ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

Οι τελικοί της Ιταλίας

Οκτώ τελικοί σε Euro και Μουντιάλ, 5 τρόπαια για την εθνική Ιταλίας, μία από τις πιο πετυχημένες χώρες του κόσμου. Παρά τα 4 Παγκόσμια Κύπελλα, πάντως, η Ευρώπη δυσκολεύει τη "σκουάντρα ατζούρα", αφού στο παλμαρέ της μετρά μόλις ένα Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, το μακρινό 1968 και μετά από επαναληπτικό. Το Contra.gr θυμάται...

Οι τελικοί της Ιταλίας

Παγκόσμιο Κύπελλο 1934

10/06/1934 Ρώμη, Στάδιο του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος (50.000 θεατές)

Ιταλία-Τσεχοσλοβακία 2-1 παρ. (1-1 κ.α.)

(81′ Όρσι, 95′ Σκιάβιο – 76′ Πουτς)

Ιταλία: Κόμπι, Μοντζέλιο, Αλεμάντι, Φεράρις, Μόντι, Μπερτολίνι, Γκουαΐτα, Μεάτσα, Σκιάβιο, Φεράρι, Όρσι

Τσεχοσλοβακία: Πλάνιτσκα, Τστίροκι, Ζένισεκ, Κρέτσιλ, Τσάμπαλ, Κόσταλεκ, Πουτς, Νέγεντλι, Σόμποτκα, Σβόμποντα, Γιούνεκ

Η πρώτη διοργάνωση Παγκοσμίου Κυπέλλου επί ευρωπαϊκού εδάφους στιγματίστηκε από τη φασιστική προπαγάνδα του ηγέτη της Ιταλίας, Μπενίτο Μουσολίνι. Η “σκουάντρα ατζούρα” αποτέλεσε το “άρμα” του “Ντούτσε”, ο οποίος έστελνε διαρκώς απειλητικά ραβασάκια στους παίκτες, με τα οποία τους προϊδέαζε για το τι πρόκειται να συμβεί σε περίπτωση ήττας. “Δεν μπορώ να το κάνω εγώ, αλλά η Ιταλία πρέπει να κερδίσει αυτό το Μουντιάλ. Είναι διαταγή”, ήταν τα λόγια του προέδρου της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, Τζιόρτζιο Βακάρο, κατά τη διάρκεια της διάσκεψης της FIFA, όταν αποφασίστηκε (ομόφωνα) η διεξαγωγή του Μουντιάλ στην Ιταλία. Υπήρχε, πάντως, και μία εξαιρετική ομάδα, με παίκτες Ιταλούς όπως ο Σίλβιο Πιόλα και… Αργεντινούς όπως ο Ραϊμούντο Όρσι κι ο Λουίς Μόντι.

Ο τελικός διεξήχθη στο μετονομασμένο για τις ανάγκες της διοργάνωσης “Στάδιο του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος” στη Ρώμη, υπό το βλέμμα περίπου 50.000 θεατών, στη συντριπτική τους πλειοψηφία Ιταλών. Μία μέρα πριν τον τελικό, ο Μουσολίνι επισκέφθηκε την ομάδα στέλνοντας το μήνυμα: “Καλή τύχη για τη νίκη αύριο παιδιά, αλλιώς θα συντριβείτε”. Το παιχνίδι κυλούσε, αλλά το πολυπόθητο ιταλικό γκολ δεν ερχόταν. Στο ημίχρονο, ο Μουσολίνι ξαναχτύπησε, αυτή τη φορά μιλώντας ιδιαιτέρως στον Πότσο: “Ο Θεός να σε βοηθήσει σε περίπτωση αποτυχίας”. Ο Ιταλός τεχνικός, παρότι είχε “χτίσει” ήδη εξαιρετικό όνομα στο χώρο και ήταν ένας από τους κορυφαίους προπονητές της εποχής του, χρειάστηκε να προσευχηθεί στο 76ο λεπτό. Ο Αντονίν Πουτς αψήφησε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ανοίγοντας το σκορ (λίγο αργότερα ο Φράντισεκ Σβόμποντα είχε δοκάρι) και αναγκάζοντας τους Ιταλούς συναδέλφους τους να παίξουν πλέον για την… ζωή τους. Μαζί και ο διαιτητής, ο οποίος επέτρεψε το φάουλ στον εξαιρετικό τερματοφύλακα της Τσεχοσλοβακίας, Φράντισεκ Πλάνιτσκα, στο γκολ της ισοφάρισης από τον Ραϊμούντο Ορσι στο 81′. Στην παράταση ο Πότσο άλλαξε θέσεις τους Ενρίκο Γκουάιτα και Αντζελο Σκιάβιο και μετά από συνδυασμό τους στο 5ο λεπτό της παράτασης (είχε προηγηθεί κοντρόλ με το χέρι και σέντρα του ξεχασμένου στο ματς λόγω τραυματισμού Τζιουζέπε Μεάτσα) ο τελευταίος σημείωσε το νικητήριο γκολ. Ο Τζιανπιέρο Κόμπι έγινε ο πρώτος τερματοφύλακας που κατακτούσε το Παγκόσμιο Κύπελλο ως αρχηγός και η Ιταλία είχε πετύχει το στόχο της σε κάθε επίπεδο.

