X

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας αποθηκεύουμε ή/και έχουμε πρόσβαση σε πληροφορίες σε μια συσκευή, όπως cookies και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως μοναδικά αναγνωριστικά και τυπικές πληροφορίες που αποστέλλονται από μια συσκευή για εξατομικευμένες διαφημίσεις και περιεχόμενο, μέτρηση διαφημίσεων και περιεχομένου, καθώς και απόψεις του κοινού για την ανάπτυξη και βελτίωση προϊόντων. Με την άδειά σας, εμείς και οι συνεργάτες μας ενδέχεται να χρησιμοποιήσουμε ακριβή δεδομένα γεωγραφικής τοποθεσίας και ταυτοποίησης μέσω σάρωσης συσκευών. Μπορείτε να κάνετε κλικ για να συναινέσετε στην επεξεργασία μας και των συνεργατών μας όπως περιγράφεται παραπάνω. Εναλλακτικά, μπορείτε να αποκτήσετε πρόσβαση σε πιο λεπτομερείς πληροφορίες και να αλλάξετε τις προτιμήσεις σας πριν από τη συγκατάθεσή σας ή να αρνηθείτε να δώσετε τη συγκατάθεσή σας. Λάβετε υπόψη ότι κάποια επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων ενδέχεται να μην απαιτεί τη συγκατάθεσή σας, αλλά έχετε το δικαίωμα να αντιταχθείτε σε αυτήν την επεξεργασία. Οι προτιμήσεις μας θα ισχύουν μόνο για αυτόν τον ιστότοπο.

Το Holy Grail του Ολυμπιακού

Από τις πέτρινες δεκαετίες του Ολυμπιακού στην Τούμπα και την ομάδα του Κοσκωτά που "ξεγυμνώθηκε" στις Σέρρες από τον ΠΑΟΚ με 6-1, στη σεζόν 1991-92 και την πρώτη νίκη στο βορρά μετά από 23 χρόνια. Photostop στην ερυθρόλευκη περιπλάνηση για σειρά ετών που κατέληξε στην εύρεση του Άγιου Δισκοπότηρου.

Διαχρονικά, ελάχιστα παιχνίδια στο ελληνικό ποδόσφαιρο είναι πραγματικά «ντέρμπι». Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός το ντέρμπι των αιωνίων, Παναθηναϊκός-ΑΕΚ το ντέρμπι των Αθηνών, Άρης-ΠΑΟΚ το ντέρμπι της Θεσσαλονίκης. Υπάρχει ακόμη ένα: το ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός της Τούμπας, το παιχνίδι για το οποίο ζούσε και ανέπνεε η Θεσσαλονίκη ανά δεκαετίες. Ένα παιχνίδι γεμάτο ιστορία, ιδιαιτερότητες, παράδοση, ανέκδοτα, ένα σωρό περιστατικά να διηγηθεί κανείς και να μεταφέρει από γενιά σε γενιά και έχει γεννήσει λογής μύθους και πραγματικότητες. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι επρόκειτο για το holy grail του Ολυμπιακού, ένα παιχνίδι που απέκτησε τεράστια σημασία «από την αρπαγή του Κούδα» και μετά.

"Στάση Τούμπα"

Κανείς δεν ξέρει πραγματικά εάν η υπόθεση του Κούδα αποτέλεσε το αίτιο ή την αφορμή για αυτήν τη σφοδρή αντιπαλότητα και την αναγωγή ενός ποδοσφαιρικού αγώνα σε υπόθεση βορρά vs νότου. Γεγονός πάντως είναι, ότι ο ΠΑΟΚ την εκπληκτική παράδοση την έχτισε μετά την κάθοδο του «Μεγαλέξανδρου» στον Πειραιά και το απίστευτο σήριαλ της (μη) μεταγραφής του. Τι κι αν ο Ολυμπιακός του Γουλανδρή σάρωνε τα πάντα στο διάβα του; Το πρόγραμμα πάντοτε έγραφε «στάση Τούμπα». Όπως αρέσκοντο να λένε (και να γράφουν) άπαντες οι σχολιαστές και σχολιογράφοι της εποχής, ο Ολυμπιακός «έχανε από τα Τέμπη», ότι ομάδα και να παρέτασσε στο γήπεδο, όποιον ΠΑΟΚ κι αν έβρισκε απέναντί του. Από το 1971 και μέχρι το «ιστορικό διπλό», το κοντέρ έγραψε 19 ήττες σε 20 παιχνίδια και μόνο μια ισοπαλία – που πανηγυρίστηκε σαν νίκη – την περίοδο 1982-83 που ο Ολυμπιακός (ξανα)πήρε το πρωτάθλημα.

