X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

Η ποδοσφαιρική φλόγα θα καίει αιώνια στην καρδιά του Μιούρα

Η ιστορία του Καζουγιόσι Μιούρα ξεκίνησε από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970, τον Πελέ και μια κάμερα 8 χιλιοστών. Σήμερα, σε ηλικία 53 ετών, ο γηραιότερος σκόρερ όλων των εποχών και εν ενεργεία ποδοσφαιριστής της Γιοκοχάμα, είναι ακόμη το 15χρονο αγόρι που μετακόμισε στη Βραζιλία με λίγα Πορτογαλικά και πολλά όνειρα το 1982.

Ο Καζουγιόσι Μιούρα χαιρετάει φιλάθλους της Sydney FC, στις 13 Νομεβρίου 2005. AP PHOTO/MARK BAKER

Κατέχει το ρεκόρ Guinness για τον γηραιότερο σκόρερ στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Συμπεριλήφθηκε στο παιχνίδι FIFA 2020, όπου πρωτοεμφανίστηκε πριν από... 24 χρόνια. Η παρουσία του στην αναμέτρηση Γιοκοχάμα - Σαγκάν Τόσου για τον δεύτερο γύρο του League Cup Ιαπωνίας, πρόσφερε σε ένα 'ασήμαντο' ματς μια παγκόσμια απήχηση. Στα 53 του χρόνια, ο Καζουγιόσι Μιούρα δεν έχει καμία διάθεση να πει 'αντίο' στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Διανύοντας μια καριέρα με διάρκεια 15 χρόνων παραπάνω από τον μέσο όρο.

Η ιστορία του, όπως την διηγήθηκε στο BBC, ξεκίνησε από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970, τον Πελέ και μια κάμερα 8 χιλιοστών.

"Ο πατέρας μου ήταν στο Μεξικό το 1970 για να παρακολουθήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο. Μαγνητοσκόπησε τους αγώνες με βιντεοκάμερα 8 mm. Εκείνη την εποχή αγωνιζόταν ο Πέλε και μεγάλωσα βλέποντας το βίντεο που τράβηξε ο πατέρας μου".

Ο Μιούρα ήταν μόλις τριών ετών το 1970, αλλά το υλικό που είχε συγκεντρώσει ο πατέρας του έπαιζε σε λούπα και είχε τελικά έναν μόνιμο αντίκτυπο.

"Έγινα οπαδός του ποδοσφαίρου της Βραζιλίας. Από τη στιγμή που ήμουν μικρό παιδί, ήθελα να ζήσω ως επαγγελματίας παίκτης".

Ο πατέρας του 53χρονου σήμερα Μιούρα είχε δεσμούς με τη Βραζιλία και ο έφηβος τότε γιος του εγκατέλειψε το σχολείο στην πόλη Shizuoka σε ηλικία 15 ετών, προκειμένου να μετακομίσει εκεί.

"Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε J-League (το επαγγελματικό ιαπωνικό πρωτάθλημα που ξεκίνησε το 1993). Έτσι δεν υπήρχε τρόπος να γίνεις επαγγελματίας ποδοσφαιριστής στην Ιαπωνία".

Υπέγραψε στην CA Juventus, μια επαγγελματική ομάδα στο Σάο Πάολο, ωστόσο το ξεκίνημα του ήταν ζόρικο. Έμενε σε κοιτώνα μαζί με άλλους παίκτες των τμημάτων υποδομής, ηλικίας 15 έως 20 ετών, και μιλούσε λίγα Πορτογαλικά.

"Δεν μπορούσα να καταλάβω τη γλώσσα και τα έθιμα ήταν διαφορετικά, οπότε φυσικά ένιωθα μοναξιά. Οι τρεις πρώτοι μήνες ήταν πραγματικά σκληροί".

Όμως ο νεαρός ακόμη Μιούρα ήταν αποφασισμένος να βελτιωθεί. Έπεσε με τα... μούτρα στις προπονήσεις. Έμαθε καλά Πορτογαλικά. Έκανε φίλους. Έπρεπε να πετύχει στη Βραζιλία επειδή, στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε εναλλακτικό σχέδιο. Όταν ρωτήθηκε αν υπήρχε μια η προοπτική μιας διαφορετικής καριέρας, αν δεν τα είχε καταφέρει στο ποδόσφαιρο, απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια.

"Δεν έχω ιδέα... Το μόνο που ήθελα ήταν να είμαι ποδοσφαιριστής. Αυτή είναι λοιπόν η πιο δύσκολη ερώτηση".

Το 1986, τρία χρόνια μετά τη μετακόμισή του στη Βραζιλία, ο Μιούρα υπέγραψε στην Santos, ομάδα στην οποία ο Πελέ έπαιξε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του. Αγωνίστηκε και στις Matsubara, CRB, Piracicaba, Coritiba την επόμενη τετραετία, πριν πάρει τον δρόμο της επιστροφής στην Ιαπωνία το 1990 ως ένας ανερχόμενος σούπερ σταρ. Το 1993, την πρώτη σεζόν της J-League, ο Μιούρα ανακηρύχθηκε ο πολυτιμότερος παίκτης της διοργάνωσης - ξεπερνώντας, μεταξύ άλλων, τον σπουδαίο Γκάρι Λίνεκερ.