Παγκόσμιο Κύπελλο 1938

19/06/1938 Παρίσι, “Ολιμπίκ ντε Κολόμπ” (45.000 θεατές)

Ιταλία-Ουγγαρία 4-2

(6′, 35′ Κολαούσι, 16′, 82′ Πιόλα – 8′ Τίτκος, 70′ Σάροσι)

Ιταλία: Ολιβιέρι, Φόνι, Ράβα, Σεραντόνι, Αντρεόλο, Λοκατέλι, Μπιαβάτι, Μεάτσα, Πιόλα, Φεράρι, Κολαούσι

Ουγγαρία: Σάμπο, Μπίρο, Πόλγκαρ, Λάζαρ, Σουτς, Σάλαι, Τίτκος, Ζένγκελερ, Σάροσι, Βίντσε, Σας

Στη μία γωνία υπήρχε η παγκόσμια πρωταθλήτρια του 1934 και ολυμπιονίκης του 1936 Ιταλία, με τον Ντούτσε στο πλευρό της. Αντίπαλός της για ακόμα μία φορά, μία έκπληξη της διοργάνωσης, η Ουγγαρία, η οποία -μαζί με τη Βραζιλία- ήταν η πιο θεαματική ομάδα του θεσμού (και πιθανόν και η καλύτερη). Παρότι ο Βιτόριο Πότσο είχε μόλις 4 παίκτες μαζί του σε σχέση με την θριαμβεύτρια ομάδα της Ρώμης, το δίδυμο του Τζιουζέπε Μεάτσα και Τζιοβάνι Φεράρι στο κέντρο ήταν αρκετό. Σε συνδυασμό με την εκτελεστική δεινότητα του Σίλβιο Πιόλα η Ιταλία ήταν το φαβορί. Μόλις στο 6′ ο Τζίνο Κολαούσι άνοιξε το σκορ, αλλά ο Παλ Τίτκος απάντησε άμεσα. Ο Πιόλα στο 16′ έδωσε εκ νέου προβάδισμα στο σκορ στους Ιταλούς και στο 35′ ο Κολαούσι διαμόρφωσε το 3-1 που ήταν και αποτέλεσμα ημιχρόνου, με τον Μεάτσα να είναι ο δημιουργός και των 3 ιταλικών τερμάτων. Ο Σάροσι στο 70′ πέτυχε το 5ο του τέρμα στη διοργάνωση και αναπτέρωσε τις ελπίδες για τους Μαγυάρους, αλλά το τέρμα του Πιόλα στο 82′ έχρισε την Ιταλία παγκόσμια πρωταθλήτρια για δεύτερη σερί φορά, ούσα η πρώτη που το πετύχαινε (μόνο η Βραζιλία το 1958 και το 1962 θα διατηρούσε τα σκήπτρα στο μέλλον).