Η μοίρα τα έφερε έτσι και το εμβληματικότερο ματς της «παράδοσης της Τούμπας» δεν έγινε στην Τούμπα, δεν παίχτηκε στη Θεσσαλονίκη. Βρισκόμαστε στη σεζόν 1987/88, ο Πρωταθλητής Ολυμπιακός έχει ξεκινήσει πολύ άσχημα με τον Αλκέτα Παναγούλια στον πάγκο του και κάνει τη χειρότερη σεζόν της ιστορίας του. Σταύρος Νταϊφάς και Μιλτιάδης Μαρινάκης (ο πατέρας του σημερινού Προέδρου του Ολυμπιακού, Βαγγέλη Μαρινάκη) από το καλοκαίρι δείχνουν να συμφωνούν μόνο στην επιλογή του προπονητή.

Ο Μαρινάκης αποστασιοποιείται, ο Νταϊφάς πραγματοποιεί αλλόκοτες κινήσεις για μια ομάδα που μήνες πριν είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα: πωλεί τον πρώτο σκόρερ της ομάδας Νίκο Αναστόπουλο στην ιταλική Αβελλίνο έναντι 52 εκατομμυρίων δραχμών.

Αφήνει ελεύθερο τον Τάκη Λεμονή στην πιο παραγωγική ηλικία του (27 ετών) και επιλέγει ως δίδυμο ξένων τον Πολωνό τερματοφύλακα Γιάτσεκ Καζιμιέρσκι και τον πρώην στράικερ της ΑΕΚ, Χάκαν Σάντμπεργκ.

Η πώληση στον Κοσκωτά

Η ομάδα κάνει περιοδεία στην Αμερική, κατακτά το Σούπερ Καπ κόντρα στον ΟΦΗ, αλλά στο πρωτάθλημα παραπαίει. Το ποτήρι ξεχειλίζει την 7η αγωνιστική όταν μετά την τραγική εμφάνιση του μύωπα Καζιμιέρσκι, ο Ολυμπιακός διαλύεται με 1-4 από τον Παναθηναϊκό και βυθίζεται στη ζώνη του υποβιβασμού χωρίς νίκη στο Πρωτάθλημα και με 6-12 τέρματα. Ο Ολυμπιακός ψυχορραγεί, κάτι πρέπει να γίνει. Η είδηση σκάει σαν βόμβα: ο μεγαλοεπιχειρηματίας Γιώργος Κοσκωτάς 18 Νοεμβρίου του 1987 αγοράζει την ΠΑΕ Ολυμπιακός από το Σταύρο Νταϊφά και υπόσχεται ότι έρχεται να τα σαρώσει όλα στο διάβα του.

Ο μοναδικός που μειοψηφεί και αντιτίθεται στην απόφαση Νταϊφά, είναι ο Μιλτιάδης Μαρινάκης, ο ίδιος άνθρωπος που λίγα χρόνια αργότερα διαφωνεί και το καταθέτει εγγράφως και στη μεταβίβαση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών στον Αργύρη Σαλιαρέλη.

