστασή του με τον Αλμπέρτο Καβαζίν, έναν προπονητή απών από τη Serie A τα τελευταία 4 χρόνια και προσφάτως απολυμένο από την Μπελιντσόνα ήταν το τελευταίο καρφί στον σταυρό της Σαμπντόρια. Τέσσερις ήττες και 1 ισοπαλία ακολούθησαν στα επόμενα 5 ματς και η αποστολή της Σαμπντόρια ταξίδεψε στο Μιλάνο για το παιχνίδι με την πρωτοπόρο Μίλαν του Κασάνο. Ο Ιταλός σκόραρε με πέναλτι, οι “ροσονέρι” νίκησαν 3-0 και η επιστροφή της αποστολής εξελίχθηκε με επεισοδιακό τρόπο. Μία ομάδα οπαδών έστησε ενέδρα στο πούλμαν που μετέφερε την ομάδα και άρχισε να το χτυπά με ρόπαλα και πέτρες μόλις μπήκε στη Γένοβα.

Τα επεισόδια συνεχίστηκαν στην αρχή της επόμενης εβδομάδας. Στο προπονητικό κέντρο του Μπολιάσκο εμφανίστηκαν απειλητικά μηνύματα σε γκραφίτι. Έξω από τις εγκαταστάσεις είχαν συγκεντρωθεί φίλαθλοι για να αποδοκιμάζουν τους παίκτες κατά την άφιξη και την αναχώρησή τους. Οι απόπειρες του Καβαζίν να ηρεμήσει το πλήθος απλώς όξυνε την αντιπαράθεση. Ο Ιταλός τεχνικός δήλωσε ότι συμμερίζεται την αγωνία τους και πως έχασε 7 κιλά από την ημέρα που προσελήφθη, αλλά γύρισε τρέχοντας στο προπονητικό κέντρο με τον κόσμο να απειλεί πως θα τον κυνηγήσει εάν η ομάδα δεν κερδίσει τα επόμενα 3 ματς. Η διοίκηση αποφάσισε να μεταφέρει τις προπονήσεις της στη Ρώμη για το υπόλοιπο της εβδομάδας.

Η αναμέτρηση με την ουραγό και υποβιβασμένη Μπάρι έσπασε την κατάρα των εκτός έδρας γκολ, με τον Πότσι να δίνει τη νίκη 1-0 στη Σαμπντόρια. Το κλίμα ηρέμησε κάπως (οι προπονήσεις διατηρήθηκαν επί ρωμαϊκού εδάφους), η ομάδα ανέβηκε την ζώνη του υποβιβασμού, ωστόσο στο κόλπο έμπαινε και η Τζένοα, η οποία αντιμετώπιζε την αντίπαλο της Λέτσε στη μάχη παραμονής και έχανε πρώτα 1-0 και μετά 2-1 (προς τέρψιν των φίλων της που είχαν πανό “ας τους στείλουμε κάτω στη Serie B”). Εν τέλει νίκησε 4-2, αλλά ο κλοιός έσφιγγε για την Σαμπντόρια.

Η ισοπαλία 3-3 επί της Μπρέσια κρατούσε “ζωντανή” την ομάδα του Καβαζίν, ωστόσο την επόμενη αγωνιστική δοκιμαζόταν στο ίδιο της το γήπεδο, στο τοπικό ντέρμπι με την Τζένοα. Το παιχνίδι ήταν συναρπαστικό, οι μονομαχίες ανήλεες και η αγωνία χτύπησε κόκκινο. Ο Αντόνιο Φλόρο Φλόρες έδωσε προβάδισμα στην Τζένοα, αλλά ο Πότσι ισοφάρισε στο 66’ για την “φιλοξενούμενη” Σαμπντόρια. Στο 90’ αποβλήθηκε ο Τζιαντομένικο Μέστο για τους “γκριφόνι”, ωστόσο στο 97’, κι ενώ ο βοηθός είχε υποδείξει 6 λεπτά καθυστερήσεις, ο Μάουρο Μποσέλι έδωσε το τελειωτικό πλήγμα στη Σαμπντόρια, δίνοντας τη νίκη 2-1 στην Τζένοα. Τα πανό των “φίλε μας Γκαρόνε” στις εξέδρες γιόρταζαν τον διαφαινόμενο υποβιβασμό των “αιώνιων” αντιπάλων.

Ο συνδυασμός αποτελεσμάτων έφερε τη Σαμπντόρια ξανά στη διακεκαυμένη ζώνη, με μικρή διαφορά από τη Λέτσε, αλλά χειρότερο πρόγραμμα στις 2 εναπομείνασες αγωνιστικές. Ο Καβαζίν άφησε στον πάγκο των τραγικό στις τελευταίες αγωνιστικές Τζιανλούκα Κούρτσι, για λογαριασμό του πρώτου ξένου τερματοφύλακα στην ιστορία του συλλόγου, Ζούνιορ ντα Κόστα. Καμία βελτίωση. Η αναμέτρηση στο “Λουίτζι Φεράρις” απέναντι στην Παλέρμο αποδείχθηκε η τελευταία στη Serie A. Οι “ροζανέρι” επικράτησαν 2-1 μπροστά στα έκπληκτα μάτια των φίλων της Σαμπντόρια, που μαθαίνοντας τη νίκη της Λέτσε στο τοπικό ντέρμπι με την Μπάρι, δεν τους έβγαιναν τα κουκιά των υπολογισμών. Πλέον δεν υπήρχε τρόπος να σωθεί η “Σαμπ”, ήταν και μαθηματικά ομάδα της Serie B.

Η Σαμπντόρια ήταν η χειρότερη ομάδα της Ιταλίας στον 2ο γύρο μαζί με την Μπάρι. Η ήττα 3-1 στο “Ολίμπικο” κόντρα στη Ρόμα την τελευταία αγωνιστική περιόρισε τη συγκομιδή του Καβαζίν σε μόλις 5 πόντους σε 9 αγώνες. Οι 36 βαθμοί είναι οι λιγότερη στην ιστορία του συλλόγου σε χρονιά που η νίκη αποφέρει 3 πόντους. Η Σαμπντόρια 2011 ήταν η σκιά της Σαμπντόρια 2010 και πήρε ακριβώς αυτό που της άξιζε, η πτώση στη Serie B. Τα δάκρυα του Παλόμπο, μιας εκ των απογοητεύσεων της σεζόν, μπροστά στους φίλους της Σαμπντόρια μετά το ματς της Ρώμης, δεν μπορούσαν να μεταβάλουν την πραγματικότητα. Ούτε τα λόγια του υιού Γκαρόνε, Εντοάρντο, που υποσχόταν άμεση επιστροφή στα “μεγάλα σαλόνια” ηχούσαν πειστικά στα αυτιά των φίλων της ομάδας.

Και σαν να μην έφτανε αυτό για τους αγνούς οπαδούς του συλλόγου, για 1η φορά μετά από περισσότερο από 30 χρόνια, μοναδική εκπρόσωπος της πόλης τους στη Serie A θα είναι η Τζένοα… Οκτώ χρόνια μετά την άνοδο του 2003, 19 χρόνια μετά τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1992, 20 χρόνια από την κατάκτηση του μοναδικού πρωταθλήματος της Σαμπντόρια, 12 μήνες μετά την έξοδο στο Champions League, το “παραμύθι” των “μπλουτσερκιάτι” μετατράπηκε σε εφιάλτη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

24MEDIA NETWORK