Ο τελικός, πάντως, είχε και το παρασκήνιό του. Ο Μουσολίνι, όπως συνήθιζε στο προηγούμενο Μουντιάλ έτσι και σε αυτό έστελνε ένα τηλεγράφημα στην ομάδα πριν από κάθε αγώνα με το μήνυμα “Vincere o morire!” (=”νικήστε ή πεθάνετε”). Αυτό το μήνυμα μεταφέρθηκε στον τερματοφύλακα των Ούγγρων, Αντάλ Σάμπο, ο οποίος μετά το τέλος του τελικού και την ήττα της ομάδας του εμφανίστηκε ανακουφισμένος. “Μπορεί να άφησα να μπουν τέσσερα γκολ, αλλά τουλάχιστον έσωσα τις ζωές τους”, δήλωσε. Το συγκεκριμένο μήνυμα είναι αλήθεια πως χρησιμοποιήθηκε αρκετά την περίοδο εκείνη από τα φασιστικά καθεστώτα με την ενθαρρυντική χροιά και έννοια “κάντε ότι μπορείτε για τη νίκη”, αλλά βέβαια ο τρόπος με τον οποίο περνούσε μηνύματα ο “Ντούτσε” τόσο στο προηγούμενο, όσο και σε αυτό το Μουντιάλ δεν απέκλειε το οτιδήποτε. Εξάλλου, οι “ήρωες” του 1934, οι Αργεντινοί που πολιτογραφήθηκαν Ιταλοί για να κερδίσει η “σκουάντρα ατζούρα” το Μουντιάλ, κυνηγήθηκαν από το καθεστώς και αυτομόλησαν στη Γαλλία. Όπως και να έχει, ουδείς μπορεί ποτέ να μάθει εάν ο Σάμπο όντως είχε εσκεμμένα μειωμένη απόδοση, ή εάν τα 4 γκολ που δέχθηκε οφείλονταν στην ανωτερότητα της ιταλικής ομάδας.

Euro 1968

08/06/1968 Ρώμη, “Ολίμπικο” (55.000 θεατές)

Ιταλία-Γιουγκοσλαβία 1-1

(80′ Ντομενγκίνι – 39′ Τζάγιτς)

Ιταλία: Τζοφ, Μπούρνιτς, Καστάνο, Φακέτι, Γκουαρνέρι, Φερίνι, Τζιουλιάνο, Λοντέτι, Αναστάζι, Ντομενγκίνι, Πράτι

Γιουγκοσλαβία: Πάντελιτς, Φάζλαγκιτς, Παούνοβιτς, Χόλτσερ, Νταμιάνοβιτς, Τρίβιτς, Πάβλοβιτς, Ατσίμοβιτς, Πέτκοβιτς, Μούσεμιτς, Τζάγιτς

10/06/1968 Ρώμη, “Ολίμπικο” (55.000 θεατές)

Ιταλία-Γιουγκοσλαβία 2-0

(12′ Ρίβα, 31′ Αναστάζι)

Ιταλία: Τζοφ, Μπούρνιτς, Φακέτι, Σαλβαντόρε, Γκουαρνέρι, Ροζάτο, Ντομενγκίνι, Ματσόλα, Αναστάζι, Ντε Σίστι, Ρίβα

Γιουγκοσλαβία: Πάντελιτς, Φάζλαγκιτς, Παούνοβιτς, Χόλτσερ, Νταμιάνοβιτς, Τρίβιτς, Πάβλοβιτς, Ατσίμοβιτς, Χόσιτς, Μούσεμιτς, Τζάγιτς

Η Ιταλία κυριαρχούσε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο σε διασυλλογικό επίπεδο τη δεκαετία του ’60, ωστόσο δεν είχε πολλά να επιδείξει σε επίπεδο εθνικών ομάδων. Δύο αποκλεισμοί τη φάση των ομίλων σε Μουντιάλ, αποχή από το Euro 1960 και αποκλεισμός στα προκριματικά 4 χρόνια αργότερα και φυσικά η τελευταία ευκαιρία για να αποδείξει πως παραμένει ακόμα ένα σπουδαίο έθνος που δεν έχει μείνει στους προπολεμικούς θριάμβους ήταν το τουρνουά που διοργάνωνε η ίδια. Ο Φερούτσιο Βαλκαρέτζι έκανε λίφτινγκ στη “σκουάντρα ατζούρια” σε σχέση με τις προηγούμενες διοργανώσεις κι επέλεξε μία ομάδα με παίκτες στην καλύτερη ηλικία τους, αλλά σε σχέση με Αγγλία, Σοβιετική Ένωση και Γιουγκοσλαβία που συνέθεταν την τετράδα των ημιτελικών (αυτή ήταν η τελική φάση του Euro εκείνη την εποχή) δεν ήταν το φαβορί.