Ο Κοσκωτάς υπόσχεται – και κάνει – απίθανα πράγματα. Μόλις έχει μπει ο Δεκέμβρης, ο Ολυμπιακός είναι ακόμη στην ντροπιαστική προτελευταία θέση της βαθμολογίας με 5 βαθμούς (όλους από ισοπαλίες) και έχει μπροστά του το παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ. Ο Κοσκωτάς δε φείδεται χρημάτων: Καζιμιέρσκι, Σάντμπεργκ, Βαΐτσης, Ζελελίδης, Χάβος, Χαρδαλιάς, Τόγιας, Παπαμιχαήλ, Σεμερτζίδης, Κωστίκος, Ψεύτης, Παπαχρήστου και Αρβανίτης αποζημιώνονται πλουσιοπάροχα και αποδεσμεύονται άμεσα. Ο κόσμος του Ολυμπιακού παραληρεί, η ομάδα «αδειάζει» θέσεις στο ρόστερ και οι μεταγραφές του Κοσκωτά σκάνε με μορφή πολυβόλου. Σε ολόκληρη τη μεταγραφική περίοδο του Δεκεμβρίου τότε, ο Ολυμπιακός αποκτά με απίστευτα ποσά 15 ποδοσφαιριστές: Φούνες, Αγκίρε, Κριεζής, Τσαλουχίδης, Τσιαντάκης, Πλίτσης, Σοφιανόπουλος, Χαντζίδης, Μπανιώτης, Μουστακίδης, Παχατουρίδης, Δρακόπουλος, Νεντίδης, Παπαθεοδώρου, Ταληκριάδης!

Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Κοσκωτάς λίγες ημέρες πριν το παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ, αγοράζει τον ίδιο τον προπονητή του ΠΑΟΚ, τον Τάις Λίμπρεχτς!

Ο Ολυμπιακός έχει κάνει το απίστευτο, έχει αλλάξει εντελώς την ομάδα μεσούσης της περιόδου και ενόσω αντιμετωπίζει σε ένα τρελό και ακραίο σενάριο, ακόμη και το φάσμα του υποβιβασμού ευρισκόμενος στην προτελευταία θέση, πραγματοποιεί τη «μεγάλη αντεπίθεση». Η άνοδος στο βορρά είναι γεμάτη χαμόγελα αισιοδοξίας, το παιχνίδι δεν θα διεξαχθεί στην εχθρική Τούμπα αλλά στις φιλόξενες Σέρρες λόγω τιμωρίας της έδρας του ΠΑΟΚ από επεισόδια των οπαδών του στη Λιβαδειά, ο Ολυμπιακός έχει στον πάγκο τον άνθρωπο που ξέρει το δικέφαλο καλύτερα από την ίδια του την ομάδα, τα ρόστερ των δύο ομάδων απέχουν μίλια μεταξύ τους. Ο ΠΑΟΚ δεν έχει προλάβει καν να αντικαταστήσει το Λίμπρεχτς στην τεχνική ηγεσία της ομάδας και στο ματς καλείται να εκτελέσει χρέη πρώτου προπονητή ο υπηρεσιακός Μιχάλης Μπέλλης, παλαίμαχος ποδοσφαιριστής της ομάδας.

Εκείνος ο ΠΑΟΚ προσπαθούσε να κάνει ένα είδος ανανέωσης από την αρχή της σεζόν, πλάνο το οποίο πήγε περίπατο με την πώληση Λίμπρεχτς. Οι μεταγραφές του καλοκαιριού πενιχρές: ο άγνωστος Ιρλανδός Πολ Μπάνον από τη Μπρέντα, ο Κώστας Λαγωνίδης από την Ξάνθη, ο Μιχάλης Λεοντιάδης από τον Πανδραμαϊκό και ο Νίκολα Νίκιτς από το συμπολίτη Άρη. Η ομάδα προσπαθούσε να ανασυνταχθεί μετά το τραγικό συμβάν Μπλιώνα στη Λάρισα που την είχε επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό, αφού στοχοποιείτο όπου κι αν αγωνιζόταν και ως συνήθως είχε ξεκινήσει ανηλεής πόλεμος των οργανωμένων της Θ4 με τη διοίκηση Χάρη Σαββίδη. Ήταν η πρώτη Κυριακή του Δεκέμβρη σε εκείνο το βροχερό και μουντό απόγευμα στο Δημοτικό Στάδιο των Σερρών. ΠΑΟΚ εναντίον Ολυμπιακού, με τον αδελφό του Γιώργου Κοσκωτά, Σταύρο, να συνοδεύει την αποστολή των ερυθρολεύκων στη Μακεδονία.

Οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ ξεκινούν από τα χαράματα για τις γειτονικές Σέρρες – για οπαδούς του Ολυμπιακού ούτε λόγος στο γήπεδο. Καταφθάνουν κατά χιλιάδες στην πόλη που τους υποδέχεται μουδιασμένα και με τεράστια καχυποψία. Οι ΠΑΟΚτσήδες όμως ζουν στο δικό τους πλανήτη: το Στάδιο γεμίζει πανό, η ατμόσφαιρα παρά το δύσκολο καιρό είναι θερμή και κυριαρχεί η πίστη ότι ο ΠΑΟΚ ακόμη και μακριά από την Τούμπα θα τα καταφέρει και θα διατηρήσει το παράσημό του έναντι στο «κατεστημένο» που του στέρησε τίτλους στη δεκαετία του ’70. Ο Γούναρης παρατάσσει μια ομάδα γεμάτη εκπλήξεις: Τσιπλάκης, Λεοντιάδης, Σερέτης, άπαντες αμούστακα παιδιά που δεν είχαν ιδέα τι σήμαινε να ζεις από κοντά ένα τέτοιο παιχνίδι. Ο ΠΑΟΚ απέναντι στον πλούσιο και υπερφίαλο Ολυμπιακό παρατάσσει τους πολεμιστές του.

Το 6-1 στις Σέρρες

Η καταρρακτώδης βροχή δεν εμποδίζει το δικέφαλο να κάνει εφάμιλλη παράσταση Τούμπας. Η ομάδα μπαίνει στο χόρτο – ή καλύτερα στη λάσπη – με το μαχαίρι στα δόντια και τρώει σίδερα. Με τη συμπλήρωση του 5ου λεπτού, ένας επίσης άσχετος με την ιδιαιτερότητα αυτών των παιχνιδιών ο Πολ Μπανον, μετά από σέντρα του «Γερμανού» Πασχάλη Σερέτη, θα κάνει το 1-0 με μια χλιαρή κεφαλιά που αδυνατεί να αποκρούσει ο Πλίτσης. Δεν περνούν ούτε δέκα λεπτά και ο Σωτήρης Μαυρομάτης με ένα ξερό σουτ από το ύψος της περιοχής κάνει το 2-0. Φάουλ ο Σερέτης, άστοχη έξοδος ο Πλίτσης και ο Θωμάς Σίγγας πριν συμπληρωθεί το 18ο λεπτό με το γόνατο θα γράψει το 3-0. Ο Ολυμπιακός είναι έρμαιο στις διαθέσεις του ΠΑΟΚ, είναι μια κατ’ ευφημισμόν ομάδα που σέρνει το σαρκίο της στο λασπωμένο τερέν των Σερρών και απλώς παρακολουθεί έναν εφιάλτη να εκτυλίσσεται.

Το γήπεδο και οι γύρω πολυκατοικίες που επίσης είναι κατάμεστες από κόσμο, χορεύει μέσα στη βροχή. Ο ΠΑΟΚ πραγματοποιεί μια από τις ιστορικότερες εμφανίσεις του και τα 15 χιλιάδες ζευγάρια μάτια δεν πιστεύουν αυτό που ζουν. Πριν λήξει το ημίχρονο ο Χάρης Μπανιώτης (που μια εβδομάδα αργότερα μεταγράφεται στον Ολυμπιακό!) με προβολή μετά το σουτ του Στέφανου Μπορμπόκη θα κάνει το 4-0 και πλέον η διαγραφόμενη νίκη του ΠΑΟΚ αρχίζει και αποκτά μυθικές διαστάσεις. Στο γήπεδο στήνεται μια απίστευτη γιορτή με κρασί, ουίσκι, τσίπουρα στην εξέδρα να ζεσταίνουν τους αφηνιασμένους ΠΑΟΚτσήδες. Ο Λίμπρεχτς είναι περίλυπος αλλά και πολύ εκνευρισμένος, οι φωνές του στα αποδυτήρια στο ημίχρονο φθάνουν μέχρι τις θέσεις των επισήμων όπου ο Σταύρος Κοσκωτάς είναι σκασμένος.