Το 1994, πήγε ως δανεικός στην ιταλική Τζένοα και έγινε ο πρώτος Ιάπωνας παίκτης στη Serie A. Χρειάστηκε χειρουργική επέμβαση μετά το πρώτο του παιχνίδι - χτύπησε σε μια σύγκρουση με τον θρυλικό Φράνκο Μπαρέζι - σημείωσε μόνο ένα γκολ και έμεινε μόνο μία σεζόν στην Ιταλία. Αλλά η σύντομη θητεία του στην Serie A ήταν αρκετή για να αυξήσει τη δημοφιλία του στην πατρίδα του.

"Είναι δύσκολο να αγνοήσουμε το πόσο σημαντικός είναι", λέει ο Σον Κάρολ, αθλητικογράφος στην Ιαπωνία.

"Είναι εγγενώς συνδεδεμένος με τη γέννηση και την ανάπτυξη του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στη χώρα, έχει αποκτήσει ένα... θεϊκό status, κατά κάποιον τρόπο όπως συνέβη με τον Μαραντόνα στην Αργεντινή. Υπάρχει μια ολόκληρη γενιά επαγγελματιών παικτών, ίσως ακόμη και δύο γενιές τώρα, που τον αναφέρουν ως πρότυπο τους όταν ήταν παιδιά".

Το 2005, σε ηλικία 38 ετών ο Μιούρα υπέγραψε με την Γιοκοχάμα, στην ιαπωνική δεύτερη κατηγορία. Έγινε βασικός παίκτης, πραγματοποιώντας 39 συμμετοχές, καθώς η ομάδα κέρδισε την άνοδο της στην κορυφαία κατηγορία το 2006.

Ακολούθησε ο υποβιβασμός, ωστόσο ο Μιούρα παρέμεινε στο ρόστερ της Γιοκοχάμα. Σπάνια τραυματίζεται και προφανώς εκπλήσσει τους πάντες γύρω του για τη φυσική του κατάσταση.

"Σίγουρα χρειάζομαι περισσότερο χρόνο από τους νεότερους παίκτες για να επανέλθω μετά από την προπόνηση ή ένα παιχνίδι. Αλλά παρά το γεγονός ότι είναι πολύ δύσκολο, έχω αυτό το πάθος να θέλω να παίξω, αυτή είναι η δύναμη που με κάνει να συνεχίζω".

Ο Μιούρα δεν έχει απλά την θέληση ή την φυσική κατάσταση για να παίζει μέχρι σήμερα. Είναι και η δημοφιλία του που τον βοηθά και η οποία πηγάζει μέσα από τον χαρακτήρα του. Όσοι τον έχουν γνωρίσει συμφωνούν πως είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος.

Ο συντάκτης του περιοδικού J Soccer, Άλαν Γκίμπσον, γνώρισε για πρώτη φορά τον Μιούρα το 1993 και διαιτήτευσε σε φιλικά παιχνίδια όταν ο Ιάπωνας σταρ έπαιζε στην Vissel Kobe στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

"Ήταν κύριος στο γήπεδο - μου άρεσε πολύ να σφυρίζω όταν έπαιζε εκείνος. Όλοι τον αγαπούν. Αν και είναι "ο Βασιλιάς", δεν έπαιξε σε Παγκόσμιο Κύπελλο. Και, καθώς έπαιζε για τη Γιοκοχάμα για τόσο καιρό, δεν έχει κερδίσει πρόσφατα ένα πρωτάθλημα με μια ομάδα που όλοι μισούν".

Αυτή η δημοτικότητα κάνει περισσότερους ανθρώπους να παρακολουθούν παιχνίδια της Γιοκοχάμα - "Αν γνωρίζουν ότι παίζει, επιπλέον 3.000 ή 4.000 άτομα εμφανίζονται", υποστηρίζει ο Γκίμπσον.

Ο Σον Κάρολ υπογραμμίζει ότι η εμπειρία του Μιούρα είναι σημαντική στα αποδυτήρια της Γιοκοχάμα αλλά συμφωνεί ότι η εξαιρετικά μακρά καριέρα του λέει κάτι για την ιαπωνική κοινωνία ευρύτερα.

"Η ιεραρχία είναι απίστευτα σημαντική στην Ιαπωνία ούτως ή άλλως, αλλά όταν έχεις συνεισφέρει όσα εκείνος, τότε πάντα θα έχεις ένα συμβόλαιο".

Ο 53χρονος Μιούρα συχνά ερωτάται ποιο είναι το μυστικό για την καριέρα του. Επιμένει ότι δεν υπάρχει κανένα μυστικό - εκτός από τη σκληρή δουλειά και την αφοσίωση. Αλλά ίσως το μυστικό έρχεται μέσα από την απάντηση στο τελευταίο ερώτημα.

Μήπως ο παίκτης που προπονείται καθημερινά στη Γιοκοχάμα, απολαμβάνει ακόμη και σήμερα να κλωτσάει μια μπάλα όσο και το 15χρονο αγόρι που μετακόμισε στη Βραζιλία με λίγα Πορτογαλικά και πολλά όνειρα;

"Ναι, μου αρέσει ακόμα να παίζω ποδόσφαιρο, κάθε στιγμή... Πραγματικά, το απολαμβάνω ακόμη περισσότερο από ό, τι όταν ήμουν στη Βραζιλία...".

Ο Μιούρα μέχρι σήμερα μετράει 665 επίσημες συμμετοχές σε συλλογικό επίπεδο (περισσότερα από 44.000 λεπτά στο χορτάρι) με απολογισμό 187 γκολ, 4 ασίστ, 37 κίτρινες και καμία αποβολή. Με την εθνική Ιαπωνίας έχει σκοράρει 55 τέρματα σε 89 εμφανίσεις.

24MEDIA NETWORK