Η πρόκριση στον τελικό οφείλεται καθαρά σε τύχη, αφού ελλείψει χρόνου για επαναληπτικό, μετά την παράταση με τη Σοβιετική Ένωση και με τις 2 χώρες να παραμένουν στο 0-0, ο διαιτητής έστριψε νόμισμα, με νικητές τους οικοδεσπότες. Στον τελικό της Ρώμης, το τέρμα του Ντράγκαν Τζάγιτς στο 39′ έβαλε σε δύσκολη θέση τους Ιταλούς, ωστόσο απάντησαν με τον Άντζελο Ντομενγκίνι 10 λεπτά πριν τη λήξη κι εφόσον δεν άλλαξε κάτι στην παράταση, η ανάδειξη του πρωταθλητή Ευρώπης πραγματοποιήθηκε δύο ημέρες αργότερα, σε επαναληπτικό. Ο Βαλκαρέτζι εμπιστεύθηκε δύο εξαιρετικούς παίκτες για τη ρεβάντς, το Σάντρο Ματσόλα και τον Τζίτζι Ρίβα, με συνέπεια να ανταμειφθεί και η Ιταλία να επικρατήσει 2-0 (Ρίβα και Πιέτρο Αναστάζι τα γκολ), κατακτώντας το πρώτο μεταπολεμικό τρόπαιο.

Παγκόσμιο Κύπελλο 1970

21/06/1970 Πόλη του Μεξικού, “Αζτέκα” (107.412 θεατές)

Βραζιλία-Ιταλία 4-1

(18′ Πελέ, 68′ Ζέρσον, 71′ Ζαϊρζίνιο, 86′ Κάρλος Αλμπέρτο – 37′ Μπονισένια)

Βραζιλία: Φέλιξ, Μπρίτο, Κάρλος Αλμπέρτο, Γουίλσον Πιάζα, Εβεράλντο, Κλοντοάλντο, Ζαϊρζίνιο, Ζέρσον, Τοστάο, Πελέ, Ριβελίνο

Ιταλία: Αλμπερτόζι, Μπούρνιτς, Φακέτι, Τσέρα, Ροζάτο, Μπερτίνι (75′ Τζουλιάνο), Ντομενγκίνι, Ματσόλα, Ντε Σίστι, Ρίβα, Μπονισένια (84′ Ριβέρα)

Δύο χώρες που στο παρελθόν είχαν σηκώσει από 2 φορές το βαρύτιμο τρόπαιο διασταύρωσαν τα “ξίφη” τους στον τελικό του Μουντιάλ 1970. Όποια επικρατούσε, θα κρατούσε το τρόπαιο “Ζιλ Ριμέ” για πάντα στις προθήκες της. Η “σκουάντρα ατζούρα” είχε κάτι παραπάνω από μία αξιοπρόσεκτη ομάδα (Ενρίκο Αλμπερτόζι, Ταρκίζιο Μπούρνιτς, Τζιατσίντο Φακέτι, Σάντρο Ματσόλα, Ρομπέρτο Μπονισένια, Τζίτζι Ρίβα, Τζιάνι Ριβέρα μεταξύ άλλων), αλλά η κούραση από τον ημιτελικό κόντρα στη Δυτική Γερμανία ( στο περίφημο “παιχνίδι του αιώνα”) και κυρίως η ακαταμάχητη Βραζιλία διαμόρφωσαν την εικόνα του τελικού. Η “σελεσάο” ήταν μία ομάδα που προσπαθούσε να σκοράρει περισσότερες φορές από τον αντίπαλο. Μπορεί να δέχθηκε 7 γκολ στο τουρνουά, τα περισσότερα για πρωταθλήτρια ομάδα από τότε μέχρι σήμερα, αλλά πέτυχε και 19, περισσότερα από κάθε άλλη πρωταθλήτρια ομάδα από τότε μέχρι σήμερα.