Ο Ολυμπιακός δείχνει ψήγματα αντίδρασης με την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου, μειώνει με το Γιώτη Τσαλουχίδη, χάνει κάποιες ακόμη σημαντικές ευκαρίες αλλά δεν κατορθώνει να μειώσει περισσότερο με αποτέλεσμα να υποχωρήσει και να απουσιάζει ουσιαστικά από το ματς. Το γήπεδο έχει γίνει πολύ βαρύ, οι φανέλλες των παικτών γεμάτες λάσπη, το φως λιγοστό από τα πυκνά σύννεφα στο σερραϊκό ουρανό και οι ΠΑΟΚτσήδες ολοκληρώνουν το τελετουργικό: ανάβουν κεριά και τσακμάκια στην εξέδρα, τραγουδούν το πολύ δημοφιλές «έλεος έλεος» εκείνης της εποχής, στο 5-1 όμως του Στέφανου Μπορμπόκη στο 75ο λεπτό εξαντλούν την ευρηματικότητά τους: «εκατό εκατό κατοστάρα εκατό, κατοστάρα εκατό»! Θαρρείς και τους το χρωστά η μοίρα, έρχεται και το κερασάκι στην τούρτα ένα λεπτό πριν την συμπλήρωση των ενενήντα: 6-1 και πάλι από το Στέφανο Μπορμπόκη.

Δεν έχει σημασία πως, δεν έχει σημασία ποιος, έχει σημασία ότι με το έκτο γκολ ο Ολυμπιακός υπέστη την πιο βαριά ήττα στην ιστορία του επαγγελματικού πρωταθλήματος, ρεκόρ που κρατάει μέχρι σήμερα, 28 ολόκληρα χρόνια μετά και μάλλον θα κρατήσει πολλά χρόνια ακόμη. Η λήξη του αγώνα στο βουκολικό τοπίο του γηπέδου των Σερρών μοιάζει με λύτρωση για τον Ολυμπιακό και σταθμό στην ιστορία για τον ΠΑΟΚ. Εκείνο το 6-1 θα μεγαλώσει γενιές ΠΑΟΚτσήδων, θα ισχυροποιήσει τον ασπρόμαυρο μύθο στη Μακεδονία, θα γεννήσει νέους οπαδούς. Ο «φτωχός» ΠΑΟΚ του Χάρη Σαββίδη, με τον υπηρεσιακό Μιχάλη Μπέλλη στην άκρη του πάγκου και με διάττοντες αστέρες όπως ο ομογενής εκ Γερμανίας – κορυφαίος στο ματς – Πασχάλης Σερέτης, διέλυσε το ζάμπλουτο Ολυμπιακό του Κοσκωτά, που του «αγόρασε» τον προπονητή και είχε τόσα λεφτά που 50 εκατομμύρια του ζητούσες και τα διπλάσια σου έδινε.

Ιστορικές οι στιγμές, η εμβληματικότερη από «τις 19 στις 20» νίκες έγινε εκείνο το βροχερό απόγευμα στις Σέρρες και στοίχειωνε τον Ολυμπιακό μέχρι μια άλλη βροχερή ημέρα, 5 χρόνια αργότερα στη Θεσσαλονίκη. Ήταν το απόγευμα που έδωσε τέλος στην ισχυρότερη παράδοση στην ιστορία των ελληνικών ντέρμπι, το απόγευμα που ο Ολυμπιακός ξόρκισε το κακό και με μια καθηλωτική εμφάνιση διέλυσε τον ΠΑΟΚ μέσα στην Τούμπα, αποδίδοντας κατά διαστήματα εκπληκτικό ποδόσφαιρο. Εάν το 6-1 των Σερρών ήταν μια απάντηση ψυχής, το 1-2 του 1992 στην Τούμπα, ήταν η αποθέωση της ανωτερότητας. Ήταν το απόγευμα που ο Ολυμπιακός μετά από 23 χρόνια, επανέλαβε το ρεσιτάλ της 21 Σεπτεμβρίου του 1969 όταν και είχε ξαναφύγει νικητής με το ίδιο σκορ από το γήπεδο της Τούμπας. Να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.