Το τέρμα, μάλιστα, με το οποίο άνοιξε το σκορ στον αγώνα, αυτό του Πελέ στο 18’, ήταν το 100ό στο θεσμό! Παρότι δέχθηκε γκολ από τετραπλό λάθος στην ίδια φάση στο 37’ από τον Μπονισένια, η κατάληξη ήταν χαρμόσυνη. Ο Ζέρσον στο 66’ και ο Ζαϊρζίνιο στο 71’ διαμόρφωσαν συνθήκες νίκης για τη “σελεσάο”. Στο 86’ είχε έρθει η ώρα της αποθέωσης, αφού ο συνδυασμός οκτώ Βραζιλιάνων απέφερε ίσως το κορυφαίο τέρμα στην ιστορία του θεσμού, με τον Κάρλος Αλμπέρτο να χρίζεται σκόρερ, διαμορφώνοντας το τελικό 4-1. Η στέψη της Βραζιλίας, η τρίτη μέσα σε τέσσερις διοργανώσεις, συνοδεύτηκε με τους αντίστοιχους χαρακτηρισμούς για εκείνη την ομάδα. “Χάσαμε από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές του κόσμου”, ήταν η αποδοχή της ρωμαϊκής “Messagero” την επόμενη μέρα, με την εμφάνιση της Βραζιλίας σε εκείνο το τουρνουά να απολαμβάνει διθυράμβους μέχρι και τις μέρες μας.

Παγκόσμιο Κύπελλο 1982

11/07/1982 Μαδρίτη, “Σαντιάγο Μπερναμπέου” (90.000 θεατές)

Ιταλία-Δυτική Γερμανία 3-1

(57′ Ρόσι, 69′ Ταρντέλι, 81′ Αλτομπέλι – 83′ Μπράιτνερ)

Ιταλία: Τζοφ, Σιρέα, Τζεντίλε, Κολοβάτι, Μπέργκομι, Καμπρίνι, Οριάλι, Κόντι, Ταρντέλι, Γκρατζιάνι (7′ Αλτομπέλι, 89′ Καούζιο), Ρόσι

Δυτική Γερμανία: Σουμάχερ, Στίλικε, Κάλτς, Κ. Φέρστερ, Μπ. Φέρστερ, Μπρίγκελ, Ντρέμλερ (62′ Χρούμπες), Μπράιτνερ, Ρουμενίγκε (70′ Μίλερ), Λιτμπάρσκι, Φίσερ

1982 World Cup Final, Madrid, Spain, 11th July, 1982, Italy 3 v West Germany 1, Italian captain Dino Zoff holds aloft the World Cup trophy after receiving from King Juan Carlos of Spain (Photo by Bob Thomas/Getty Images) Bob Thomas/Getty Images

Στο “Σαντιάγο Μπερναμπέου”, η Δυτική Γερμανία προερχόταν από τον εξουθενωτικό ημιτελικό κόντρα στη Γαλλία και απέναντί της έβρισκε την αναγεννημένη Ιταλία, η οποία είχε νικήσει την Βραζιλία με 3-2 στο τελευταίο ματς της φάσης των ομίλων, ένα παιχνίδι που ήρθε 2ο στην ψηφοφορία για το “παιχνίδι του αιώνα”, πίσω από το ιστορικό Ιταλία-Γερμανία 4-3 του 1970. Με τον “αέρα” του Πάολο Ρόσι και της παρέας του, η ομάδα του Έντσο Μπεαρτζότ είχε αφήσει πίσω της το σκάνδαλο ” Totonero” που έπληττε το calcio πριν την έναρξη της διοργάνωσης και πήγαινε στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1982 με τον τίτλο του φαβορί απέναντι στην πρωταθλήτρια Ευρώπης του 1980. Το πρώτο ημίχρονο πέρασε… αναίμακτα για τις δύο ομάδες, αφού από τη μία ο Αντόνιο Καμπρίνι αστόχησε σε πέναλτι κι από την άλλη ο νεαρότερος παίκτης της Ιταλίας που αγωνίστηκε σε Μουντιάλ, ο 18χρονος Τζιουζέπε Μπέργκομι, έγινε “σκιά” του 1ου σκόρερ των Γερμανών (με 5 γκολ) Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε, με πλήρη αποτελεσματικότητα.