Νίκη 23 χρόνια μετά

Αμφότερες οι ομάδες για διαφορετικούς λόγους δεν διάγουν τις ενδοξότερες των περιόδων τους. Ο ΠΑΟΚ ταλανίζεται από τη βαρύτατη σύγκρουση των οργανωμένων οπαδών του με τη διοίκηση του Θωμά Βουλινού, ο κόσμος κάνει αποχή από την Τούμπα, η ομάδα νοσεί. Η σεζόν ξεκίνησε μεν αισιόδοξα με κάποιες ελπιδοφόρες μεταγραφές, τον Μίροσλαβ «Τσίρο» Μπλάζεβιτς στον πάγκο και τον αντρίκειο αποκλεισμό της Μαλίν, αλλά στο Πρωτάθλημα ο δικέφαλος παρέπαιε. Μόλις 38 βαθμοί σε 32 αγώνες, ένας ΠΑΟΚ δυσκοίλιος στο γκολ και κάκιστος στην άμυνα και με 100% αποτυχία στις «μεγάλες μεταγραφές» του καλοκαιριού: ο Κροάτης τερματοφύλακας Τόντσι Γκάμπριτς πολύ κατώτερος του αναμενομένου και με πολλούς ψίθυρους εκείνον τον καιρό στην Τούμπα για «μειωμένη απόδοση» σε συγκεκριμένα ματς και ο έτερος κράχτης Μίλαν Τζούρτζεβιτς, τραυματίας και με περίεργες έως τρομακτικές ιστορίες να ακολουθούν τη φήμη του.

Ο μύθος λέει, ότι ο Σέρβος φορ κατέφθασε στη Θεσσαλονίκη από την Παρτιζάν, ξημερώματα Ιουλίου μέσα σε μια Μερσεντές που έτρεχε με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Αιτία, οι «διενέξεις» του Τζούρτζεβιτς με εκλεκτά μέλη της σέρβικης μαφίας, τα οποία λέγεται ότι για να τον «συμμορφώσουν» του φύτεψαν δύο σφαίρες στα πόδια. Πριν το «ατύχημα» ο Σέρβος φορ συγκατελέγετο στις μεγαλύτερες ελπίδες του γιουγκοσλαβικού ποδοσφαίρου, κάτι που στον ΠΑΟΚ δεν κατόρθωσε να αποδείξει ποτέ. Απέναντι σε αυτόν τον προβληματικό ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός του Αργύρη Σαλιαρέλη. Ότι και να πει κανείς για την περίοδο διοίκησης του Σαλιαρέλη στον Ολυμπιακό είναι λίγο. Η ομάδα πετούσε, ο Ανάργυρος τη γυρνούσε 3 χρόνια πίσω. Η ομάδα απέδιδε, ο Ανάργυρος έδινε ρεσιτάλ και οι τιμωρίες έπεφταν βροχή. Είναι οι εποχές που ξεπήδησαν οι «επιστήμονες», τα σκληρά «πέτρινα χρόνια» του Ολυμπιακού και το τούνελ από το οποίο βγήκε λίγα χρόνια αργότερα με το Σωκράτη Κόκκαλη στο τιμόνι.

Παρά την κωμική διοίκηση, ο Ολυμπιακός εκείνης της εποχής και συγκεκριμένα της περιόδου, ήταν μια ομάδα που απέδιδε πολύ καλό και επιθετικό ποδόσφαιρο. Ο κόσμος του χαιρόταν να βλέπει τα «Μινγκ» στο χορτάρι, αγαπούσε τον προπονητή της ομάδας Όλεγκ Μπλαχίν για την επιθετική του φιλοσοφία και χόρταινε μπάλα. Το καλοκαίρι, είχε καταφθάσει στον Πειραιά από το θεσσαλικό κάμπο κι ένας ακόμη αρτίστας της μπάλας, ο Βασίλης Καραπιάλης και ο Ολυμπιακός ήταν γεμάτος ταλέντο, γεμάτος τέχνη και απέδιδε ένα ποδόσφαιρο που λάτρευε ο κόσμος του. Όταν μάλιστα αποχώρησε – επιτέλους - εν μέσω της σεζόν και ο Σαλιαρέλης, η εταιρία φαινόταν ότι μπορεί να μπει σε μια τάξη και να βγει από το τούνελ των πολύ δύσκολων και επίπονων περιόδων διακυβέρνησης «Τάμπυ» και «Ρουμπίνια».