Στο 2ο μέρος, οι παίκτες του Γιουπ Ντέρβαλ κατέρρευσαν. Την αρχή έκανε ο συνήθης ύποπτος Ρόσι, μόνο που αυτή τη φορά είχε συμπαραστάτες τους Μάρκο Ταρντέλι (με τον περίφημο πανηγυρισμό) και Αλεσάντρο Αλτομπέλι. Το τέρμα του επιθετικού της Ίντερ συνοδεύτηκε από ένα αξιοπρόσεκτο περιστατικό στις εξέδρες, με τον Ιταλό πρόεδρο Σάντρο Περτίνι, που καθόταν δίπλα από τον βασιλιά της Ισπανίας, να κουνά το δάχτυλό του μπροστά στην κάμερα στέλνοντας το μήνυμα πως οι Γερμανοί δεν μπορούν να ανατρέψουν πάλι τα δεδομένα. Όπερ και εγένετο, αν κι ο Πολ Μπράιτνερ μείωσε σε 3-1 στο 83′, χωρίς να έχει συνέχεια αυτό το γκολ. Τίποτα δεν μπορούσε να στερήσει τη χαρά από τον γηραιότερο τερματοφύλακα στην ιστορία του θεσμού, τον Ντίνο Τζοφ, που σε ηλικία 40 ετών, 4 μηνών και 13 ημερών σήκωνε ως αρχηγός το 3ο τρόπαιο για την “σκουάντρα ατζούρα”.

Παγκόσμιο Κύπελλο 1994

17/07/1994 Πασαντίνα, “Ρόουζ Μπόουλ” (94.194 θεατές)

Βραζιλία-Ιταλία 3-2 πέν. (0-0 παρ., 0-0 κ.α.)

Βραζιλία: Ταφαρέλ, Ζορζίνιο (21′ Καφού), Αλνταΐρ, Μάρσιο Σάντος, Μπράνκο, Μάουρο Σίλβα, Ντούνγκα, Μαζίνιο, Ζίνιο (106′ Βιόλα), Ρομάριο, Μπεμπέτο

Ιταλία: Παλιούκα, Μούσι (35′ Απολόνι), Μπαρέζι, Μαλντίνι, Μπεναρίβο, Μπέρτι, Ντ. Μπάτζιο (95′ Εβάνι), Αλμπερτίνι, Ντοναντόνι, Ρ. Μπάτζιο, Μασάρο

Κάτω από τον καυτό ήλιο του Λος Αντζελες, περίπου 94.000 θεατές παρακολούθησαν την αναμέτρηση της Βραζιλίας και της Ιταλίας, που στο παρελθόν είχαν κατακτήσει από 3 φορές το Μουντιάλ κι έτσι η συνάντησή τους θα έχριζε την κορυφαία ομάδα της ιστορίας. Παρά το αυξημένο επίπεδο ποιότητας παικτών που αμφότερες διέθεταν, ήταν ο μοναδικός τελικός που δεν είχε γκολ σε 120 λεπτά και ο πρώτος που κρίθηκε στα πέναλτι. Οι 2 ομάδες δημιουργούσαν ευκαιρίες, τις έχαναν συνήθως χάρη σε υπερπροσπάθειες των αμυντικών και η ψυχοφθόρος διαδικασία των πέναλτι κλήθηκε να δώσει τη λύση. Εκεί οι Μάρσιο Σάντος και Φράνκο Μπαρέζι απέτυχαν μόλις στις πρώτες προσπάθειες, ωστόσο στη συνέχεια ούτε ο Ντανιέλε Μασάρο τα κατάφερε για την Ιταλία. Στον πέμπτο γύρο εκτελέσεων, ο Μπάτζιο έστησε την μπάλα στη βούλα κι προετοιμάστηκε. “Ηθελα να στείλω την μπάλα στο κέντρο, επειδή ο Ταφαρέλ θα έπεφτε, και λίγο ψηλά για να μην την αποκρούσει με τα πόδια. Ηταν σωστή επιλογή. Δεν ξέρω πως την έστειλα τόσα μέτρα ψηλά”, δήλωσε ο Ιταλός παλαίμαχος, αναφερόμενος στην εκτέλεσή του που έφυγε πολύ πάνω από το οριζόντιο δοκάρι του Βραζιλιάνου τερματοφύλακα και έχρισε αυτόματα την Βραζιλία παγκόσμια πρωταθλήτρια.