Ο Ολυμπιακός του Πρωτοδικείου, Μάιο μήνα ήταν μέσα σε όλους τους στόχους: δύο βαθμούς πίσω από την πρωτοπόρο ΑΕΚ στο Πρωτάθλημα και με το goal average υπέρ του (4-2 και 1-1) κι με τεράστιο προβάδισμα στο διπλό τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος, πάλι απέναντι στον ΠΑΟΚ. Συμπτωματικά, το παιχνίδι της 32ης αγωνιστικής το 1992, συμπίπτει με τη διπλή μάχη για την κατάκτηση του Κυπέλλου. Ο Ολυμπιακός είναι πολύ καλύτερος και από τύχη και διαιτησία δεν σπάει την παράδοση στο 1-1 της Τούμπας. Οι ποδοσφαιιριστές του, αφουγκραζόμενοι το τεταμένο κλίμα της Τούμπας αποθεώνουν και αποθεώνονται από τους εκδρομείς οπαδούς τους και στην αντιπέρα όχθη οι γνωστές επί Βουλινού «αντιδράσεις»: επεισόδια, ξύλο με την αστυνομία, συλλήψεις, προσαγωγές και ακόμη μια μαύρη σελίδα στην ιστορία του ΠΑΟΚ.

Τρεις ημέρες μετά τη διεξαγωγή του πρώτου τελικού, ο Όλεγκ Μπλαχίν βγάζει την ανωτερότητα που επιδείκνυε και ως ποδοσφαιριστής στους παίκτες του: τους εγκαλεί που πανηγύρισαν δεόντως την ισοπαλία στην Τούμπα και εξηγεί ότι ο Ολυμπιακός είναι απείρως ποιοτικότερος του ΠΑΟΚ και οφείλει να κερδίσει, τουλάχιστον στον αγώνα πρωταθλήματος. Για να ενισχύσει τα λεγόμενα και το σκεπτικό του, πραγματοποιεί αρκετές αλλαγές στην ενδεκάδα του Ολυμπιακού, σε ένα πρωτοφανές για την εποχή rotation που βλέπει Προτάσοφ και Λιτόφτσενκο στον πάγκο και αλλάζει και την τακτική προσέγγιση του αγώνα. Ο Ολυμπιακός γνωρίζει πλέον ότι ο ΠΑΟΚ θα πιέσει στην αρχή του αγώνα, αλλά δεν διαθέτει ούτε τη φυσική κατάσταση ούτε την ποιότητα για να υποστηρίξει έναν τέτοιο ρυθμό σε όλη τη διάρκεια του ματς.

Το παιχνίδι ξεκινά και βαδίζει ακριβώς στα μονοπάτια που σχεδίασε ο Μπλαχίν: ο ΠΑΟΚ πιέζει αλλά ανορθόδοξα και άναρχα, ο Ολυμπιακός έχει δώσει μέτρα και με το τρικ του Καραπιάλη ως δεύτερο αμυντικό χαφ έχει την απόλυτη ευχέρεια να κυκλοφορεί τη μπάλα χαμηλά και σε αργό τέμπο. Για δεύτερο συνεχόμενο παιχνίδι, δεν υπάρχει ΠΑΟΚ στην Τούμπα, το παιχνίδι το ελέγχει πλήρως ο Ολυμπιακός σε βαθμό να αναρωτιέται και ο ίδιος ο Μπλαχίν εάν πρέπει να δώσει εντολή να ανέβει κάποια μέτρα ψηλότερα η ομάδα του από το ημίωρο κιόλας. Όταν δε, στο 42’ το μάλλον χλιαρό σουτ-φαουλ του Ηλία Σαββίδη – Σερραίου στην καταγωγή για το μοιρολατρικό του πράγματος – καταλήγει στα δίχτυα του Γκάμπριτς, ο Μπλαχίν ξέρει: θα παίξει επίθεση.

Ο Ολυμπιακός συνεχίζει και στο δεύτερο ημίχρονο να κυριαρχεί, οι λιγοστοί εκδρομείς σε σχέση με τον τελικό Κυπέλλου στο «αντιτουριστικό» πέταλο της Τούμπας, ζουν ένα όνειρο όταν στις αρχές του δευτέρου ημιχρόνου γίνονται μάρτυρες ενός από τα ομορφότερα γκολ στην ιστορία του Ολυμπιακού: ο Βασίλης Καραπιάλης χορεύει από δεξιά τον πρώην συμπαίκτη του στη Λάρισα Γιώργο Μητσιμπόνα, με αλλεπάλληλες προσποιήσεις μπαίνει στη μεγάλη περιοχή και την κατάλληλη στιγμή κάνει την παράλληλη σέντρα. Εκεί θα έλθει ο Γιώργος Βαΐτσης που με τακουνάκι θα γράψει το 0-2 και θα πανηγυρίσει έξαλλα γι αυτό. Ο Ολυμπιακός σπάει την παράδοση ξεδιπλώνοντας τις αρετές και το ταλέντο του στο χορτάρι, στο πιο εχθρικό για εκείνον γήπεδο στη χώρα. Το γκολ είναι το επιστέγασμα μιας εξαιρετικής προσπάθειας που ελάχιστοι αντιλήφθηκαν στο γήπεδο και προήλθε με σχέδιο.

Βασίστηκε στο ταλέντο ποδοσφαιριστών που φορούσαν τα ερυθρόλευκα, πάνω απ’ όλα όμως στην προσέγγιση του ματς από Μπλαχίν, τον άνθρωπο που πιστώνεται την «άλωση» της Τούμπας την 24η Μαΐου του 1992. Ο Ολυμπιακός μετά από περιπλάνηση 23 ετών βρίσκει επιτέλους το Άγιο Δισκοπότηρο, το holy grail που λέγαμε στην αρχή, χάρη στο χορό του «Λάνσελοτ» Καραπιάλη και το τακουνάκι του «Γκάλαχαντ» Βαΐτση που οδήγησε ο «Πέρσιβαλ» Μπλαχίν στο «Μεγάλο Κάστρο» της Τούμπας. Η ραψωδία θα ολοκληρωθεί παρά την προσπάθεια πιο πολύ εγωισμού κάποιων παικτών του ΠΑΟΚ να αποφύγουν τη «ρετσινιά» των υπαίτιων της καταστροφής. Διότι ως καταστροφή αντιμετωπίστηκε το τελικό 1-2 (μείωσε ο Κώστας Λαγωνίδης στο 76ο λεπτό) και η λήξη της μακροχρόνιας παράδοσης εκείνο το απόγευμα.

Από το 1992 στο 1998

Η κατήφεια και η απογοήτευση ήταν τόσο μεγάλη τις τάξεις του ΠΑΟΚ, που άργησε πάρα πολύ να συνέλθει. Παραδόθηκε αμαχητί και στο δεύτερο τελικό Κυπέλλου στο «Καραϊσκάκης» όπου ο Ολυμπιακός τον (ξανα)κέρδισε με 2-0 με σβηστές μηχανές και κατέκτησε το τρόπαιο. Το ντέρμπι στη Τούμπα από εκείνον το Μάη του 1992 και μετά δεν ξαναήταν ποτέ το ίδιο, δεν υπήρχε η ίδια θέρμη και ο ίδιος αγωνιστικός ζήλος για έναν τόσο υψηλό σκοπό, παρ’όλα αυτά, χρειάστηκαν να περάσουν 6 χρόνια για να ξανακερδίσει στην Τούμπα ο Ολυμπιακός: ήταν η τελευταία μέρα του Οκτώβρη το 1998, όταν σε ένα απίστευτα επεισοδιακό παιχνίδι και με τον Άγγελο Αναστασιάδη στον πάγκο του ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός έφυγε νικητής με το ίδιο σκορ (1-2) σε ένα παιχνίδι που δεν τελείωσε ποτέ και έμεινε στο θυμικό των φιλάθλων ως «το ματς με το χέρι του Τάκολα». Αυτή όμως είναι μια άλλη ιστορία...