Το πέναλτι αυτό στοίχειωσε τον Μπάτζιο, αν και η αλήθεια είναι ότι ακόμα κι αν ευστοχούσε η Βραζιλία είχε τον πρώτο λόγο, αφού θα είχε στη διάθεσή της την τελευταία εκτέλεση. Οπως και να έχει, η σοβαρότητα της ανανεωμένης “σελεσάο” θριάμβευσε, έστω κι αν ο Τύπος υποδέχθηκε την επιτυχία με τίτλους όπως το “ναι, ναι, παρά τον Παρέιρα νικήσαμε”. Ο Βραζιλιάνος προπονητής αποτέλεσε αρνητική φιγούρα για τους δημοσιογράφους και τους φιλάθλους, διότι στηρίχθηκε στην άμυνα, παίζοντας με δύο (σπουδαία) αμυντικά χαφ, τον Κάρλος Ντούνγκα και τον Σάντος, και μόλις με δύο επιθετικούς. Οσο για τη νίκη, άπαντες στην βραζιλιάνικη ομάδα την αφιέρωσαν στον αδικοχαμένο οδηγό της Φόρμουλα 1, τον συμπατριώτη τους Αϊρτον Σένα, ο οποίος είχε χάσει τη ζωή του σε δυστύχημα κατά τη διάρκεια γκραν πρι 2,5 μήνες νωρίτερα και ο οποίος θεωρείται μεταξύ σοβαρού και αστείου στη Βραζιλία ότι… ευθύνεται που η μπάλα από το πέναλτι του Μπάτζιο πήγε τόσο ψηλά.

Euro 2000

02/07/2000 Ρότερνταμ, Ντε Κάιπ (50.000 θεατές)

Γαλλία-Ιταλία 2-1 παρ. (1-1 κ.α.)

(90′ Βιλτόρ, 113′ Τρεζεγκέ – 55′ Ντελβέκιο)

Γαλλία: Μπαρτέζ, Λιζαραζού (86′ Πιρές), Βιεϊρά, Μπλαν, Τζοργκαέφ (76′ Τρεζεγκέ), Ντεσάμπ, Ντεσαγί, Ζιντάν, Ανρί, Τιράμ, Ντουγκαρί (58′ Βιλτόρ)

Ιταλία: Τόλντο, Μαλντίνι, Αλμπερτίνι, Καναβάρο, Πεσότο, Νέστα, Ντι Μπιάτζο (66′ Αμπροζίνι), Ιουλιάνο, Φιόρε (53′ Ντελ Πιέρο), Τότι, Ντελβέκιο (86′ Μοντέλα)

Σε μία δεκαετία που οι ιταλικές ομάδες επισκίασαν κάθε άλλη χώρα στις διασυλλογικές διοργανώσεις, η “σκουάντρα ατζούρα” πάσχιζε να ξεφύγει από το “βραχνά” του 1994. Το πέναλτι του Ρομπέρτο Μπάτζιο επιβάρυνε τους ώμους κάθε Ιταλού που φόρεσε τη φανέλα με το εθνόσημο στη συνέχεια, αλλά στο Euro 2000, η εικόνα ήταν διαφορετική. Απόλυτο νικών στους ομίλους, επικράτηση επί της Ρουμανίας στον προημιτελικό και μία επική πρόκριση από τον ημιτελικό. Ο Τζιανλούκα Τζαμπρότα αποβλήθηκε στο 34′, η Ολλανδία κέρδισε 2 πέναλτι στο 90λεπτο, ωστόσο ο Φραντσέσκο Τόλντο δήλωσε “παρών”, κατέβασε τα ρολά για 120 λεπτά συν τη διαδικασία των πέναλτι κι έστειλε την ομάδα του Ντίνο Τζοφ στον τελικό.

Εκεί περίμενε η πρωταθλήτρια κόσμου Γαλλία, με μία ακαταμάχητη σε όλες τις θέσεις ομάδα. Το ειδικό βάρος της ιταλικής φανέλας, όμως, έκανε σπουδαία δουλειά και ο Μάρκο Ντελβέκιο στο 55′ άνοιξε το σκορ. Όσο κυλούσαν τα λεπτά, τόσο αυξανόταν το άγχος των “τρικολόρ”, που άφηναν κενά για τον Αλεσάντρο ντελ Πιέρο, αλλά ο άσος της Γιουβέντους δεν τα εκμεταλλεύθηκε. Η τιμωρία ήταν πολύ αυστηρή, αφού στο 94′, το μοναδικό λάθος του Φάμπιο Καναβάρο στην άμυνα έδωσε την ευκαιρία στο Σιλβέν Βιλτόρ να στείλει το ματς στην παράταση. Οι αποκαμμωμένοι Ιταλοί δεν άντεξαν στο “σφυροκόπημα” των Γάλλων και στο 103′ ο Νταβίντ Τρεζεγκέ, ο οποίος μόλις είχε συμφωνήσει τη μεταγραφή του στη Γιουβέντους, στενοχώρησε τους μελλοντικούς συμπαίκτες σημειώνοντας “αργυρό γκολ” στο 103′. Το τρόπαιο κατευθύνθηκε προς Παρίσι κι η Ιταλία έχασε ακόμα μία ευκαιρία.

Παγκόσμιο Κύπελλο 2006

09/07/2006 Βερολίνο, Ολυμπιακό Στάδιο (69.000 θεατές)

Ιταλία-Γαλλία 5-3 πέν. (1-1 παρ., 1-1 κ.α.)

(19′ Ματεράτσι – 7′ πέν. Ζιντάν)

Ιταλία: Μπουφόν, Τζαμπρότα, Καναβάρο, Ματεράτσι, Γκρόσο, Γκατούζο, Πίρλο, Καμορανέζι (86′ Ντελ Πιέρο), Περότα (61′ Ντε Ρόσι), Τότι (61′ Ιακουίντα)

Γαλλία: Μπαρτέζ, Σανιόλ, Τιράμ, Γκαλάς, Αμπιντάλ, Βιεϊρά (56′ Ντιαρά), Μακελελέ, Ριμπερί (100′ Τρεζεγκέ), Ζιντάν, Μαλουντά, Ανρί (107′ Βιλτόρ)

Το σκάνδαλο ” Calciopoli” έπληττε τη χώρα, σε τέτοιο βαθμό που είχε επισκιαστεί η προσπάθεια των Ιταλών να επιστρέψουν στην ελίτ του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Αν το 2002 ήταν η σκανδαλώδης διαιτησία κόντρα στη συνδιοργανώτρια Νότια Κορέα, το 2004 ήταν το… μπισκότο από Δανία και Σουηδία που απέτρεψαν την κατάκτηση ενός τροπαίου. Αυτήν τη φορά η ομάδα του Μαρτσέλο Λίπι έπρεπε να πάρει την κατάσταση στα χέρια της και να μην επιτρέψει τίποτα να την αποσυντονίσει. Όπερ κι εγένετο, αφού οι διεθνείς, ενωμένοι σαν μια γροθιά και αποκομμένοι από ό,τι συνέβαινε πίσω στις δικαστικές αίθουσες της πατρίδας, κατάφεραν να εκτοξεύσουν τη “σκουάντρα ατζούρα” μέχρι τον τελικό του Βερολίνου.

Η ευκαιρία για εκδίκηση από την τελευταία φορά που έφτασαν μέχρι κάποιον τελικό, στο Euro 2000, δόθηκε απλόχερα. Η Γαλλία, η ομάδα του Ζινεντίν Ζιντάν όπως και τότε, προκρίθηκε πέρα από κάθε προγνωστικό στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου και επεδίωξε να κλείσει με ένα τρόπαιο τον κύκλο αυτής της σπουδαίας ομάδας. Το συζητήσιμο πέναλτι που κέρδισε στο 7ο λεπτό και μετέτρεψε σε γκολ ο “Ζιζού” βοήθησε στην επίτευξη των στόχων, ωστόσο ο Μάρκο Ματεράτσι είχε αντίθεση άποψη και λίγα λεπτά αργότερα ισοφάρισε σε 1-1. Ευκαιρίες υπήρχαν εκατέρωθεν, αλλά το ματς οδηγήθηκε στην παράταση, όπου σημειώθηκε το πιο χαρακτηριστικό περιστατικό στην ιστορία των τελικών του Μουντιάλ. Ο Ματεράτσι προκάλεσε τον Ζιντάν στο 110′, ο Γάλλος, στο τελευταίο παιχνίδι της καριέρας του, “τσίμπηκε” κι απάντησε με μία κουτουλιά στο στέρνο του Ιταλού στόπερ και στη διαδικασία των πέναλτι, η Ιταλία απέκτησε το πάνω χέρι. Ευστόχησε σε 5, ο Ντάβιντ Τρεζεγκέ έστειλε την μπάλα στο δοκάρι και πλέον η Ιταλία είναι η μοναδική ομάδα σε απόσταση αναπνοής από τη Βραζιλία στη “χρυσή Βίβλο” των Παγκοσμίων Κυπέλλων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

24MEDIA NETWORK